Αναπολώ τον εαυτό μου κοντά στα δεκαοχτώ. Θεωρούσα πως ανοίγεται μια καινούργια ζωή μπροστά μου. Κέρδισα την ευτυχία μου, πίστευα. Επιτέλους ενηλικιώθηκα και πλέον κουμάντο θα έκανα και εγώ κι όχι οι γονείς μου. Όμως, στα αλήθεια, ποιος έκανε κουμάντο, αφού οτιδήποτε αφορούσε στην οικογένειά μου κέρδος είχα απόλυτα εγώ!

Δεν είχα τότε την καρδιά και το μυαλό μου ανοιχτό να δω τι θα πει να έχεις την τύχη να γεννηθείς μέσα σε μια οικογένεια που θα σου πρόσφερε όλα αυτά. Μεγαλώνω όμως και φτάνω στα εικοσιπέντε. Οι ευθύνες και τα βάρη με πνίγουν κι είμαι μόλις ένας άνθρωπος. Παθαίνω ίλιγγο στην ιδέα να έχω τέτοια ευθύνη και για κάποιον άλλον όταν φέρω στον κόσμο τα δικά μου παιδιά. Δε θα μπορούσα να τους δώσω όσα μου έδωσαν κι εγώ, η αχάριστη, δεν το καταλάβαινα τότε.

Αυτό δεν τους έκανε ποτέ να σταματήσουν να μου δίνουν παραπάνω από αυτό που είχαν τη δυνατότητα. Μπορεί να γκρίνιαζα ή να μην εκτιμούσα σωστά όσα έπαιρνα, αλλά εκείνοι έδιναν μέσα απ’ την καρδιά τους ό,τι καλύτερο και παραπάνω από αυτό που μπορούσαν, όπως κάνει κάθε γονιός.

Σίγουρα μου έλειψαν πράγματα. Όποιο παιδί κι αν ρωτήσεις αυτό θα σου πει. Όταν ενηλικιωθεί εκείνο το παιδί καταλαβαίνει, όμως, ότι μπορεί να μην πήρε όλα όσα ζήτησε, αλλά ήταν τόσα πολλά όσα του δόθηκαν χωρίς να τα ζητήσει και του δόθηκαν ανιδιοτελώς.

Αρχικά τίποτα δεν μπορεί συγκριθεί με το πρώτο δώρο, το δώρο της ίδιας της ζωής που σου έδωσαν οι γονείς σου με ανάλογο πόνο κι αρκετές δυνάμεις, που τους χρειάστηκαν. Είμαι σίγουρη ότι πήρες και τα παιχνιδάκια σου στην πορεία και τα δώρα σου, αλλά τα πραγματικά δώρα του γονιού προς το παιδί είναι οι αρετές που του χαρίζει.

Μεγάλο κομμάτι αυτού που είσαι οφείλεται σε αυτούς τους δύο που σε έφεραν στη ζωή. Σου δίδαξαν αρχές και πως αξία έχει να είσαι καλός άνθρωπος, να ξεχωρίζεις το σωστό από το λάθος και να υπερασπίζεσαι μόνο το δίκαιο. Να κρατάς στη ζωή σου μόνο τους «ανθρώπους», με την πραγματική σημασία της λέξης και να είσαι κι εσύ ένας τέτοιος∙ φιλάνθρωπος, δοτικός ειλικρινής, αγνός. Να απομακρύνεις εκείνους που δε θα σεβαστούν την προσωπικότητά σου και δε θα καταλάβουν ποιος είσαι. Κυρίως, όμως, να είσαι περήφανος όπως κι εκείνοι για όλα όσα είσαι, με τα θετικά και τα αρνητικά και να δείχνεις μόνο τον πραγματικό σου εαυτό.

Κάποτε, μου είχε πει η μητέρα μου: «Κοριτσάκι μου, εγώ σε είχα εννιά μήνες μέσα μου και μετά υπέφερα μέχρι να σε γεννήσω, σε παρακαλώ, μην αφήσεις κανέναν να σε διαλύσει σε μία στιγμή». Μόνη της αυτή η φράση δείχνει τη θυσία και την απόλυτη κι ειλικρινή αγάπη του γονιού προς το παιδί -και την ανιδιοτέλεια σε κάθε πράξη.

Μεγαλώνουμε και μόνο ευγνώμονες μπορούμε να είμαστε σε αυτούς τους ανθρώπους. Πλέον μπορούμε να καταλάβουμε όλα όσα μας έδωσαν και πόσο σημαντικά ήταν. Μας φαίνονται, τώρα πια, ανάξια κι ανούσια όλα εκείνα που ποθήσαμε, αλλά δεν πήραμε -κι όντως έτσι ήταν. Τίποτα υλικό δεν μπορεί να συγκριθεί με την αγάπη τους, που συνεχίζει και ρέει άφθονη ανεξάρτητα απ’ τις πράξεις μας.

Τέσσερα χέρια μας έφεραν στη ζωή, μας έδωσαν όλα όσα είχαν για να γίνουμε αυτό που είμαστε και θα είναι εκείνα που θα μας σηκώσουν όταν πέσουμε και θα μας στηρίξουν ό,τι κι αν γίνει. Πραγματικά, μόνο ευγνωμοσύνη για όλα τα ανεκτίμητα που πλέον καταλαβαίνουμε ότι μας χάρισαν.

Συντάκτης: Κυριακή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη