Πριν καμιά εικοσαριά χρόνια που ήμουν στο Δημοτικό, είχα μία δασκάλα η οποία ήταν λίγο –πώς να το πω, όχι δε θα τη χαρακτηρίσω σκύλα μαύρη.- Θα πω πως ήταν εντελώς ακατάλληλη γι’ αυτή τη δουλειά. Φώναζε και κατέκρινε ανθρωπάκια εφτά ετών.

Υπήρχε τότε κι ένα μάθημα στο οποίο εξωτερικεύαμε τις καλλιτεχνικές μας ανησυχίες, κατασκευάζοντας τις χειροτεχνίες του Καμπανέλλη. Εκείνες που έπρεπε να φτιάξεις κτίρια και ανθρώπους με μακαρόνια και όσπρια.

Ένα λάθος μου ήταν αρκετό για να συγκεντρώσω πάνω μου το επικριτικό της βλέμμα και τα χλευαστικά χαχανητά των συμμαθητών μου. Στο μικρό μου μυαλουδάκι, ένιωσα παντελώς άχρηστη που κόλλησα το μακαρόνι λίγο πιο έξω απ’ τη σχεδιασμένη γραμμή.

Αυτό ήταν. Δε χρειάστηκε παραπάνω για να δημιουργηθεί το πρώτο μου παιδικό τραύμα.

Μέχρι να τελειώσω το Δημοτικό προσευχόμουν να πάρει μετάθεση η δασκάλα. Παράλληλα, έγινα ένα πρώτης τάξεως ρομποτάκι για να μην ξαναγελάσει όλη η τάξη μαζί μου και ο Νικολάκης που ήταν ο πρώτος μου έρωτας.

Κάπως έτσι περνούσαν τα χρόνια, με την τελειομανία σφηνωμένη στο μυαλό μου. Φυσικά έκανα και συνεχίζω να κάνω λάθη, που όμως δεν παραδέχομαι ποτέ.

Τι μας διδάσκει η παραπάνω ιστορία;

Πως εμείς οι «αλάνθαστοι» δεν είμαστε απαραίτητα κι εγωιστές. Ούτε έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας.

Έχουμε, όμως, μία «εύθραυστη» πλευρά που παλεύουμε για να μη βγει προς τα έξω.

«Οχυρώσαμε» πολύ καλά τον εαυτό μας με επιχειρήματα, ώστε να πείθουμε τον απέναντι ότι τα λάθη δεν είναι δικά μας, χωρίς απαραίτητα να φταίει εκείνος. Βασικά, δεν ξέρουμε ποιος φταίει. Εμείς πάντως όχι.

Δε θέλουμε να δείτε πως είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι, για να μη γελάσετε μαζί μας. Για να μη μας αφήσετε όπως έκανε ο Νικολάκης τότε, που μετά απ’ αυτό το γεγονός αγάπησε την Κατερινούλα.

Κι όλα αυτά, για ένα καταραμένο μακαρόνι.

Δε θεωρούμε πως εσείς οι υπόλοιποι ανήκετε σ’ ένα κατώτερο είδος. Το θέμα είναι δικό μας, που προσπαθούμε συνέχεια για να φαινόμαστε τέλειοι στα μάτια σας.

Ο κόσμος μας μισεί. Μας θεωρεί ξεροκέφαλους υπερόπτες που δε ζητάμε ποτέ συγγνώμη. Γι’ αυτό το λόγο σπουδάσαμε, ενημερωθήκαμε και καταρτιστήκαμε. Για να μη χρειαστεί ποτέ να φτάσουμε να ξεστομίσουμε αυτή τη λεξούλα.

Κάνουμε τα πάντα ώστε να φανούμε υποδείγματα φίλου, συνεργάτη και συντρόφου, αλλά μαντέψτε, δε γίνεται.

Πριν μας κατακρίνετε περισσότερο, σκεφτείτε τι συμβαίνει στο κεφάλι μας. Πόσο κουραστικό είναι για εμάς να δείχνουμε ακέραιοι και τέλειοι.

«Στο δικό μας να δεις τι συμβαίνει, κάθε φορά που φταίτε και δε ζητάτε συγγνώμη» θα σκεφτείτε, κι εδώ που τα λέμε δε θα’ χετε κι άδικο.

Κάπου γύρω στα τριάντα, όπου συνέβησαν κοσμοιστορικές αλλαγές στη ζωή μου, συνειδητοποίησα πως δεν έχει νόημα να προσποιούμαι την αλάνθαστη. Και τι έγινε αν έσπασα κατά λάθος το ποτήρι;

Μίλησες άσχημα σε φίλο και παρεξηγήθηκε; Θα υποστείς τις συνέπειες των πράξεών σου και θα ζητήσεις και συγγνώμη.

Κάποτε σ’ένα καβγά που είχα με έναν πρώην κι αφού εννοείται ότι έφταιξα και δε ζήτησα συγγνώμη, γύρισε και μου είπε «Τι σόι άνθρωπος είσαι εσύ που δεν παραδέχεσαι τα λάθη σου;»

«Φοβισμένος» σκέφτηκα, αλλά αντ’ αυτού βρόντηξα την πόρτα κι έφυγα.

Αργότερα όμως κατάλαβα ότι κάποιες φορές πρέπει να παραμερίζω τον εγωιστή εαυτούλη μου και να ξεστομίζω αυτή τη λέξη, που ξέρεις τελικά διευκολύνει τις ανθρώπινες σχέσεις.

Αν υπήρξε και κανένα ορθογραφικό λάθος στο άρθρο, σχωρέστε με.

Ουδείς αλάνθαστος.

Συντάκτης: Μαίρη Βασιλοπούλου