“Not all those who wander are lost”. J.R.R.Tolkien

Από μικρή είχα πάντα μία τάση ψάχνοντας τον κόσμο μέσα μου να γνωρίζω και τον κόσμο γύρω μου. Το μυαλό μου δε στεκόταν εύκολα σε κάτι συγκεκριμένο, πόσο μάλλον όταν ένιωθα πως κάποιος με ανάγκαζε να κάνω το οτιδήποτε, και από τότε που με θυμάμαι ψαχνόμουν και «περιπλανιόμουν» νοερά σαν να μην υπήρχε αύριο. Δε φαντάστηκα ποτέ τον εαυτό μου πίσω από ένα γραφείο, μέσα σε κάποια αίθουσα ή σε οποιονδήποτε άλλον συγκεκριμένο, σταθερό χώρο ως επαγγελματία μιας απόλυτης ειδικότητας εντός στενών πλαισίων.

Όλοι ήξεραν από τότε που ήμουν παιδάκι ότι στα λευκώματα απαντούσα «ηθοποιός» στην ερώτηση «τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις».  Κι αυτή μου η ιδιοσυγκρασία μαζί με κάποια ψυχολογικά θέματα που όλοι κουβαλάμε, στάθηκε ευχή μου και κατάρα μου για τη μετέπειτα ή έστω για την ως τώρα πορεία μου.

Πολλοί με έκαναν μεγαλώνοντας να πιστεύω πως στόχο έχει μόνο ένας άνθρωπος, ο οποίος καταφέρνει να αυτοπροσδιοριστεί μέσα σε μια προκατασκευασμένη κοινωνία ως κάτι έγκριτο και πρακτικά πολύ συγκεκριμένο. Με έκαναν να νιώθω πως στόχος θεωρείται μόνο η επαγγελματική αποκατάσταση και μάλιστα με τον τρόπο που οι περισσότεροι την έχουμε στο μυαλό μας, μέσα από πεπατημένες, έστω και φαινομενικά «επιτυχημένων» επαγγελμάτων.

Η προσωπική ολοκλήρωση του καθενός έφτασε σε σημείο να ταυτίζεται με τη δουλειά και την οικογένεια, η ανεξαρτητοποίηση -πλασματική ωστόσο, μα δε βαριέσαι- απ’ το πόσα λεφτά βγάζει, η επιτυχία απ’ τη φύση του επαγγέλματος.

Ποιος μπορεί να ισχυριστεί εκεί έξω πως αισθάνεται ολοκληρωμένος άραγε; Όταν η ίδια η ζωή, μέσα σ’ όλα όσα είναι ή μπορεί να είναι, περιλαμβάνει μια διαρκή περιπλάνηση -έστω κι υποσυνείδητη- προς τη συνειδητοποίηση του εαυτού μας, αλλά και της προσωπικής, συνήθως «χαμένης» μας ευτυχίας, είναι αφελές να μιλάς για ολοκλήρωση σε οποιαδήποτε ηλικία. Πόσο μάλλον όταν συνηθίζεται οι περισσότεροι άνθρωποι να στέκονται σε όσα δεν έχουν, παρά σε όσα κατάφεραν ν’ αποκτήσουν.

Η ζωή μας προχωράει και στο μεταξύ, εγκλωβισμένοι στο γαϊτανάκι των «ώριμων» στόχων μας, ξεχνάμε αφηρημένες έννοιες, ψυχολογικές ανάγκες, συναισθήματα και πάσης φύσεως εμπειρίες. Άλλοι βουλιάζουμε κι άλλοι επαναπαυόμαστε στο τέλμα των πρακτικών μας στόχων, πολλοί απ’ τους οποίους δεν ήταν καν όντως δικοί μας. Με λίγα λόγια, παραγκωνίζουμε έναν ολόκληρο κόσμο μέσα μας, που αν δεν είχε επαναπαυτεί θα διψούσε για κάτι νέο, για περιπέτειες προς πάσα κατεύθυνση, για έντονες συγκινήσεις, για ερεθίσματα και κίνητρα πέρα απ’ τα συνηθισμένα, για ανανέωση και πρώτες φορές σε κάθε επίπεδο, για καινούργιες ιδέες και πάει λέγοντας.

Η ολοκλήρωση είναι πράγματι κάτι σχεδόν άπιαστο ακόμη για την ανθρώπινη φύση. Κι αν αυτή είναι δυνατόν κάποτε να επέλθει, τότε σίγουρα ο τρόπος δεν είναι το να παραμένει κανείς πακτωμένος σε μια κατάσταση θεωρώντας πως τα ανήσυχα πνεύματα δικαιολογούνται μόνο απ’ την «επιπολαιότητα» της εφηβείας.

Ταυτίσαμε την ενηλικίωση με τη σοβαροφάνεια και την αυτοπραγμάτωση με την πρακτικής φύσεως φιλοδοξία, θαρρείς κι οτιδήποτε έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεσή μας είναι δευτερεύον κι ανούσιο. Ταυτίσαμε τους στόχους και την ανεξαρτησία με τα λεφτά και ξεχάσαμε πως κάποια άυλα κομμάτια του εαυτού μας και του κόσμου μας είναι εξίσου σημαντικά προς επίτευξη μιας ζωής με όσο το δυνατόν λιγότερα απωθημένα.

Δεν είναι όλοι, όσοι περιπλανιούνται, χαμένοι λοιπόν. Η πνευματική τροφή απαιτεί πνευματική ανησυχία και κάποιοι εξελίσσονται ψάχνοντας διαρκώς κάτι νέο, κάτι διαφορετικό, μια νέα, ξεχωριστή εμπειρία, έναν ακόμη άνθρωπο να μοιραστούν ιστορίες, μια αλληλεπίδραση με κάποιον εντελώς διαφορετικό απ’ τους ίδιους. Μια ταύτιση με κάποιον παρ-όμοιό τους, ένα ταξίδι γεμάτο άγνωστες κουλτούρες, έναν έρωτα στα κόκκινα για να τους μάθει κάτι ακόμη για το μέσα τους, ένα συναισθηματικό ταρακούνημα για να παίξει με τα όριά τους, που έτσι μεγαλώνουν. Ένα ακόμη βιβλίο για να διευρύνουν τους προσωπικούς τους ορίζοντες, εναλλαγές ακόμη και στα πιο μικρά, ώστε η καθημερινότητά τους να μην περιοριστεί σε όσα οι άλλοι θεωρούν «δέοντα» και πάει λέγοντας.

Ακόμη κι αυτοί οι μη χειροπιαστοί στόχοι, λοιπόν, δεν παύουν να είναι στόχοι και χαίρουν σεβασμού ίσως ακόμη μεγαλύτερου από εκείνους που έχουν καθιερωθεί ως τέτοιοι λόγω κεκτημένης πλέον ταχύτητας. Διότι αυτοί οι στόχοι είναι ριψοκίνδυνοι. Αυτοί οι στόχοι, ακόμη κι όταν λίγο-λίγο κάθε μέρα επιτυγχάνονται, δεν αναγνωρίζονται απ’ τους πολλούς. Αυτοί οι στόχοι δεν αποδεικνύονται. Αυτοί οι στόχοι δε φαίνονται με μάτι «γυμνό» από κρίση κι αντίληψη, αλλά ακόμη περισσότερο «γυμνό» από φαντασία. Αυτοί οι στόχοι ίσως χαρακτηριστούν ακόμη και παιδιάστικοι. Αυτοί οι στόχοι θέλουν γερό στομάχι, ώστε να διεκδικήσουν μια θέση σ’ έναν κόσμο που τους απορρίπτει μόνο και μόνο λόγω ανάγκης για επιβίωση.

Ίσως θα ήταν καλύτερα την επόμενη φορά που θα συμπεράνουμε για έναν άνθρωπο ότι είχε στόχους στη ζωή του επειδή κατάφερε -και μπράβο του- κάτι χειροπιαστό, την ίδια στιγμή που θα καταδικάσουμε κάποιον άλλον, επειδή «ακόμη ψάχνεται σαν ρέμπελος», να το σκεφτούμε λίγο παραπάνω. Επίτευγμα δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται με βάση την ευκολία μας. Αλλά κι ό,τι μπορείς να διαπιστώσεις μιλώντας μ’ έναν άνθρωπο για το μυαλό, την ψυχή, την αντίληψη, την προσωπικότητα και τις εμπειρίες του.

Και καμιά φορά τα επιτεύγματα όσων φρόντισαν για την καλλιέργειά τους κι ας μη σταμάτησαν ακόμη να «ψάχνονται» ίσως αξίζουν ένα μπράβο παραπάνω, το οποίο δε θα πάρουν ποτέ ως αδικαιολόγητα απροσάρμοστοι.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου