Λοιπόν, άκου να δεις για να τελειώνουμε. Δε με νοιάζει πόσο καιρό έχω να σε δω ούτε από πότε έχουμε να τα πούμε οι δυο μας. Ο χρόνος γίνεται ακόμη πιο σχετικός απ’ τη στιγμή που κάποτε μοιράστηκες εικόνες γεμάτες συναισθήματα με κάποιον κι έχτισες μαζί του τόσο έντονες αναμνήσεις. Ας κράτησαν όσο μια εξομολόγηση ή και περισσότερο, δεν έχει σημασία.

Παρελθόν, παρόν και μέλλον συναντιούνται συχνά είτε στην κυριολεξία είτε στη φαντασία σου που καλπάζει. Συνήθως ισχύει το δεύτερο. Όχι μόνο τις νύχτες που ακούς να σου λένε ότι κατά τη διάρκειά τους όλα μεγεθύνονται. Δεν έχουν ωράρια οι σκέψεις σε αυτές τις περιπτώσεις. Ενίοτε βαράνε αδίστακτα κι απλήρωτες υπερωρίες. Γι’ αυτό σου λέω. Δε με νοιάζει πόσα χρόνια πέρασαν, ούτε πόσα πρόκειται να περάσουν, ούτε ακόμη κι αν δε σε ξαναδώ ποτέ. Ξέρω πως όσα νιώθω για σένα μόνο φιλικά δε θα καταφέρω να τα βαφτίσω κι ας μην ξαναβρεθούμε ούτε τυχαία.

Δεν έχει σημασία ο καιρός. Λένε ότι γιατρεύει και σβήνει πληγές. Λένε ότι κάνει θαύματα. Μη σε παραμυθιάζουν, όμως, δεν ισχύει πάντα αυτό. Όταν μιλάμε για τον έρωτα να κρατάς μικρό καλάθι κάθε φορά που ακούς παρηγοριές τέτοιου τύπου. Ναι, η λαχτάρα μειώνεται στο πέρασμα του χρόνου. Ναι, παύεις να καίγεσαι για κάποιον όταν ξεθωριάζουν τα φιλιά, τα χάδια κι οι αγκαλιές του απ’ το κορμί σου. Ίσως ακόμη και να πιστέψεις ότι τον έχεις ξεπεράσει αφού τα μάτια του δε σε υπνωτίζουν κάθε τόσο ούτε το χαμόγελό του μπορεί πια να ασκήσει πάνω σου την ίδια δύναμη όπως όταν το άφηνε ανεξέλεγκτο μπροστά στα δικά σου μάτια. Η φωνή του αρχίζει κι αλλοιώνεται καθώς αναρωτιέσαι πώς ακριβώς ήταν η χροιά της τότε που σε ανατρίχιαζε προσπαθώντας να επαναφέρεις την ίδια αίσθηση που είχες όταν πρόφερε το όνομά σου ή ψιθύριζε δίπλα στο αφτί σου κι εσύ έλιωνες. Όντως δεν είναι όλα τόσο έντονα όταν μένουν χρόνια πίσω. Αυτό δε σημαίνει ότι τα συναισθήματά σου έπαψαν εντελώς να υπάρχουν ούτε πως μετατράπηκαν ως δια μαγείας σε κάτι φιλικό.

Δε σε έζησα όσο θα ήθελα και δε με νοιάζει πλέον αν ισχύει το ίδιο για σένα ή όχι. Αυτό, λοιπόν, είναι που αχρηστεύει την –και καλά– θεραπευτική δράση του χρόνου, όμως. Ξέρεις, τα μισά κι ανέσωτα λόγια, τα βιαστικά κι αγχωμένα χάδια, η τελεία που πάντα έσερνε μαζί της άλλες δυο για παρέα πίσω από καθετί το οποίο μας αφορούσε. Σου τα έχω ξαναπεί, εξάλλου. Έμμεσα. Κάτι στο οποίο με βοήθησε ο χρόνος ήταν στο να δω τα πράγματα πιο ψύχραιμα, ώστε πλέον να μη με νοιάζει τόσο ούτε τι έφταιξε ούτε γιατί εμείς οι δύο δεν κάναμε ούτε μαζί ούτε χώρια.

Πλέον δε σε σκέφτομαι κάθε δευτερόλεπτο που περνάει, χρειάζομαι μια αφορμή για να το κάνω. Όμως αφορμές δε θα σταματήσουν να υπάρχουν κι εκεί είναι το θέμα. Ίσως πιο σπάνια. Μα θα υπάρχουν. Δε με νοιάζει αν έπαιξες γιατί κι εγώ με τον τρόπο μου το έκανα και ξέρουμε κι οι δυο ότι στον έρωτα δεν είμαστε τα πιο καλά παιδιά. Δε με καίει όπως με έκαιγε το αν θα επιστρέψεις για ένα βράδυ ή για μερικά ακόμη, όπως συνήθιζες να κάνεις ούτε αν σήμαινα κάτι για σένα έστω και για ένα δέκατο του δευτερολέπτου. Εκεί, ναι, ο χρόνος έκανε δουλειά.

Μην μπερδεύεσαι όμως. Το ότι κάποτε τρελαινόμουν και τώρα όχι, δε σημαίνει ότι πλέον σε βλέπω φιλικά. Η έλξη δεν παύει να καίει αν δεν τη σβήσεις κάποτε ολοσχερώς. Κι εμείς ποτέ δε σβήσαμε ολοσχερώς τίποτε μεταξύ μας, γιατί ποτέ δεν τολμήσαμε ούτε να καούμε μέχρι τέλους. Γι’ αυτό όχι. Προσωπικά δεν έχω –ούτε θα έχω, νομίζω, ποτέ– αισθήματα για σένα φιλικά, που λέει κι ο στίχος.

Ξέρω ότι αν τύχαινε κάπου να σε πετύχω, ένα μικρό ανεξήγητο κάτι μέσα μου θα σκιρτούσε ακόμη κι ας κατάφερνα τώρα πια να το καταπιώ. Ξέρω πως αν μου έστελνες ποτέ το οτιδήποτε, η καρδιά μου θα χτυπούσε λίγο πιο έντονα στη θέα του ονόματός σου έστω κι από κεκτημένη ταχύτητα. Ακόμη θα ήθελα να είμαι κομμάτι της ζωής σου, μα πλέον ίσως να μπορώ να εκτιμήσω το ότι έστω υπήρξα κάποτε.

Και ξέρεις και κάτι άλλο; Δε θα βάλω ποτέ το χέρι μου στη φωτιά γι’ αυτό που πρόκειται να πω, αλλά όλοι μου λένε ότι έχω γαμάτο ένστικτο. Αν το ακούσω, λοιπόν, τότε βαθιά μέσα μου ξέρω ανεξήγητα πως ούτε εσύ θα καταφέρεις ποτέ να με βαφτίσεις αδιάφορη ή μια απλή γνωστή σου. Κι ας μη μιλάμε. Κι ας μην ξαναμιλήσουμε ποτέ. Κι ας μη δίνουμε σημεία ζωής. Νομίζω καταλαβαίνεις τι εννοώ. Όχι;

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη