Ο Νίτσε έλεγε πως στον έρωτα και στον πόλεμο όλα επιτρέπονται. Κάπως έτσι οδηγείσαι στο συμπέρασμα πως εκείνοι οι δύο μοιάζουν. Λάθος· ο πόλεμος μοιάζει περισσότερο στον χωρισμό. Κάποιος κερδίζει, κάποιος χάνει, μα πάντα όλοι τραυματίζονται. Βαριές οι μέρες, πονεμένες και κάθε βράδυ όλο και χειρότερο. Κι όταν πια τελειώσει, τίποτα δεν αλλάζει.  Μένουν πληγές να σου θυμίζουν το γεγονός. Ακόμη και καιρό μετά, κι εκεί που ήσουν βέβαιος πως κατάφερες να βρεις τρόπο να τον ξεπεράσεις, αναδύονται μνήμες ικανές να σου ταράξουν οποιαδήποτε γαλήνη.  Ναι, ο χωρισμός μοιάζει με πόλεμο. Κι οι άνθρωποι είμαστε τόσο επιρρεπείς στη μάχη μεταξύ μας.

Εκτός απ’ τους δύο που παλεύουν και προσπαθούν βίαια να αλληλοσκοτωθούν, υπάρχει και κάποιος άλλος. Κάποιος που συνήθως πληρώνει χωρίς να φταίει, ένα αθώο θύμα. Ποιος; Ο άμαχος πληθυσμός. Οι κοινοί σας φίλοι. Εκείνοι που δεν έφταιγαν, δεν είχαν πρόθεση ν’ αναμειχθούν και τελικά μπήκαν στη μέση. Και δυστυχώς πλήρωσαν το αντίτιμο του χωρισμού ακριβά.

Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα στον έρωτα απ’ το να ενώνει και φιλίες. Μέσα απ’ τον άνθρωπό σου γνωρίζεις κι άλλους, τους δικούς του, αυτούς που τον αγαπούν και τον ήξεραν τόσο καιρό πριν από σένα. Τους πλησιάζεις για να μάθεις. Κάθεσαι περισσότερο γιατί το απαιτούν οι τύποι. Σύντομα, τους αγαπάς κι εσύ. Φυσικά, για να τους έχει διαλέξει εκείνος, πάει να πει πως αξίζουν, είναι «καλά παιδιά» κι σύντομα ξεχνάς ταμπέλες τύπου φίλος «δικός μου» ή «δικός σου».

Απ’ την άλλη, μπορεί πάντα να τους ήξερες κι απ’ την αρχή. Πριν ερωτευτείς, πριν γίνεις ζευγάρι. Όταν ήσασταν ακόμη μόνοι, αλλά φίλοι ή  έστω απλά γνωστοί. Είχατε κοινές παρέες, ίσως μάλιστα αυτές να σας έφεραν και κοντά, κι ίσως επιτέλους να βγήκατε απ’ την καταραμένη ζώνη. Οι δικοί σας τρελάθηκαν. Επιτέλους, τα βρήκατε μεταξύ σας. Υπάρχει έρωτας στην παρέα, εκείνοι το ήξεραν από πάντα, επιτέλους το μάθατε κι εσείς. Κάποια στιγμή γκρινιάζουν πως τους παραμελείτε, αλλά μαζί τους νιώθετε κι οι δυο οικεία, ανάμεσα σε οικογένεια.

Και μετά; Μετά κανόνια. Αυτό ήταν, τελείωσε η ευτυχία. Κάτι πήγε στραβά, κάποιος πέταξε πρώτος χειροβομβίδα και το κακό δεν άργησε να έρθει. Καταστροφές παντού. Τρέχεις να βοηθήσεις όσο μπορείς, να σώσεις όποιον προλαβαίνει ακόμη να σωθεί. Μα πού να τρέξεις πρώτα; Από ‘δω ή από ‘κει; Ποιος έχει χρόνο να σκεφτεί όταν ο κόσμος γύρω του διαλύεται;

Ο χωρισμός πάντα ταιριάζει με τους ανθρώπους που χωρίζουν. Αν ήταν έντονοι, μάλωναν και καταστρέφανε τον κόσμο, τότε μιλάμε για Παγκόσμιο. Αν απλά αλλάξανε τα συναισθήματα και ξαφνικά χάθηκε το πάθος, ο πόλεμος δεν είναι τόσο άγριος, αλλά σχεδόν ψυχρός. Εξαρτάται απ’ τις δυο μεριές, απ’ τις δύο παρατάξεις. Κι ανάλογα με εκείνους, πιέζονται κι οι αθώοι να πάρουν μέρος. Τους αναγκάζεις να πολεμήσουν ή τους αφήνεις να παρακολουθούν απλώς παθητικά;

Στην πρώτη περίπτωση τα πράγματα είναι άγρια. Είναι αθώοι και τους αναγκάζεις να διαλέξουν στρατόπεδο. Να πάρουν το μέρος του ενός και να εγκαταλείψουν τον άλλο στη μοίρα του. Μα πώς, μέχρι πριν ήσασταν όλοι φίλοι. Ξυπνάει στην επιφάνεια η προτεραιότητα. Ποιος ήταν πρώτος, ποιος ήρθε δεύτερος; Ποιος υπήρχε από πάντα και ποιος προέκυψε από σπόντα; Τελείωσε, ο καθένας μαζεύει τους δικούς του και δεν αφήνει να ακουστεί κουβέντα υπεράσπισης. Δεν υπάρχει φιλία ούτε ειρήνη. Τα πράγματα αλλάξανε κι ο καθένας οφείλει να πάρει τη θέση του.

Απ’ την άλλη βέβαια, πολλές φορές εκείνοι το κάνουν από μόνοι τους. Χωρίς κανείς να το ζητήσει, κόβουν επαφές με τον άλλο, τον εχθρό. Ξεχνούν όσα περάσανε, όλες εκείνες τις φορές που απολάμβαναν τόσο την παρέα του. Τα ξεχνούν σαν να μην έγιναν ποτέ. Τους διαβεβαιώνεις πως δεν υπάρχει θέμα εκ μέρους σου, μα αυτοί εκεί, γενίτσαροι, οι πιο σκληροί κι άγριοι πολεμιστές. Φυσικά, πάντα η έχθρα βρίσκει τον τρόπο να εξαπλώνεται.

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη. Κάτι δύσκολο, απαιτητικό, χωρίς εγγυημένα αποτελέσματα. Αφήνεις τους κοινούς φίλους απ’ έξω. Ολοκληρωτικά. Κανείς δε χωρίζει ομάδες, κανείς δε θέτει όρους και κανένας δε διατάζει. Παλεύετε εσείς κι όλοι οι άλλοι ας βλέπουν στις κερκίδες. Στο τέλος, μπορούν να τρέξουν να βοηθήσουν και τους δύο, αρκεί να το κάνουν τίμια και να μην προσπαθούν να παίξουν τους διπλούς πράκτορες.

Στο μέλλον τους αφήνεις ακόμη και να κάνουν αναφορές. Δεν πληγώνεσαι, δεν τους τιμωρείς. Τους αφήνεις πραγματικά να βρουν ισορροπία, όσο δύσκολο κι αν φαίνεται στην αρχή. Κι εκείνοι είναι ήσυχοι, δεν προδίδουν κανέναν, συνεχίζουν όπως είχαν κάποτε ξεκινήσει· φίλοι, φίλοι για σένα, φίλοι για ‘κείνον. Χωριστά, όμως, τώρα πια.

Είναι πόλεμος, θα πληγωθούν. Όχι όσο εσείς, αλλά πολύ πιθανόν να δεχθούν σφαίρες χωρίς να τις περιμένουν. Αλλά δε φταίνε. Δεν τους αξίζει να παλέψουν σε μάχη άλλων. Αν δεν ήταν αναγκαστική η παρέα σας τόσο καιρό, θα συνεχίσουν να είναι κάπου εκεί. Αναλόγως τις σχέσεις, αναλόγως τη φιλία. Ίσως να αραιώσουν, αλλά δίχως να αλλάζει πραγματικά το μέσα τους, εκείνο που ένιωθαν τότε και για τους δύο σας. Άλλωστε δεν αλλάξατε εσείς. Απλά δεν μπορέσατε να συνυπάρξετε ειρηνικά και πιάσατε τα όπλα.

Μεταξύ σας είναι η μάχη και μόνοι σας πρέπει να την τερματίσετε. Μόνο προσέξτε τις πληγές που θα προκαλέσετε ο ένας στον άλλο. Μην είναι πολύ βαθιές, να θεραπεύονται. Εκείνοι θα βοηθήσουν, μόνο αν μέχρι τώρα τους είχατε προστατέψει. Προσέξτε τον χωρισμό σας, προσέξτε τη μάχη σας.

Και να σκεφτείς πως κάποτε όλα τούτα ήταν αγάπη.

Συντάκτης: Νεφέλη Κομματά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη