Είμαστε εμείς που νιώθουμε δυνατά, έντονα, παράφορα  είναι κι εκείνοι που δεν αντέχουν πολλά πολλά, που και να νιώσουν (λέμε τώρα) δεν έχουν τ’ άντερα να το παραδεχτούν, να το πουν, να το βροντοφωνάξουν.

Τους λένε άνιωθους και καλύτερος χαρακτηρισμός δεν υπάρχει, αυτό το στερητικό α δηλώνει επακριβώς τη δική τους στέρηση.

Σαφώς δεν είμαστε όλοι κόπιες και τη διαφορετικότητα την αποζητάμε και την τιμούμε σε κάθε ευκαιρία αλλά λίγο αίσθημα ρε παιδιά, λίγο κόκκινο, λίγο αίμα να στάξει να δούμε ότι είστε ζωντανοί.

Η πέτσα τους πιο χοντρή κι απ’ του καλοαναθρέμμενου χοίρου.
Το αυτί τους δεν ιδρώνει, ψυχροί, παγεροί και προς θεού μην έχεις φρούδες ελπίδες, δεν υπάρχει κανένα ηφαίστειο κάτω απ’ το παγόβουνο και καμιά φωτιά δε σιγοκαίει.

Μη σπαταλάς τον πολύτιμο χρόνο σου, δε θα νιώσουν, δεν ένιωσαν ποτέ, δε θα το κάνουν τώρα, ούτε για σένα, ούτε για κανένα.

Ούτε ο έρωτας, ούτε η καθαρή κι ανόθευτη αγάπη τους συγκινεί.
Μονάχα αυτή για τον εαυτό τους.

Ένα άβατο οχυρό, ένας τοίχος άσπαστος και μια βαθιά μοναχικη ζωή αφού σε όσους παρελαύνουν δίπλα τους δεν τους επιτρέπεται η είσοδος στα ενδότερα.

Σου παρέχουν απλόχερα την επιφάνεια τους και το ίδιο ζητούν κι από σένα. Έχουν σοβαρότατο θέμα με την εμβάθυνση η οποία άλλωστε είναι αυτή που θα δέσει δύο ανθρώπους μεταξύ τους.

Όσες ώρες κι αν σπαταλήσεις για να τους ακούσεις, να τους γνωρίσεις, να τους δικαιολογήσεις και να τους αγαπήσεις είναι απλά χάσιμο χρόνου και τίποτα άλλο.

Όσα με αγάπη έκανες για να τους ευχαριστήσεις, για να δεις το χαμόγελο στα χείλη τους, πέρασε στα ψιλά, στα πολύ ψιλά και μετά από δυο στιγμές ξεχάστηκε για πάντα.

Χαμένα αισθήματα, χαμένα χρόνια, χαμένα έργα.
Για τέτοια έιμαστε τώρα μωρέ;

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία απ’ το να νιώθεις τα πάντα ως το μεδούλι.

Να πεθαίνεις από έρωτα, να υποφέρεις στην απώλεια, να γελάς και να ακούγεσαι στην επόμενη πόλη, να αγαπάς σαν να μην υπάρχει αύριο, να κλαις μέχρι να στερέψουν τα δάκρυά σου.
Για όλα αυτά ήρθαμε στη ζωή, γι’ αυτά αναπνέουμε, βενζίνη και σπίρτο σε όλα τα υπόλοιπα.

Κι ας τρως τα μούτρα σου κάθε λίγο και λιγάκι, άσε τους άλλους να λένε.

Εσύ θα έχεις κάτι να θυμάσαι και μια ζωή χωρίς απωθημένα και γεμάτη γεύσεις, αλάτι, πιπέρι, λεμόνι και μαύρη σοκολάτα, όλα, πολύ.
Κι ανθρώπους, πολλούς κι εκλεκτούς που είτε πέρασαν, είτε στάθηκαν δίπλα σου για καιρό και φτιάξατε μαζί σπουδαίες αναμνήσεις.
Και μια ικανοποίηση στο βλέμμα, ακόμα και στα δύσκολα.

Το μεγαλείο εκείνων που νιώθουν και βιώνουν έντονα το κάθε τι δε συγκρίνεται με τη μιζέρια και τη θλίψη που κουβαλούν στους ώμους τους οι άνιωθοι.
Τρέξε σπριντ όταν τους δεις και μην κάνεις το λάθος να τους αφήσεις να σε πλησιάσουν, ειδικά αν έχεις το γνωστό, καταραμένο σύνδρομο που θες να σώσεις και να βοηθήσεις την ανθρωπότητα ολάκερη.

Μη αισθάνεσαι άσχημα γι’αυτούς που δεν κάταφερες να μπεις στον κόσμο τους, που δεν μπόρεσες να τους κάνεις να σε αγαπήσουν έστω και λίγο, ούτε εκείνοι το κάνουν γενικά, ειδικά και πολύ πιο συγκεκριμένα για σένα.

Αυτά που έζησες κι ένιωσες εσύ σε μια ζωή εκείνοι δε θα τα καταφέρουν ούτε σε δέκα.

Μη σε προβληματίζουν οι παθιασμένοι άνθρωποι, τους άνιωθους να φοβάσαι.

Συντάκτης: Γεωργία Χατζηγεωργίου