Με κοιτάς, σε κοιτώ. Σιωπή στο δωμάτιο, κανένας θόρυβος, καμιά ομιλία. Σταμάτησε ακόμη και το θρόισμα της κλαίουσας που ηχούσε τόσο όμορφα. Μόνο σιωπή. Λες κι όλα είναι με το μέρος σου, λες κι όλα θέλουν να συμβάλουν στο να πετύχεις τον σκοπό σου που εδώ κι ώρα με κοιτάζεις.

Μιλούν μόνο τα μάτια μας. Τα δικά σου συγκεντρωμένα και προσηλωμένα, τα δικά μου φοβισμένα κι αναστατωμένα στην προσπάθειά τους να δείξουν πως δε συμβαίνει τίποτα. Με κοιτάζεις τόσο βαθιά, τόσο έντονα και παράλληλα με έναν προβληματισμό, λες και θέλεις να λύσεις κανένα μυστήριο.

Αυτό που καταλαβαίνω εγώ είναι πως προσπαθείς να διαβάσεις μέσα απ’ τα μάτια μου το μυαλό μου. Τα κοιτάζεις με διαπεραστικό τρόπο, με μια απορία ασυνήθιστη, με μια χαριτωμένη αδιακρισία, με μια έντονη επιθυμία να μάθεις κάτι, να ανακαλύψεις πού πετά πάλι το μυαλό μου.

Σε παρακαλώ, μη. Μην το κάνεις αυτό, μην προσπαθήσεις να καταλάβεις τι σκέφτομαι, δε θα σου βγει σε καλό. Δε θα μας βγει σε καλό. Και προπάντων δεν ξέρω κατά πόσο θα εξακολουθείς να θέλεις να είμαστε μαζί αν μάθεις ποτέ όλα όσα έχω στο μυαλό μου, τι σκέφτομαι για σένα.

Εντάξει, για τη συγκεκριμένη στιγμή θα κάνω μια εξαίρεση, με κοιτάζεις τόσο αγαπησιάρικα που θέλω να σου ζουλήξω τα μάγουλα μέχρι αηδίας. Μου αρέσει όταν το κάνεις αυτό. Θα μιλήσω, όμως, για άλλες φορές. Είναι απ’ τη μία κάποιες στιγμές που θέλω να σου σπάσω τα μούτρα με όλη μου την ψυχή, βρε παιδάκι μου. Δεν ξέρω τι είναι αυτό πάνω σου που μου το προκαλεί αυτό. Ή μάλλον όχι, ξέρω. Είναι που καθόμαστε πολλά άτομα να φάμε και μου πειράζεις τα πόδια κάτω απ’ το τραπέζι, μην μπορώντας εγώ απ’ τη θέση μου να κάνω κάτι, γιατί θα καρφωθώ. Είναι που γελάς μαζί μου το πρωί μόλις ξυπνήσω και πειράζεις τα μάγουλα και τα χείλη μου. Α, και που μου στέλνεις μήνυμα και μου γράφεις το ουσιαστικό «αγκαλιά» με «-γγ». Και μου τι δίνει. Ναι, κάτι τέτοιες στιγμές είναι που μου έρχεται η ιδέα του να σε πνίξω συνοδευόμενη από ερωτήσεις του τύπου «τι κάνω εγώ με αυτόν;» ή «θα χωρίσω να ησυχάσω» και πάει λέγοντας.

Είναι κι απ’ την άλλη κάποιες άλλες στιγμές που όσο ρομαντικές και να είναι εμένα το μυαλό μου είναι αλλού. Μπορεί να με κρατάς αγκαλιά στον καναπέ και να μου χαϊδεύεις τα μαλλιά κι εγώ να σκέφτομαι τι θα φάω το βράδυ. Μεγάλος προβληματισμός! Μπορεί να μου αφιερώνεις ένα τραγούδι στην παραλία την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος κι εγώ να σκέφτομαι πού θα πάω το σαββατοκύριακο ή που η προσοχή μου να είναι στα κουνούπια γύρω μας που μας τσιμπάνε και θέλω να τα πυροβολήσω. Υπάρχουν, όμως κι οι φορές που δίνω σημασία στα λόγια του τραγουδιού που μου αφιερώνεις, μην ανησυχείς. Δε σου εγγυώμαι, όμως, εκατό τοις εκατό συγκέντρωση, ε μα πόση ώρα να βρίσκεσαι στο μυαλό μου, ας σκεφτώ και τίποτα άλλο.

Δεν είναι πως ο έρωτας σταμάτησε πλέον να υπάρχει, ούτε πως δε σ’ αγαπώ. Απλώς άνθρωπος είμαι κι εγώ, κάνω σκέψεις φυσιολογικές, σκέψεις που μπορεί να κάνεις κι εσύ, αλλά δε μου τις λες, σκέψεις που με κάνουν να χάνομαι για λίγο. Μην ψάχνεις άσκοπα να βρεις απαντήσεις κοιτάζοντάς με συνεχώς λες και κάνω κάτι λάθος.

Δε θέλω να σε αγχώνει που κάποτε το μυαλό μου πετάει κι είμαι στον κόσμο μου ή που κάποτε σε κοιτάζω θυμωμένα με την επιθυμία να σε σκοτώσω. Δε θα σε σκοτώσω ούτε θα σου ρίξω ποντικοφάρμακο στο ποτό. Αν κι είναι κι αυτή μια καλή ιδέα, δεν την είχα σκεφτεί ποτέ πριν. Είναι που σε αγαπάω και νιώθω έτσι μερικές φορές. Αν όχι, δε θα με ενδιέφερε, δε θα μου καιγόταν καρφί για ό, τι κάνεις, πόσον μάλλον να ήμασταν ακόμη μαζί.

Όπως και να ‘χει, συνέχισε εσύ να με θέλεις, έρωτά μου, συνέχισε να με αγαπάς.

Συντάκτης: Έλενα Παπαγεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη