Κάτι σ’ έπιασε πάλι και θέλεις να μιλήσεις. Συζητάς μα δεν μπορείς. Έχει πολύ κόσμο και αποσπάει την προσοχή σου. Ύστερα, όλες οι συζητήσεις μοιάζουν ίδιες και δεν ακούς τίποτα ποτέ το διαφορετικό. Η ίδια επιφάνεια σε όλα, λες και δεν υπάρχει τίποτα άλλο να βρεις να συζητήσεις.

Η φασαρία τα φταίει. Σε τόσο χαμό, πού να τη βρεις την ησυχία; Θέλουν ηρεμία και χρόνο να γίνουν οι σκέψεις σου κουβέντες. Τα βράδια όμως είναι αλλιώς. Οι συζητήσεις είναι πιο όμορφες απ’ ότι την ημέρα. Η βουή του κόσμου δε σε επηρεάζει κι εσύ είσαι μόνος.

Άσε που τα πράγματα φαίνονταν πάντα αλλιώς στην ησυχία.  Πιο καθαρά, πιο άσπρα. Τέτοια διαύγεια κι αν προσπαθήσεις, δε θα τη βρεις στη μέρα. Το βλέπεις κι εσύ· πολύς ο χαμός, πολύ κι η φασαρία. Άκρη, δε θα βρεις ξημέρωμα.

Να κάτσεις ένα βράδυ καταμεσίς στο πάτωμα, να βρεις τις διαφορές σου. Να σηκώσεις το ακουστικό, να πάρεις ένα φίλο. Τότε ναι, κάτι θα βρεις. Να μείνεις εκεί στο στρώμα σου, να σε πιάσει να μιλήσεις. Ό,τι σκέφτεσαι. Τι σκέφτεσαι; Να τα πιάσεις όλα από το άλφα και να τα φτάσεις στο ωμέγα.

Να μιλήσεις πρώτα για έρωτες και για το τέλος, φιλοσοφία. Θα δεις πως δεν απέχουν, τελικώς, και πολύ αναμεταξύ τους. Να πεις και για τις προδοσίες σου κι όσα άλλα σε μαραίνουν. Να βρεις να πεις κάτι για τέχνες, για ιδέες και ιδεολογίες. Η νύχτα όχι μόνο τα χρειάζεται, αλλά και τα επιβάλλει κάτι τέτοια.

Να συζητάς το βράδυ. Σε ομορφαίνει. Πρώτα σε ηρεμεί, μετά σ’ ομορφαίνει. Αλλιώς ακούγονται τα ίδια πράγματα τη νύχτα. Οι αλήθειες, να ξέρεις, μόνο στα βαθιά σκοτάδια φαίνονται. Στο φως τυφλώνονται όλοι. Η νύχτα πάλι, σου δίνει προοπτική.

Δε θα βρεις φως, όπως το ξέρεις, στις συζητήσεις σου τη νύχτα, θα βρεις όμως προοπτική. Κι εκεί, διαλέγεις.  Τι θες; Θέλεις φως ή προοπτική; Είναι γλυκόπικρο να συζητάς τα βράδια. Φέρνει κι αυτή η προοπτική μια μελαγχολία. Προοπτική, όπως λέμε απολογισμός. Έχεις δει κανέναν να γίνεται μέρα-μεσημέρι;

Να συζητάς το βράδυ, σου δίνει ελπίδα. Και χρώμα σου δίνει, φτάνει να τ’ αφήσεις. Η ζωή φαίνεται πιο πολύχρωμη τα βράδια. Και φαίνεται και είναι. Δε σε κοιτούν και ονειρεύεσαι. Δε σε ακούν και δε φοβάσαι. Γι’ αυτό είναι ωραίες κάτι τέτοιες νυχτερινές συνομιλίες.

Ό,τι δε λύνεται τη μέρα, λύνεται το βράδυ. Ετούτο είναι βέβαιο και σχεδόν αποδεδειγμένο. Η νύχτα φέρνει απόσταση. Αποστασιοποίηση κι απόσταση. Κανείς δε σ’ ενοχλεί, κανένας δε σε βλέπει. Παίρνεις το χρόνο σου και τα ταξινομείς όλα ένα-ένα. Εν τέλει, λες πως τουλάχιστον έβγαλες μιαν άκρη. Κάπως τα συμμάζεψες.

Οι καλύτερες βραδινές συζητήσεις όμως, ίσως να σε βρουν και μόνο. Χωρίς φίλους και χωρίς παρέα. Να κάθεσαι μονάχος σε μιαν άκρη, με το βλέμμα σου χαμένο, κενό και γενικό κι εσένα να παραμιλάς ή και να γράφεις. Ίσως βέβαια, να μείνεις και σιωπηλός. Είναι κι η σιωπή συζήτηση.

Μα όπως και να ‘χει θα το δεις, πως το λυτρωτικό το βάλσαμο της νύχτας καμιά πρωινή κουβέντα δεν μπορεί να το αντικαταστήσει. Στη φασαρία των πολλών, ποια σου φωνή να ακουστεί; Τα καλά ξεσκαρταρίσματα γίνονται μοναχά τα βράδια. Αλλού πουθενά δε θα βρεις ούτε το θάρρος, ούτε και την ησυχία.

Συντάκτης: Αναστασία Θεοφανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Κεχαγιά