Κοίτα. Έχει μαζευτεί πολλή αταξία. Πρόβλημα παντού και φασαρία. Με τους έξω τα ‘χεις τακτοποιημένα. Με τους δικούς σου τι θα γίνει; Έχεις χάσει σημεία επαφής και πλέον είσαι βέβαιος, δεν ταιριάζεις.

Είπες να τους βάλεις κάτω, να μιλήσεις. Κουβέντες να κάνετε μικρές και ξέχωρες. Πλέον το κατάλαβες. Αυτοί δε σου ταιριάζουν. Δε συμβιβάζονται μα ούτε, βέβαια, έχουνε και λόγο. Σου λένε «άλλαξες» και ψάχνουνε αιτία. Αν πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει κάποια.

Κάποιοι πια δε σου τηλεφωνούνε. Κρατάνε στάση τυπική. Ώρα ν’ αλλάξει κι η δικιά σου. Αν δεν τους κάνεις, να το πουν αντρίκια. Άλλοι κόβουν επαφές μαχαίρι. Σε βγάζουν απ’ τον κόπο, αν το θες, να κόψεις πρώτος.

Οι άνθρωποι φεύγουν όταν αρχίζεις ν’ αγαπάς τον εαυτό σου περισσότερο απ’ αυτούς. Ή στο κέντρο ή πουθενά. Έπρεπε εξ’ αρχής να τους είχες βάλει περιγράμματα. Πατημασιές και χώματα να σου αφήνουν μόνο εκεί που πρέπει.

Στα περιγράμματα που δεν έβαλες, μπλεχτήκανε τα πράγματα. Διότι οι κόκκινες γραμμές ήταν διαφανείς και στο ενδιάμεσο μπλεγμένες. Μπουρδουκλώθηκε το μπούγιο και σου πέσανε στη μέση.

Ύστερα είναι που στεκόσουν σε σημείο λάθος κι εσύ. Στα πλάγια και ποτέ στο κέντρο. Πού να καταλάβουν για ποιον ήταν οι γραμμές; Μα στάσου. Γιατί φεύγουν; Εσύ δεν το εννόησες ποτέ να φύγουν. Μόνο χώρο ζήτησες να μπορείς σωστά εσύ κι όλοι οι άλλοι να κινείστε.

Κι αν, υποθετικά, μεγάλωσε το εγώ σου κι αν, ας πούμε, πως το όλο σου τ’ αγάπησες λιγάκι παραπάνω, τι το ‘θελαν και ‘φυγαν; Μετά κάθεσαι, ενοχικός και μόνος κι απολογείσαι. Μην απολογείσαι.

Άκου. Το κέντρο σου είναι για να μένει ιδιωτικό κι άθικτο. Άπαξ και το μάθουν, θα το διεκδικούνε όλοι. Κι εσύ, επειδή είσαι άνθρωπος, κάπου τελικώς θα το χαρίσεις. Κι αν το χαρίσεις ή έστω το δανείσεις για χρόνο ελάχιστο, θα δεις θα ‘ρθουνε κι άλλοι.

Και τώρα αγαπιέσαι. Γιατί είσαι όμορφος μα απ’ το κέντρο φαίνεσαι καλύτερα. Γι’ αυτό και τους βλέπεις κι έρχονται. Όσους βάζεις δίπλα σου, τους κάνεις -αυτόματα σχεδόν- ισάξιους με σένα. Τώρα που σ’ έχουνε κοντά, μπορούν και να διακρίνουν.

Αν σ’ αγαπούσες αρκετά κι αν σ’ είχες πάνω απ’ όλους, στο κέντρο σου δε θα επέλεγες να βάλεις άνθρωπο κανένα. Αυτό το βλέπουν και στο υπολογίζουν ως αδυναμία. Κι έστω τώρα, αργά που το κατάλαβες, τους βλέπεις καθέναν ξέχωρα να φεύγει.

Γιατί τους έκανες και πίστεψαν στη μονιμότητα. Και γιατί τους συνήθισες στην αυταπάτη. Πως ειν’ καλύτεροι κι άρα πιο ξεχωριστοί, γιατί παραβήκαν τις γραμμές σου. Γιατί σου μίλησαν υποτιμητικά κι εσύ δε μίλησες.

Κι αν είναι όντως έτσι, πρώτος θα έπρεπε να τους έδιωχνες εσύ. Πριν προλάβουν να σου πουν πως από επιλογή δική τους φεύγουν. Μόνος σου να τους έβγαζες απ’ τον κύκλο κι όλο το περίγραμμά του.

Με τον καιρό θα καταλάβουν. Ουδείς, στη βάση του, αναντικατάστατος. Κι εσύ θα μεγαλώνεις και θα σ’ αγαπάς περισσότερο κι απ’ το περιθώριο θα προστατεύεσαι. Κι ύστερα κοντά σου τόσο δε θα εμπιστεύεσαι κανέναν, γιατί έχεις μπει στο λάκκο.

Κι ούτε θα σε νοιάζει ποιος μένει και ποιος φεύγει, διότι εσύ μόνος σου θα είσαι αρκετός. Αρκετός. Αυτό υπογράμμισέ το και βάλτο και σε κύκλο.

Συντάκτης: Αναστασία Θεοφανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη