Είτε ρωτήσεις τους φίλους σου είτε καλέσεις το 166 η απάντηση θα είναι η ίδια. Η καύλα είναι ένα επικίνδυνο περιστατικό. Η διαχωριστή γραμμή ανάμεσα στη λογική και την παράνοια αυτής της κατάστασης λεπτή πολύ και τα όρια ρευστά. Όχι, δεν πρόκειται για συναίσθημα. Είναι κάτι μοναδικό, μαγικό, καταστροφικό. Μπορεί να σε απογειώσει, μπορεί και να σε αποτρελάνει.

Έχεις καταλυθεί κι εσύ απ’ τη φλόγα της. Είναι αυτό το κάτι που σε καίει και μόνο στο άκουσμα του ονόματος του ανθρώπου που στην προκαλεί, το τρέμουλο στα πόδια σου, οι εμμονές στο κεφάλι σου, η απειθαρχία του κορμιού σου όταν το μυαλό σου προστάζει να παραμείνεις ακίνητος. Η αδυναμία σου να σκεφτείς καθαρά κι η ακατανόητη επιθυμία σου να ξεφτιλιστείς.

Ανυπότακτη. Αδύνατο να τιθασευτεί ή να υπακούσει σε κάποιο καλοραφιναρισμένο σχέδιο, κανόνα ή περιορισμό. Αδύνατο να κάνει χώρο σε ταμπού και δεύτερες σκέψεις. Η σκέψη είναι μία: «Τα θέλω όλα κι αμέσως».

Άπληστη. Σε κάνει να νιώθεις σαν παιδί μπροστά σε γεμάτη βιτρίνα. Θέλεις όλο και περισσότερο, όλο και πιο πολύ. Τζογάρεις.

Ανυπάκουη. Δεν κολλάει σε γεωγραφικές συντεταγμένες και τοποθεσίες είτε μιλάμε για πλυντήρια, πατώματα και νεροχύτες είτε για ασανσέρ, σκάλες παγκάκια και λόφους. Η καύλα είναι ικανή να σε προδώσει και να σε ντροπιάσει ακόμα και στην Εθνική Οδό.

Αδυσώπητη. Δε συγχωρεί τους δειλούς. Αδιαφορεί για τους συναισθηματικούς. Τιμωρεί, αφήνει τραύματα κι είναι ικανή να σε ταλαιπωρεί με αϋπνίες κι άσκοπα ξενύχτια για καιρό. Δε θα σε αφήσει να χορτάσεις ποτέ με τη σκέψη ή την εικόνα του άλλου. Σου καίει κύτταρα του εγκεφάλου που δεν μπορείς καν να ξύσεις και σου βγάζει πτυχές του εαυτού σου που δεν ήξερες καν ότι υπήρχαν.

Δεν κατοικεί σε λόγια αγάπης, όρκους και χειρονομίες ενθουσιασμού. Ούτε σε βαρύγδουπες εξομολογήσεις και βραχυπρόθεσμες υποσχέσεις. Είναι στιγμές, άγαρμπα χάδια, υγρά, σάλια κι ηδονή. Είναι τα καρφωμένα χέρια σου στα γόνατα, οι ιδρωμένες παλάμες σου, τα μυαλά σου που γυρίζουν σβούρα, εκκωφαντικοί ψίθυροι κι απρόσκλητες παρανοϊκές φαντασιώσεις που κατακλύζουν το κεφαλάκι σου.

Κανείς δεν μπορεί να την απαρνηθεί και κανείς δεν μπορεί να την αποσιωπήσει. Άλλωστε, είτε το θες είτε όχι, ο χειρότερος τρόπος να είσαι ερωτευμένος είναι να είσαι σεξουαλικά. Η καύλα δεν είναι κατάκτηση ή κατάσταση, είναι ελευθερία. Είναι αυτή που μπορεί να κάνει όλα τα «σ ’αγαπώ» του κόσμου να χλομιάσουν.

Δεν απευθύνεται σε αόριστες ολότητες όπως εκείνες του έρωτα. Είναι αφοπλιστικά ειλικρινής. Αμφιβολίες, ψέματα κι αβεβαιότητες εδώ δεν έχουν θέση. Δεν προσποιείται, δεν προσκυνά και δε θαυμάζει. Απλά υποτάσσεται.

Γιατί τον έρωτα και την αγάπη μπορείς εύκολα να τα κρύψεις πίσω από δικαιολογίες ή να τα θάψεις στο όνομα ενός θυμού, ενός πόνου ή εγωισμού. Η καύλα όμως είναι αυτή που θα σε φέρει αντιμέτωπο με τον ίδιο σου τον εαυτό. Τη βιώνεις στο πετσί σου και γνωρίζεις την αλήθεια της στην καθημερινότητά σου. Δεν είναι επιφάνεια ή πασάλειμμα. Αυτή, είναι η ουσία.

Στην καύλα η μόνη λογική που κυριαρχεί είναι μία και είναι τετράγωνη:«Ένα κι ένα κάνουν δύο». Δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκτός απ’ τον άνθρωπο που σου προκαλεί την ερωτική επιθυμία, το αντικείμενο του πόθου σου. Θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί και ρομαντικό.

«Με καυλώνεις και μεγαλύτερη αλήθεια απ’ αυτήν δεν πρόκειται να ακούσεις.»

Συντάκτης: Νατάσα Δόμβρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη