Και σιγά μη σου το έκανε η ζωή εύκολο. Λες και δεν έφτανε που είναι σχεδόν αδύνατο να ερωτευτεί κανείς με τόση σαβούρα που υπάρχει εκεί έξω, όταν αυτό επιτέλους συμβεί, κάπως, κάτι, κάπου θα πάει να σου το χαλάσει έτσι για την πλάκα. Αν ο άλλος είναι όμορφος θα είναι μαλάκας, αν είναι καλός δε θα βλέπεται, αν βλέπεται θα υστεριάζει, κι αν δεν υστεριάζει τότε θα βγαίνει έξω με σηκωμένο γιακά. Α, ναι. Υπάρχει κι η περίπτωση να τα έχει όλα, σίγουρα. Μόνο που τότε είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα μένει σε άλλη πόλη.

Ζούσες λοιπόν ήρεμα, δουλειά-σπίτι-δουλειά-σπίτι-καφές-δουλειά-γυμναστήριο-σπίτι-ξενυχτάδικο-σπίτι-δουλειά, μέχρι που «τσακ!» σε λαβώνει το βέλος κάποιου ξενομερίτη και τα πράγματα αρχίζουν να περιπλέκονται. Εκεί που είχες το «βαριέμαι» και το «πού να τρέχουμε τώρα» καραμέλα, βρίσκεσαι στα ξαφνικά με την ψυχή γεμάτη ενέργεια και μια βαλίτσα σε ετοιμότητα, ανά πάσα στιγμή δίπλα στην πόρτα, μην τα φέρει έτσι η ζωή και χρειαστείς καμιά αγκαλιά στα καλά καθούμενα και δεν μπορείς να φύγεις μες στην άγρια νύχτα.

Επειδή αν ο έρωτάς σου μένει σε άλλη πόλη, ένα πράγμα μαθαίνεις πολύ καλά, να φεύγεις, να τρέχεις για να προλάβεις, ενίοτε και να πετάς. Να περιστρέφεται η καθημερινότητά σου γύρω από δρομολόγια αεροπορικών εταιριών, ΚΤΕΛ, να έχεις στο κινητό σου εφαρμογές που σου επιτρέπουν να κλείνεις εισιτήρια στο λεπτό και το αυτοκίνητό σου πάντα φουλαρισμένο για παν ενδεχόμενο. Εξαντλητικό, ναι, ίσως και «γιατί σε μένα», αλλά ποιος είπε πως δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και λιγάκι υπέροχο;

Θα το έχεις ζήσει κάποια στιγμή, δεν μπορεί· αν ο άνθρωπος που έτυχε να ερωτευτείς έμενε σε διπλανή πόλη, δούλευε σεζόν κάπου μακριούτσικα, ήταν νησιώτης, φαντάρος ή αθλητής, σπούδαζε, έκανε μεταπτυχιακό, ήταν σε αποστολή στο φεγγάρι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Και πού είναι το υπέροχο, θα μου πεις, που σου έχει βγει η ψυχή να πηγαινοέρχεσαι, που ξέχασες τι σημαίνει ξεκουράζομαι και κοντεύουν να σε διώξουν απ’ τη δουλειά έτσι όπως επιστρέφεις με την ψυχή στο στόμα και το βλέμμα χαμένο για μέρες κάθε που η πραγματικότητα σου θυμίζει πως έχεις υποχρεώσεις και λογαριασμούς να τρέχουν;

Έλα, μην γκρινιάζεις, ξέρεις πολύ καλά πού είναι η μαγεία στο όλο θέμα· πρώτον, όταν ο έρωτάς σου μένει σε άλλη πόλη έχεις όσο χρόνο χρειάζεται για να τον επιθυμήσεις, να τον λαχταρήσεις, να μη βαρεθείς και δεύτερον, συνειδητοποιείς με την ίδια σου την ψυχή πως μια πόλη γίνεται ολόκληρος ο κόσμος όταν κανείς αγαπάει έναν απ’ τους κατοίκους της. Ταλαιπωρείσαι έτσι όμορφα λοιπόν, ακριβώς επειδή αγαπάς. Έτσι μπράβο, αφού το ξέρεις και μόνος σου, τι με ρωτάς; Όλη η μαγεία κρύβεται στη λέξη «αγάπη».

Μαθαίνεις λοιπόν να βολεύεις τις υποχρεώσεις σου ασφυκτικά σε τεσσερισήμισι εργάσιμες, να πολυπραγμονείς για να καταφέρεις τα ακατόρθωτα και να ταξιδεύεις ξημερώματα για να μη χάσεις τη μέρα σας. Δεν έχει σημασία αν σε βρίσκει το πρωί με το μαύρο κύκλο μέχρι το γόνατο. Το μέσα σου μόνο κουρασμένο δε μοιάζει, άσε που έτσι όπως τα υπολόγισες θα χωθείς εγκαίρως στο κρεβάτι εκείνο που σε περιμένει και θα ξεγελάσεις γι’ ακόμα μια φορά το άυπνο πνεύμα σου πως όλη η ταλαιπωρία ήταν ένα όνειρο, πως ξύπνησες εκεί.

Στα ξαφνικά μαθαίνεις περιοχές της πόλης που δε θα επισκεπτόσουν ποτέ αν σουλατσάριζες σαν τουρίστας, μπαίνεις στο κλίμα της, μαθαίνεις τα κατατόπια της, τα καλύτερα μαγαζιά της, τη χαίρεσαι κι ανυπομονείς να επιστρέψεις για να τη ζήσεις λίγο ακόμα, αγκαλιά του ή αγκαλιά της. Περπατάτε μαζί στα στενά της και δημιουργείτε αναμνήσεις, συνδέεις τα μέρη της αποκλειστικά με τον άνθρωπό σου, δε χωράει πολλή γκρίνια ακριβώς επειδή είναι για λίγο, γενικά σε ανανεώνει, σας, για την ακρίβεια.

Αρχίζεις λοιπόν να αγαπάς ένα μέρος σαν να είναι το σπίτι σου, επειδή εκεί ζει κι αναπνέει το άτομο που σε έκανε να πιστεύεις πως σπίτι σου είναι εκεί που είναι η αγκαλιά του. Επιβεβαιώνεις τον κανόνα πως η βάση μας ορίζεται απ’ τους ανθρώπους μας και δεν υπάρχει πιο γλυκιά διαπίστωση από αυτήν. Ίσως τελικά δεν είναι τόση ταλαιπωρία αυτό το πηγαινέλα, ίσως γι’ αυτό ακριβώς είσαι εκεί. Επειδή όταν ο έρωτας πήγε να σου κάνει πλάκα, εσύ αποφάσισες να του δείξεις ποιος θα γελάσει τελευταίος.

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη