Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Κατ’ επέκταση άβυσσος οι ανθρώπινες σχέσεις οι οποίες απαρτίζονται από τόσες διαφορετικές ψυχές. Πόσες όψεις έχει άραγε ένας εαυτός; Πόσες διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου εγώ κρύβουμε μέσα μας; Είναι όλες αληθινές; Μήπως κατά περιστάσεις -συνειδητά ή μη- μπορεί ακόμη και να υποκρινόμαστε ή να χάνουμε την προσωπική μας αλήθεια προσπαθώντας να προσαρμοστούμε ή να γίνουμε αρεστοί;

Έχεις παρατηρήσει πόσο διαφορετικά μπορείς να φερθείς ανάλογα με το ποιον έχεις απέναντί σου; Τοποθετώντας τη συμπεριφορά μας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο με βάση την αλληλεπίδραση ανθρώπων και συναισθημάτων ώστε να μην αναλωθούμε στο πόσο διαφορετικοί μπορούμε να γίνουμε ακόμη κι από άνθρωπο σε άνθρωπο μεμονωμένα, ας πάρουμε για παράδειγμα δύο διαφορετικές περιστάσεις. Φιλικό περιβάλλον κι έρωτας, λοιπόν.

Ως ένα σημείο είναι απόλυτα λογικό κι απαραίτητο οι συμπεριφορές μας να καθρεφτίζονται εντελώς διαφορετικά απέναντι στις παρέες μας κι αλλιώς όταν έχουμε κοντά μας το έτερον ήμισυ ή το wannabe έτερον ήμισυ. Προφανέστατα οι φίλοι μας όσο κι αν τους αγαπάμε δε μας δημιουργούν τα ίδια συναισθήματα με τον άνθρωπο που έχουμε ερωτευτεί, όπως εξίσου προφανέστατα δε μας βγαίνουν οι καφρίλες μπροστά στο αντικείμενο του πόθου μας με τον ίδιο τρόπο που άνετα θα κάναμε με την παρέα μας. Ως εδώ καλά.

Τι γίνεται όμως όταν αντί για διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου εαυτού εκδηλώνονται σε κάθε κατάσταση δύο σχεδόν αντίθετοι εαυτοί; Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσπαθώντας να μη δείξουν αδύναμοι μπροστά στα μάτια των φίλων πασχίζουν να διατηρήσουν το ακλόνητο -και καλά- προφίλ εκείνου που δεν ερωτεύεται, που θεωρεί την έκφραση συναισθημάτων αδυναμία και που ως πολύ σκληροί για να ερωτευτούν δε θα υπέπιπταν ποτέ σε υπερέκθεση συναισθημάτων.

Είναι εκείνοι οι οποίοι εύκολα θα «κράξουν» τον κολλητό ή την κολλητή γιατί ένα γκομενάκι, λέει, τον σέρνει ή τη σέρνει απ’ τη μύτη, εκείνοι οι οποίοι πρώτοι θα καταφύγουν στην καζούρα για όποιο μέλος της παρέας δηλώσει καψουρεμένο, εκείνοι οι ίδιοι που απέναντι σε έναν δυνατό έρωτα πρώτοι θα βάλουν την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια και θα χάσουν τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους.

Ωστόσο παρόμοιες αντιθέσεις δε συναντάμε μόνο σε ανθρώπους με τόσο ακραία ψυχολογικά συμπλέγματα. Ακόμη κι όσοι από εμάς θεωρούμε τους εαυτούς μας πιο ισορροπημένους δεν είναι απίθανο είτε από φόβο, είτε από δισταγμό είτε λόγω της ανάγκης μας να ταιριάξουμε στην παρέα να καταλήξαμε σε αντιφάσεις ανάμεσα σε φιλία κι έρωτα.

Όχι διαφορετικότητες. Αντιφάσεις. Ύπουλες αντιφάσεις που κρύβονται σε όσα «εγώ ποτέ δε θα έκανα για έναν έρωτα» ή «εγώ ποτέ δε θα έλεγα σε έναν έρωτα» ισχυριζόμαστε μπροστά σε φίλους, ενώ λίγες ώρες μετά αγκαλιά με το ταίρι μας μοιραζόμαστε αυτά τα «ποτέ» μας. Κι εγώ αναρωτιέμαι: Γιατί τόση δειλία απέναντι στο συναίσθημα; Αναρωτιέμαι κοιτώντας στον καθρέφτη ακόμη και τον ίδιο μου τον εαυτό. Όπως αναρωτιέμαι εξίσου έντονα και για την τάση όσων «φίλων» μας πασχίζουν να ενισχύσουν τον κάφρο μέσα μας αντί να χαρούν με τη χαρά του έρωτά μας.

Φυσικά, για να κλείσω το θέμα όπως το άρχισα, δε θα μπορούσε η στάση μας απέναντι σε παρέες κι έρωτα να είναι ίδια εκ των πραγμάτων. Πολύ απλά γιατί όσα νιώθουμε στην κάθε κατάσταση δεν είναι ίδια κι αυτό είναι κάτι στοιχειώδες κι αυτονόητο γι’ αυτό δε χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Πόσο μάλλον όταν ακόμη και τις ώρες που είμαστε μόνοι βλέπουμε στον καθρέφτη μας έναν εντελώς διαφορετικό εαυτό από όλους τους παραπάνω. Δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες, δεν είναι όλα τα συναισθήματα ίδια, δεν εκπέμπουν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο πράγμα, δε μας εμπνέουν όλοι με τον ίδιο τρόπο και τέλος κανείς δεν είναι εμείς οι ίδιοι.

Το θέμα είναι να μην καταλήγεις να γίνεσαι ψεύτικος για να μοιάσεις. Αν απλώς προσαρμόζεσαι όντας αληθινός δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε. Αν όμως πλάθεσαι για να μη διαφοροποιηθείς τότε πιθανότατα ή που κάτι μέσα σου κάποτε θα εκραγεί ή που θα καταλήξεις μόνος.  Κάπου εκεί, φίλε μου, θα κληθείς να επιλέξεις ανάμεσα στις ψεύτικες παρέες που άφηνες να σε πατρονάρουν και στον άνθρωπο τον οποίο πρόδιδες κατ’ εξακολούθηση με όλα εκείνα τα «ποτέ δεν» που βροντοφώναζες ότι δε θα έκανες για πάρτη του από φόβο στο όνομα μιας fake μαγκιάς.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη