Μεταξύ μας, το καλοκαίρι είναι κατεξοχήν η εποχή που οι τουρίστες κάνουν τη μαζική εμφάνισή τους. Σαν ξαφνική επιδημία ένα πράγμα. Τριγυρνούν στα σοκάκια μας χιλιάδες ξένοι με διαφορετικές γλώσσες και κουλτούρες. Με τεράστιους χάρτες τους βλέπεις προσπαθούν να βρουν τους σωστούς δρόμους μιας και να περιπλανούνται σε μέρη άγνωστα.

Πολλές όμως είναι κι οι φορές που κάνουν το μοιραίο λάθος. Να ζητήσουν δηλαδή οδηγίες απ’ τους ντόπιους. Εντάξει, βρε παιδί μου, μην είμαστε υπερβολικοί. Κάποιες φορές τους οδηγούμε στο σωστό προορισμό με οδηγίες κατατοπιστικότατες. Υπάρχουν όμως κι οι άλλες φορές. Παραδέξου το πως σε τρώει κι εσένα, κατά βάθος ξέρεις και ξέρω. Λάθος οδηγίες μήπως; Άκυρες τοποθεσίες; Νομίζω αρχίζεις να καταλαβαίνεις για ποιο πράγμα μιλάω.

Ε, ναι, λοιπόν, όλοι έστω και μία φορά στη ζωή μας –κάποιοι πολλές παραπάνω– έχουμε δώσει λάθος οδηγίες σε ανυποψίαστους τουρίστες. Αυτοί φταίνε, που μας εμπιστεύθηκαν. Τόσες εφαρμογές στο κινητό, GPS και χάρτες, εμάς βρήκαν, με το χαμένο βλέμμα; Άρα δική τους επιλογή, δική τους κι η ευθύνη -εντάξει και λίγες τύψεις δικές μας. Τι φταίμε δηλαδή αν με τις οδηγίες μας τους περάσαμε απ’ τα σύνορα; Λεπτομέρειες, ας πρόσεχαν τις ταμπέλες.

Ε, δεν είναι και δύσκολο να συμβεί μια παρανόηση. Κάτι η αλλαγή γλώσσας, λίγο η ζέστη κι η βιασύνη τους να φτάσουν στο μέρος που επιθυμούν, κάτι κι η δική μας έλλειψη προσανατολισμού,  πολύ θέλει να γίνει το μοιραίο λάθος; Πάλι καλά, δηλαδή, που συνήθως δεν τους ξαναβλέπουμε ποτέ. Ποιος ξέρει τι θα ακούγαμε.

Να, αυτό είναι ένα αρνητικό στοιχείο του καλοκαιριού. Κι είναι κι αναπόφευκτο γιατί οι τουρίστες πολλαπλασιάζονται μέρα με τη μέρα -και καλά να ‘ναι οι άνθρωποι να μας έρχονται. Αλλά όταν σου απευθύνονται τι να κάνεις; Την πάπια; Δεν είναι σωστό, μεγάλη αγένεια. Τώρα και να τους βγάλουμε στην πιο άκυρη τοποθεσία πάλι κι αυτό πολύ ευγενικό δεν το λες. Αλλά δε γίνεται επίτηδες.

Είναι ρίσκο το να δίνεις οδηγίες, αλλά δεν μπορείς να το αποφεύγεις πάντα. Άσε που ορισμένοι επισκέπτες είναι τόσο επίμονοι. Ακόμα κι αν τους λες ότι δε μιλάς καμία άλλη γλώσσα εκτός απ’ τη μητρική σου, εκείνοι εκεί, επιμένουν. Μέχρι και να τους ζωγραφίσεις τη διαδρομή με μαρκαδόρο θα σε βάλουν προκειμένου να τους πεις από πού και πώς να πάνε. Ε, μετά φταις εσύ που δεν τους οδηγείς σωστά; Αφού δεν είσαι καλός στη ζωγραφική.

Πολλοί δε θα το παραδεχτούν ούτε στον εαυτό  τους. Θα κοιμούνται τα βράδια ήσυχοι, πως βοήθησαν τους ξένους να φτάσουν σωστά στον προορισμό τους. Κάτι που σπάνια είναι αλήθεια. Όχι επειδή δεν το θέλουμε. Αλίμονο, εμείς θέλουμε να φτάσει ο καθένας εκεί όπου επιθυμεί κι όσο πιο γρήγορα γίνεται. Μπορεί να το χάνουμε εκεί, στους πιο σύντομους δρόμους, ή στη διαφορά γλώσσας, ή να μην είμαστε ακριβείς στις περιγραφές μας. Ποιος ξέρει. Άραγε, να έφτασαν ποτέ εκεί που ήθελαν;

Εμείς κρατάμε τις τύψεις μας και συνεχίζουμε με τους επόμενους άτυχους που θα μας εμπιστευθούν. Εξάλλου, συμβαίνουν αυτά, ακόμα κι αν μιλάμε την ίδια γλώσσα κι αν ο άλλος είναι ντόπιος και ξέρει τον τόπο. Άρα οι πιθανότητες δεν είναι μαζί μας. Άρα αθώοι. Ή μήπως όχι; Φέτος πόσους λέτε να στείλουμε αλλού;

Συντάκτης: Ειρήνη Κουκέλλη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη