Ξυπνάς και με το καλημέρα οι υποχρεώσεις πάνε κι έρχονται. Να πας στη δουλειά, να πεταχτείς στην τράπεζα να πληρώσεις το ενοίκιο, να κλείσεις ραντεβού το απόγευμα στο κομμωτήριο, έχεις κανονίσει το μεσημέρι καφεδάκι στην παραλιακή με το μωρό, να βγάλεις το σκύλο βόλτα, να πεταχτείς στο σούπερ μάρκετ να αγοράσεις το γάλα που ξέχασες εχθές, να μη χάσεις την προπόνηση στο γυμναστήριο, έχεις να κάνεις και μια εργασία για το μεταπτυχιακό κι έφτασε βράδυ. Ωχ! Πότε έφτασε το βράδυ; Ύπνο. Καλημέρα και ξυπνάς και πάλι απ’ την αρχή να τρέχουν οι υποχρεώσεις κι οι ευθύνες. Μετά από λίγες ημέρες έχεις κλατάρει και το μόνο που σκέφτεσαι είναι πώς θα καταφέρεις να χαλαρώσεις απ’ όλα αυτά, έστω για μια στιγμή.

Ένα αθώο ψεματάκι δεν έβλαψε ποτέ κανέναν, σου λέει το διαβολάκι πάνω απ’ τον ώμο σου. Στην αρχή, μην έχοντας διδακτορικό στην απατεωνιά, το πας σιγά-σιγά. Παίρνεις τηλέφωνο στη δουλειά και με βαρύ αγουροξυπνημένο άτονο ύφος –βάλε κι ένα βηχαλάκι να γίνει πιο πιστευτό– δηλώνεις ασθένεια. Θες να αράξεις επιτέλους σπίτι σου να χαλαρώσεις να δεις μια ταινία και καλείς το μωρό σου να του εξηγήσεις ότι έχεις πονοκέφαλο και δε θα βρεθείτε σήμερα∙ «γαμώτο, έχω ξενερώσει, ρε αγάπη μου, που δε θα βρεθούμε σήμερα αλλά δεν είμαι καλά».

Αγάλι-αγάλι, βλέπεις ότι δε σε πήραν πρέφα και το χοντραίνεις λίγο παραπάνω. Έκατσε τριήμερο με φίλους κι όλοι θα πάνε εκτός από εσένα που δουλεύεις. Για να λείψεις πρέπει να είναι κάτι πολύ σοβαρό, αλλιώς θα σε καταλάβουν και θα έχεις μπλεξίματα στο μέλλον. Ειλικρινά πες μου και μη μου πεις ότι δε το έχεις κάνει γιατί θα είναι ψέμα -και τα καταλαβαίνω εγώ τα ψεματάκια. Το ‘χεις πει κι εσύ αυτό το κλασικό ψέμα. Έχεις θάψει κάποια γιαγιά ή παππού, ένα μακρινό πολυαγαπημένο ξάδερφο στην άλλη άκρη της Ελλάδας. Το τέλειο έγκλημα, που στον πόνο το δικό σου δεν μπορεί κανείς να φέρει αντίρρηση, παρά μόνο κατανόηση και τα θερμά του συλλυπητήρια. Με ευλάβεια καλό τριήμερο να έχεις και μην ανεβάσεις τίποτα απ’ την εξόρμησή σου γιατί μετά θα γίνει η δική σου κηδεία.

Είναι όμως και κάποιοι –εριστικοί τους λέω εγώ– όπου άντε, να πουν ένα μικρό κι αθώο ψέμα, αλλά αυτοί το μεγαλοποιούν και το εξευτελίζουν σε τέτοιο βαθμό που γράφουν ξανά επεισόδια για τη «Λάμψη» και το «Καλημέρα Ζωή» -αν δεν έχεις ιδέα ποιες είναι αυτές οι τηλεοπτικές σειρές, για αρχή θα σέβεσαι εμάς τους σχεδόν τριαντάρηδες και να σου πω μόνο ότι είναι τα δύο μεγαλουργήματα της ελληνικής τηλεόρασης της δεκαετίας του ‘90, με δεκαπέντε χρόνια προβολής, σύνολο 6568 επεισόδια κι υπό τη σκηνοθεσία του Νίκου Φώσκολου, τύφλα να έχουν οι δράκοι κι οι παγωμένοι απέθαντοι του Game of Thrones!

«Αφεντικό δε θα έρθω για δουλειά σήμερα, γιατί η στολή μου έπιασε φωτιά ενώ τη στέγνωνα στο φούρνο μικροκυμάτων και δεν έχω άλλη καθαρή». «Θα καθυστερήσω να έρθω, γιατί έπαθα λάστιχο με το αμάξι ενώ προσπαθούσα να αποφύγω μια νταλίκα που δίπλωσε καταμεσής στο δρόμο και για να το καταφέρω αυτό, καβάλησα το πεζοδρόμιο. Αλλά δεν έσκασε εκεί. Μπροστά μου βρέθηκε ξαφνικά μια γιαγιά με ένα καροτσάκι λαϊκής και στρίβω το τιμόνι ίσα κάτω και σκάω μέσα σε μία τάφρο. Από θαύμα ζω εγώ και το αμάξι!». «Αγάπη μου, συγνώμη που δεν έχω απαντήσει στα 23 μηνύματά σου που μου έστειλες μέσα στη ημέρα, αλλά στη δουλειά έγινε πανικός. Μπήκε ένα φίδι στο γραφείο και απ’ την τρομάρα του ένας συνάδελφος πάτησε το συναγερμό της πυρόσβεσης κι άρχισε να βρέχει παντού. Καταλαβαίνεις το χάος που προκλήθηκε. Ακόμα και τώρα που σου μιλάω μούσκεμα είμαι και το χειρότερο, δε βρήκαμε πουθενά το φίδι!».

Ο ίδιος ο Πινόκιο δεν κατάφερε ποτέ του να πλάσει τόσο αξιοθαύμαστα σενάρια επιστημονικής φαντασίας για να αποφύγει τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες του. Είπαμε να πούμε και καμιά μυθοπλασία, αλλά όχι και τέτοιες υπερβολές. Όσο καλή θέληση και να έχει ο άλλος  για να πιστέψει τις δικαιολογίες που του αραδιάζεις, δε θα το κάνει. Εκεί εξευτελίζεται η νοημοσύνη του και σίγουρα θα τσαντιστεί που πας να τον κοροϊδέψεις.

Ένα αθώο ψεματάκι πού και πού δε βλάπτει την υγεία, αρκεί να έχει μια βάση αλήθειας, λίγη σάλτσα πιστευτή, μία πρέζα δράμα και φυσικά, να μην μπορεί να αποδειχθεί με κανένα μέσο το αντίθετο. Καλά τα λέμε, αλλά τώρα θα σε αφήσω γιατί μόλις με πήρε τηλέφωνο ο κολλητός μου, που ξέμεινε με το αμάξι στην Παραλιακή από βενζίνη, χωρίς να έχει πάρει λεφτά μαζί του και πρέπει επειγόντως να τον βοηθήσω γιατί έχει να πάει απ’ το σπίτι, να πάρει τα γατάκια που γέννησε η γάτα του, να τα πάει στον κτηνίατρο για να κάνουν εμβόλιο. Δε σκέφτομαι τον κολλητό μου –καλά να πάθει που είναι στον κόσμο του, αλλά τι φταίνε τα καημένα τα γατάκια που μόλις χάσανε τη φουκαριάρα τη μάνα τους πάνω στη γέννα και τα παράτησε ο αχαΐρευτος ο πατέρας τους που έχει προβλήματα τζόγου και τον κυνηγάει η μαφία ντόπερμαν, που τους χρωστάει δεν ξέρω κι εγώ πόσα τσουβάλια κροκέτες;

Είδες που κι εσύ με πίστεψες; Έτσι λέγεται ένα ψέμα άκρως πιστευτό χωρίς περιττές υπερβολές.

 

Συντάκτης: Γιώργος Μαντάς
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη