Μπορείς να πεις ότι τα αντίθετα έλκονται. Μπορείς να πεις ότι οι άλλοι δε βλέπουν αυτό που βλέπεις εσύ όταν τους κοιτάς στα μάτια. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι φταίει η ανθρώπινη φύση. Θέλουμε να πηγαίνουμε κόντρα σε όλα. Από παιδιά όταν μας λέγανε ότι κάτι δεν κάνει για μας ή ότι μπορεί να μας βλάψει, τρέχαμε απλά για να επαληθεύσουμε τη θεωρία. Και στην ενήλικη ζωή μας, καλώς ή κακώς, συνεχίζουμε να λειτουργούμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.

Μας αρέσει να πηγαίνουμε ενάντια στα όσα μας υποδεικνύουν. Μη βγεις έξω με βρεγμένα μαλλιά, θα κρυώσεις σου λένε, τρέχα πήγαινε, ακούς εσύ. Μείνε μακριά από το άτομο που πας να ερωτευτείς σου λένε, τρέχεις με τα χίλια και πέφτεις με τα μούτρα εσύ. Κι όσο πιο πολύ στο λένε, τόσο πιο πολύ συνεχίζεις να πέφτεις εσύ.

Είναι το πείσμα σου να τους αποδείξεις ότι έχουν λάθος, είναι ότι εσύ νιώθεις ή βλέπεις κάτι στο νέο σου ενδιαφέρον που οι άλλοι δεν μπορούν; Η αιτία δεν έχει γίνει σαφής ακόμη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όσο πιο πολύ σου λένε μη, τόσο πιο πολύ τους λες εγώ θα κάνω το δικό μου.

Ίσως πέφτει κι αυτό στη σφαίρα του απαγορευμένου. Όσο περισσότερο δεν κάνει, τόσο περισσότερο το αναζητάς και το θες. Κάτι σαν τη διατροφή. Δεν πα να μην τρως ποτέ ψωμί, με το που σου πει ο διατροφολόγος το ψωμί απαγορεύεται, τι θα κάνεις εσύ; Θα επιθυμήσεις ψωμί φυσικά.

Δεν έχω ακούσει ποτέ μου άνθρωπο να του λένε «μη» και να υπακούει. Είμαστε διεστραμμένοι απ’ τη στιγμή που γεννιόμαστε και μας αρέσει να κάνουμε τη ζωή μας δύσκολη από μόνοι μας.

Έτσι και με τον έρωτα -κι ειδικά με αυτόν, μη σας πω. Ενώ οι άλλοι σου απαριθμούν τους λόγους που δεν κάνει να μπλέξεις, είτε αυτοί είναι τόσο αθώοι όσο το ότι δεν έχετε  αρκετά κοινά, είτε είναι ότι έχει μπλεξίματα με διάφορα (πού το βρήκες τέτοιο κελεπούρι, παιδάκι μου;), εσύ φαντάζεσαι happy end, να ζήσετε εσείς καλά κι ας ζήσουν οι άλλοι καλύτερα.

Πιστεύεις πως ό,τι στραβό κι ανάποδο κι αν έχει εσύ θα το φτιάξεις, ακόμη κι αν χρειαστεί να τον υποβάλεις σε δεκαπεντάωρη χειρουργική επέμβαση και να του κάνεις μεταμόσχευση εγκεφάλου. Να σου πω, όμως, ότι είναι κι οργανισμοί που απορρίπτουν το μόσχευμα και τότε οι συνέπειες είναι ολέθριες, ενίοτε και θανατηφόρες.

Κατανοητό το πείσμα κι η απογοήτευση όταν ένα άτομο που εσύ το γουστάρεις τόσο, οι άλλοι το απορρίπτουν. Λογικό να μουλαρώσεις και να κοπανάς το πόδι σαν τρίχρονο που του αρνήθηκαν παιχνίδι και να λες εγώ αυτό τον άνθρωπο θέλω κι αυτόν θα κρατήσω. Λογικό, επίσης, βέβαια να καθίσεις κάτω και να μετρήσεις τα πράγματα.

Να σκεφτείς και να αναλύσεις τους λόγους που τα κολλητάρια σου και τα αδέρφια σου επιμένουν ότι το καινούριο αμόρε θα σε παίξει και θα φύγει ή εν πάση περιπτώσει θα σε πληγώσει. Μην ξεχνάς ότι ο έρωτας είναι τυφλός και μας τυφλώνει κι εμάς τους ίδιους και το κυριότερο μην ξεχνάς ότι στο 90% των περιπτώσεων κι εμείς οι ίδιοι βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ή διαισθανόμαστε την έκβαση των πραγμάτων.

Είναι το αίσθημα εκείνο του συναισθηματικού κενού, είναι οι λέξεις που πετάγονται απ’ το στόμα του ή όλα όσα κάνει παρόλο που γνωρίζει ότι σε ενοχλούν. Δίνεις ευκαιρίες ελπίζοντας σε μια αλλαγή, την οποία δε βλέπεις να έρχεται.

Πεισμώνεις και μένεις, λοιπόν, και κολλάς όλο και περισσότερο επειδή ακριβώς οι άλλοι τόλμησαν να σου πουν αυτό που εσύ τόσο περίτεχνα έκρυβες κι ωραιοποιούσες στον ίδιο σου τον εαυτό. Έτσι, όσο σου παραθέτουν τους λόγους που δεν σου κάνει χρησιμοποιώντας ακόμη και τα παράπονα που τους είχες κάνει για τον άνθρωπο αυτό εναντίον σου, εσύ επιμένεις όλο και πιο πολύ να τον θες. Ή μήπως όχι; Ή μήπως είναι ότι απλά φοβάσαι τι θα γίνει αν παραδεχτείς πως τελικά όντως δεν τον θες;

Όποια κι αν είναι η αιτία που έχεις κολλήσει τόσο, ένας τρόπος υπάρχει για να δώσεις τέλος στο πρόβλημα. Προχωράς. Είτε που θα φας τα μούτρα σου και θα ακούσεις εκατομμύρια «Εμείς σ’ τα λέγαμε» είτε που η σχέση σας θα ανθίσει και θα σερβίρεις εσύ ένα μεγαλοπρεπές «Ευτυχώς  που δε σας άκουσα».

 

Επιμέλεια Κειμένου Γεωργίας Ευστρατίου: Πωλίνα Πανέρη

 

Συντάκτης: Γεωργία Ευστρατίου