Δε θα με ακούσεις συχνά να δίνω συμβουλές. Παθαίνω και μαθαίνω ή και όχι. Όπως όλοι μας ή οι περισσότεροι από εμάς. Θ’ αφήσω όμως εδώ απόψε δυο σκέψεις μου που δεν είναι καν δικές μου μα ως παθούσα τις οικειοποιούμαι και τους δίνω έμφαση. Μην αφήνεις να πέφτουν κάτω οι στιγμές. Μην παραβλέπεις όσα η στιγμή σου προσφέρει μιας και μόνο αυτή δίνει ό,τι δίνει. Για την επόμενη ποιος είδε – ποιος ξέρει. Άσε που σπανίως δίνουν οι στιγμές το ίδιο πράγμα δύο φορές.

Ξέχνα ότι ξεκίνησα δυο φράσεις με το αρνητικό μόριο «μην», δεν το συνηθίζω. Πολύ απόλυτο για τα γούστα μου. Αν θέλεις έχε στο νου σου όμως ένα και μόνο πράγμα. Τις κορυφώσεις των στιγμών σου. Κάποιες στιγμές ίσως περνούν αδιάφορα. Είναι όμως και κάποιες άλλες που θυμίζουν, φίλε μου, οργασμό αρκεί να τολμήσεις να τις φτάσεις στα άκρα. Είναι στιγμές όπως αυτή που ένας άνθρωπος, για σένα ο ένας, στέκεται κοντά σου και παραδέχεται πως σε θέλει. Παραδέχεται ότι όπως εσύ έτσι κι εκείνος δεν αντέχει άλλο και τότε είναι που οι συνέπειες δεν έχουν θέση πουθενά.

Τον έρωτα καλό είναι να τον «εκμεταλλεύεσαι» και να σπας τα όριά σου για να χωρέσεις στη δική του χωρίς όρια άβυσσο ακριβώς τη στιγμή που κοχλάζει λίγο πριν την έκρηξη. Γιατί αν δεν τον κάνεις εσύ να εκραγεί και τον αφήσεις να ξεθυμάνει περιμένοντάς σε να πάρεις μπρος, θα βρεθεί αργότερα κάποιος άλλος ν’ ανάψει πάλι μια νέα φωτιά για πάρτη του. Αν δεν κολλήσεις τον έρωτά σου στον τοίχο ακριβώς το δευτερόλεπτο εκείνο που σε κοιτάζει κατάματα φλεγόμενος από λαχτάρα η στιγμή δε θα είναι ποτέ πια η ίδια, η ένταση δε θα μπορεί να συγκριθεί αργότερα κι αν ακόμη σου δοθεί η σπάνια δεύτερη ευκαιρία θα νιώσεις τόσο χαωμένος που η μαγεία της αρχής θα θυσιαστεί από τα ίδια σου τα χέρια στη μνήμη όσων κάποτε δεν τόλμησες.

Στα «δεν αντέχω άλλο» κρύβεται όλη η ηδονή του αμοιβαίου τώρα που γίνεται πράξη για να απογειώσει και τους δυο. Όταν ο έρωτας δεν αντέχει άλλο είναι εκεί για σένα παραδομένος κι ανήμερος, άγριος κι υποταγμένος, προσωποποιημένος οργασμός. Αν σβήσεις τη φωτιά του με φόβο, θα γίνει η κατάρα του ανολοκλήρωτου που θα σε κυνηγάει για όσο. Συνήθως αυτό το όσο κρατάει πολύ. Μα η στιγμή πίσω δε γυρνάει, όχι η ίδια, όχι η τόσο κατάλληλη. Κι ας τρώγεσαι νύχτα μέρα σκεπτόμενος πόσο ακυρωτικά φέρθηκες απέναντι στην ίδια τη μαγεία. Κι ας εύχεσαι όσο τίποτε να γίνει το τότε τώρα ξανά για ν’ αρπάξεις από τα μαλλιά όσα φοβήθηκες. Τον άφησες να φύγει κι αυτός σπάνια συγχωρεί. Γι’ αυτό ακόμη κι αν επιστρέψει πιθανότατα δε θα είναι ο ίδιος.

Όταν οι θνησιγενείς κατά τα άλλα στιγμές μας ξεμυτίζουν προκαλώντας μας να τους δώσουμε ζωή εμείς οι ίδιοι μέσα από την αιωνιότητα που έστω πλασματικά χαρίζει ο έρωτας, ακόμη κι έγκλημα θα μπορούσα να χαρακτηρίσω το να γυρίσει κανείς την πλάτη του σε κάτι που συμβαίνει απολύτως ταυτόχρονα θυμίζοντας νομοτέλεια. Οι ισορροπίες του σύμπαντος ταράζονται κάθε που ένας έρωτας αμοιβαίος και ταυτόχρονος αυτοκτονεί.

Αν δεν έχεις τα κότσια να ερωτευτείς στην πράξη εδώ και τώρα, ό,τι σε τρώει το θρέφεις εσύ. Δηλώνεις ερωτευμένος μ’ εκείνον, εκείνη ή τον ίδιο τον έρωτα και χάνεσαι μέσα σε θεωρίες και φιλοσοφίες για να λες ότι νιώθεις κάτι ή για να νιώθεις ότι ζεις. Ο έρωτας όμως δεν είναι θεωρητικό μάθημα. Ή τον ζεις ή σε κατασπαράζει. Ο έρωτας είναι η πιο απαιτητική παράνοια, η πιο παρανοϊκή διαύγεια, η πιο συγκρουσιακή αλήθεια η πιο δραστική, επίπονη, ανισόρροπη πραγματικότητα και ζει στο τώρα σου. Άρπαξέ τον ή χάσε τον. Μα με δική σου ευθύνη.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή