Σε μια παρέα συναντάς κάθε είδους προσωπικότητα. Απ’ τον πιο σοβαρό, αυτόν που τα ξέρει όλα, την όμορφη της παρέας, την ετοιμόλογη, την παράξενη, τον γκρινιάρη και πάει λέγοντας. Πολύ γνωστό σε όλους μοντέλο φίλου είναι αυτό του δειλού. Όταν λέμε δειλός εννοούμε αυτόν που παρ’ όλη την έντονη κοινωνική του δραστηριότητα, όταν έρχεται η ώρα να φλερτάρει κομπλάρει, κοκκινίζει, σβήνει, χάνεται! Είναι κοινά παραδεκτό ότι αυτό κάνει τρομερή εντύπωση σ’ όσους τον πλαισιώνουν.

Πιθανά χαρακτηριστικά. Έντονη παρουσία, η ψυχή της παρέας, όπου κι αν τον αφήσεις θα βρει έναν άνθρωπο να μιλήσει, να συναναστραφεί και πολύ πιθανό να δημιουργήσει μία πολύ καλή, φιλική σχέση. Είναι μέσα σ’ όλα παντού και πάντοτε. Θα βγει πολύ, θα γνωρίσει κόσμο με πολύ μεγάλη ευκολία, θα γίνει έντονα αγαπητός, αλλά μέχρι εκεί. Όταν έρθει η ώρα και κάποιος ταράξει το φυλλοκάρδι του, αυτόν που ήξερες να τον ξεχάσεις! Δε θα είναι ο ίδιος ποτέ ξανά ιδιαίτερα όταν το αντικείμενο του πόθου του βρίσκεται σε περίμετρο 200 μέτρων.

Είναι άξιο μελέτης αυτό που παθαίνουν αυτά τα πλάσματα. Παρά την έντονη κοινωνικότητά τους, την ευφράδεια λόγου και κινήσεων, την ευκολία με την οποία δημιουργούν κάθε είδους σχέσεις (εκτός από ερωτικές φυσικά), μ’ ένα τρόπο μαγικό κι ανεξήγητο, τα χάνουν όταν η καρδιά τους φτερουγίσει. Η ταμπέλα που συνηθίζουν οι φίλοι τους να τους βάζουν είναι αυτή του «δειλού» (μεταξύ μας, στην αργκό αλλιώς το λέμε, αλλά ας είναι που δεν είναι της παρούσης).

Δεν μπορείς να το εξηγήσεις αλλιώς. Ίσως τρομάζουν στο τεράστιο, άγνωστο συναίσθημα που τους δημιουργείται. Κι αυτό τους κάνει όντως να φέρονται σαν δειλοί. Δεν τους παρακινεί, αντίθετα τους κομπλάρει. Είναι σαν κάποιος να τους κατεβάζει το γενικό και δεν ξέρουν πώς να λειτουργήσουν. Φεύγουν απ’ την ασφάλεια του «friend zone» και δε γνωρίζουν πώς να το διαχειριστούν.

Μπαίνουν σε μαγαζί, βλέπουν το εν δυνάμει αίσθημα. Η καρδιά χτυπάει σαν τρελή, αλλά απέξω λες κι έχει περάσει οδοστρωτήρας, μόλις βγήκαν απ’ τον πλαστικό που είχαν πάει για μποτοξάκι. Αγαλματάκια αμίλητα, ακούνητα το γνωστό. Η συμπεριφορά σαφέστατα και δεν αλλάζει, κινείται στο χώρο όπως κάθε άλλη φορά τύπου «εντάξει δεν έγινε και τίποτα», αλλά το βλέμμα…αχ, αυτό το βλέμμα τα λέει όλα. Πανικοβλημένοι κοιτούν δεξιά-αριστερά, μήπως τρακάρουν τα βλέμματά τους στο χώρο και τύχει κι ο άλλος να καταλάβει ότι «ψιτ εσύ, μου αρέσεις».

Πού να καταλάβει αγάπη μου ο άνθρωπος; Δώσε ένα σημάδι, κάτι!  Έχουμε ξαναπεί, για να μας φλερτάρουν πρέπει να είμαστε προσιτοί.

Εν τω μεταξύ είναι και το άλλο το παράξενο. Κάθε φορά που ξέρουν πού μπορεί να συναντήσουν το πρόσωπο που τους απασχολεί, σε σέρνουν και σένα μαζί. Μη φανταστείς ότι έχουν σκοπό να κάνουν κάποια πρωτοτυπία, τα γνωστά, το απόλυτο τίποτα. Εννοείται όλες τις φορές που προβάλλεις αντίσταση σου ορκίζονται ότι αυτή τη φορά θα του μιλήσουν ναι-ναι, θα δείξουν κι ενδιαφέρον κι όλες αυτές τις γνωστές ψευτουποσχέσεις προκειμένου να σε πείσουν.

Ποτέ και πουθενά δε συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, το αντιλαμβάνεσαι έτσι; Σε παρακινούν οι φίλοι, σου δίνουν  συμβουλές, σου κάνουν προτάσεις, πάνε κάθονται κοντά μπας και σου ‘ρθει η θεία επιφοίτηση. Τίποτα εσύ! Αγέρωχος! Πιο πολύ προσπαθούν όλοι οι υπόλοιποι παρά εσύ.

Απ’ την άλλη, δε θέλεις και να του χαλάσεις και το χατίρι. Έτσι καταλήγετε κάθε φορά στα πιο απίθανα μέρη, με εσένα κι όλους τους άλλους να προσπαθούν να φέρουν τις πιο κατάλληλες συνθήκες, μήπως και γίνει το θαύμα. Σχεδόν πάντα χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, αλλά πάντα μα πάντα με μια καινούργια αστεία ιστορία που θα συζητάτε για χρόνια.

Συντάκτης: Αγγελική Τριανταφύλλου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου