Μια γυναίκα, μια ξεχωριστή προσωπικότητα, ένας μοναδικός χαρακτήρας, έχει το δικαίωμα και την ελευθερία να αποφασίζει η ίδια για τη ζωή και το μέλλον της. Δυστυχώς, όμως, οι επιρροές κι οι επιβολές από τρίτους δεν παύουν να υπάρχουν, ακόμα κι αν κάποιες φορές είναι αρνητικές.

Ένα απ’ τα τοπ σε αυτή τη λίστα είναι το θέμα της μητρότητας. Ασχέτως ηλικίας, συναισθηματικής κατάστασης, lifestyle και χαρακτήρα, τα άτομα του στενού κύκλου μιας γυναίκας μπορούν να γίνουν πολύ φορτικά. Ξεκινώντας απ’ το καθιερωμένο σχόλιο-προτροπή της μάνας: «Άντε, κοριτσάκι μου, πότε θα δω κι εγώ ένα εγγονάκι; Η Φιλιώ απ’ απέναντι τέσσερα έχει». Από ‘κει και πέρα η έκκληση αυτή βγαίνει σε διάφορες παρόμοιες ατάκες.

Καταπιεζόμαστε από συζύγους, οικογένειες, κοινωνικά πρότυπα, αλλά κι έμμεσα από αγνώστους, που με τις αδιάκριτες ερωτήσεις τους προσπαθούν να παρέμβουν στις πιο προσωπικές πτυχές μας. Ρωτάνε ευθαρσώς: «Πώς νιώθεις που έχεις φτάσει στην τάδε ηλικία και δεν έχεις κάνει παιδιά ακόμη;» –συγγνώμη, είπε κάποιος κάτι για την ηλικία μου;– ή: «Παιδιά δεν έκανες επειδή δεν ήθελες ή δεν μπορούσες; Το μετάνιωσες, τελικά;».

Η μητρότητα είναι απόφαση ζωής, ρόλος ιερός και βασικός παράγοντας για να γίνει μια γυναίκα καλή μάνα είναι να το θέλει -η ίδια, όχι ο κύκλος της. Υπάρχει κάτι το οριστικό σε αυτή την κατάσταση και σίγουρα η διακοπή μιας εγκυμοσύνης δεν είναι ποτέ για καμία γυναίκα ευχάριστη απόφαση και διαδικασία.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο μια τόσο σημαντική απόφαση, να γίνεις μητέρα, πρέπει να είναι εντελώς συνειδητοποιημένη. Ξέρουμε πόσο ολέθρια αποτελέσματα μπορεί να έχει για το παιδί η γέννησή του από μια μητέρα που δεν το ήθελε ή έστω δεν ήταν καθόλου έτοιμη γι’ αυτό.

Είναι εγκληματικό να ασκούμε διαρκώς πίεση στις γυναίκες για να γίνουν μάνες, γιατί εμείς θέλουμε να γίνουμε μπαμπάδες ή, ακόμα πιο ανεύθυνα, παππούδες και θείοι. Αντιθέτως πρέπει να τις στηρίζουμε, να τις αφήνουμε ελεύθερες να αποφασίσουν πότε κι αν θέλουν μάνες, χωρίς να μας αφορά το γιατί αποφεύγουν, καθυστερούν ή αρνούνται να πάρουν αυτήν την απόφαση. Για ιατρικούς, ψυχολογικούς ή επαγγελματικούς λόγους μια γυναίκα μπορεί να μη θελήσει ή να μην μπορέσει να κάνει παιδί. Χωρίς αυτή της η απόφαση να ‘ναι πάντα οριστική, μα παράλληλα χωρίς κανείς να μας εγγυάται πως θα αλλάξει.

Υπάρχουν άνθρωποι με όνειρα μπροστά τους, φιλοδοξίες, στόχους και σχέδια, άνθρωποι που δεν πρόλαβαν να ζήσουν ακόμα τη δικιά τους ζωή, προκειμένου να ‘ναι έτοιμοι την αφιερώσουν σε ένα παιδί, υπεύθυνα και συνειδητοποιημένα, χωρίς απωθημένα. Μπορεί μια γυναίκα να μην είναι ακόμα έτοιμη ή να μην είναι και ποτέ, να μη φαντάζεται τον εαυτό της σαν μητέρα. Κι είναι χίλιες φορές προτιμότερο να μη γίνει ποτέ απ’ το να γίνει μια κακή μάνα, που δεν αγαπά το παιδί της και ψυχολογικά –ή και σωματικά– το εγκαταλείπει.

Όποιος κι αν είναι ο λόγος που μια γυναίκα δε θέλει –ακόμα ή και γενικά– να γίνει μάνα, αυτός θα έπρεπε να ‘ναι σεβαστός ως προσωπικός, χωρίς να δέχεται πιέσεις ή να υποχρεώνεται να τον μοιραστεί μαζί μας. Είναι ξεκάθαρα δικό της θέμα και δική της επιλογή.

Η ίδια θα έχει το παιδί στην κοιλιά της για εννιά μήνες, η ίδια θα το μεγαλώσει, θα έχει την ευθύνη του κι η δική της ζωή θα αλλάξει μία για πάντα. Ό,τι κι αν συμβεί, ένα παιδί μπορεί να το παρατήσουν όλοι εκτός απ’ τη μάνα. Είναι δύσκολο για έναν άνθρωπο να αποφασίσει ότι θα βάλει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα, αφιερώνοντάς τον σε έναν άλλο άνθρωπο.

Συντάκτης: Κυριακή Βουλγαράκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη