Μέσα στο πέρασμα των χρόνων, δεν ξέρω αν επέλεξα το ψεύτικο, που ίσως να ήταν και πιο βολικό, σίγουρα, όμως, διάλεξα μια ντουζίνα ονείρων και μέσα σ’ αυτήν έχτισα. Ή τουλάχιστον προσπάθησα να χτίσω φιλοδοξίες, στόχους, όρκους μεγάλων φίλων κι έρωτες δίχως προηγούμενο.

Έρωτες, άλλοτε βγαλμένοι από κάποιο παραμύθι. Άλλοτε, σαν όνειρο. Άλλοτε, σαν ψέμα. Άλλοτε, σαν μία ιστορία, που θα μείνει να διηγηθώ στο πέρασμα του χρόνου. Κι αν τελικά αυτό που μένει είναι η αγάπη και μερικές αυταπάτες των στιγμών, σίγουρα θα μείνει κάτι να θυμάμαι.

Κι αν ήρθε εκείνη η στιγμή, που βρέθηκα παρέα με τη μοναξιά μου είναι γιατί το επέλεξα. Είναι γιατί έμαθα, αν κι αργά, πως η ζωή είναι μεγάλη και κρύβει πολλές αλήθειες. Απ’ εκείνες, που εμφανίζονται μπροστά σου και ζητάνε να τις ανακαλύψεις. Δεν είναι απωθημένα. Δεν είναι στερεότυπα. Απλά είναι η ίδια η ζωή.

Κι αν ήρθε εκείνη η στιγμή, που το ίδιο το σπίτι κόντεψε να με πλακώσει είναι γιατί το επέλεξα. Είναι γιατί πνίγηκα μέσα στον εγωισμό μου και αφέθηκα σε μερικές κρίσεις πανικού. Απ’ εκείνες, που συνειδητοποιείς, ότι το ανεκπλήρωτο «εγώ» δε φτάνει για να γεμίσει έναν καναπέ ή μία αγκαλιά. Απ’ εκείνες τις στιγμές, που η ίδια η μοναξιά με τρομάζει. Όχι για κάποιον ιδιαίτερο λόγο. Απλά γιατί ακόμα, στο δρόμο μου, δε βρέθηκε αυτό το μοναδικό που θα μπορέσει πάνω απ’ όλα  να πηδήξει το μυαλουδάκι μου.

Και ξαφνικά, εκεί που νόμιζα ότι όλα είναι αδύνατα και δυνατό είναι μόνο κάθε στραβό και ανάποδο -που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς- μπλέκοντάς με ανάμεσα σε σκόρδα και βασκανίες, προκειμένου να ξορκίσω το κακό μάτι από πάνω μου, έρχεται εκείνη η στιγμή.

Εκείνο το απρόσμενο «μπαμ», σαν ένα σημάδι απ’ το πουθενά. Σαν ένα χέρι, ή καλύτερα, σαν ένας ψίθυρος στ’ αυτί. Εκείνη η στιγμή, που το άπιαστο γίνεται αληθινό. Το όνειρο που μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Κι αν πλέον δεν πιστεύω σε φτερωτούς θεούς, σίγουρα πιστεύω σ’ αυτό που μπορεί να με κάνει να χαμογελάσω.

Και χαμογέλασα. Μέσα σ’ εκείνη τη νύχτα που εμφανίστηκες μπροστά μου. Σαν μια ακόμα αβέβαιη συνάντηση. Σαν κάτι που είχα στο μυαλό μου εδώ και καιρό. Κι αν το απίθανο έγινε τώρα πιθανό, είναι γιατί κάτι σ’ έφερε στο δρόμο μου. Είναι γιατί το αξίζουμε. Κι εσύ, κι εγώ. Ο καθένας μας για τους δικούς τους λόγους.

Φτάνει μόνο να πιστέψω. γιατί μου είναι δύσκολο. Φτάνει να πω ότι «μπορώ να είμαι εγώ». Τι; Αυτό που έψαχνες. Κι έπειτα, θα σου ορκιστώ ότι όσο κι αν κρατήσει θα είναι αληθινό. Γιατί το ψέμα το έζησα -όχι από κάποιον άλλον, αλλά μέσα από τον ίδιο μου τον εαυτό.

Άφησέ με, απλά, κάποιες φορές να τρομάζω. Αυτό με κάνει να νιώθω την αλήθεια που ζω. Άσε με να κοιμάμαι και να ξυπνάω πιστεύοντας ότι όλο αυτό μπορεί να είναι ένα καλό ψέμα. Μπορεί αυτό να μου δίνει δύναμη για να μπορώ να σου αποδεικνύω κάθε μέρα ότι είμαι αυτό που έψαχνες εδώ και καιρό. Ότι είσαι αυτό που έψαχνα.

Κι αν κάπου στη πορεία χαθούμε, τουλάχιστον, θα ξέρω ότι η μετριότητα δεν υπήρξε στη ζωή μας. Θα ξέρω ότι το μαζί δεν υπήρξε δρόμος παράλληλος. Αλλά ένας δρόμος, όπου τα χέρια και τα μάτια κατάφεραν να διασταυρωθούν. Ένα όμως σου ζητάω. Απόδειξέ μου ότι όλα στη ζωή συμβαίνουν για κάποιο λόγο.

Χωρίς όρκους και λόγια μεγάλα. Θέλω, απλά, να μπορώ να πιστεύω. Να πιστεύω ότι οι ανασφάλειές μου μαζί σου μπορεί να γίνουν παρελθόν. Να πιστεύω ότι όσο περίεργα κι απρόσμενα ήρθες στο δρόμο μου, τόσο όμορφα μπορείς να τον διασχίσεις.

Κάνε με κάθε που ξαπλώνω στο πλάι σου και κλείνω τα μάτια μου, κάθε που ζητάς να σε φιλήσω, κάθε που με κοιτάς και με μπερδεύεις, κάθε στιγμή που προσπαθώ να διαβάσω αυτό το βλέμμα και να καταλάβω τα λόγια σου να πιστεύω ότι κάποιος μου κάνει πλάκα. Ότι κάποιος σ’ έστειλε γιατί, απλά και μόνο, σε περίμενα.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη