Θα τολμήσω κάπου εδώ να σου κάνω μια ερώτηση κλισέ, μα κατά βάθος πολύπλοκη και σπανίως ειλικρινά απαντημένη. Σε αγαπάς;  Πριν βιαστείς να δώσεις οποιαδήποτε απάντηση με βάση τις ανασφάλειες ή την ανεπτυγμένη αυτοπεποίθησή σου, σκέψου προηγουμένως αν όντως σε ξέρεις σε βαθμό που να δικαιολογεί οποιοδήποτε έστω και προς το παρόν κατασταλαγμένο συναίσθημα απέναντι στον εαυτό σου.

Ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν είναι μόνο εκείνος ο οποίος δεν έχει –ή έτσι ισχυρίζεται- ανάγκη κανέναν στη ζωή του. Πολύ περισσότερο ολοκληρωμένος μπορεί να δηλώνει εκείνος ο οποίος είναι σε θέση να γνωρίζει τα καλά του, τα στραβά του, τις αδυναμίες και τις ανάγκες του δίχως να εθελοτυφλεί απέναντί τους από ανασφάλεια. Διότι αυτός ο άνθρωπος αν το καλοσκεφτείς είτε έχει όντως φτάσει σε σημείο να αντιμετωπίζει επαρκώς τα θέματά του μόνος του είτε έχει την πρόθεση και τη διάθεση να το παλέψει.

Αν στο τέλος της ημέρας έχει καταφέρει να πετύχει το πιο παραμελημένο στοιχειώδες, όντας ουσιαστικά αυτόνομος κι ανεξάρτητος άνθρωπος –πάνω απ’ όλα ψυχολογικά– τότε θα μπορεί να νιώθει τυχερός για κάτι το οποίο με βάση τις δικές μου εμπειρίες οι περισσότεροι παλεύουν χρόνια για να πετύχουν. Η ψυχολογική ανεξαρτησία είναι απ’ τα πιο παραμελημένα ωστόσο πολύ σοβαρά ζητήματα στις διαπροσωπικές κι όχι μόνο σχέσεις.

Οι άνθρωποι, καλώς ή κακώς, –άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο εκτός εξαιρέσεων σε μεγάλες ή μικρότερες δόσεις– αποζητούμε και χρειαζόμαστε την παρουσία άλλων ανθρώπων στις ζωές μας. Κάτι το οποίο είναι φυσιολογικό κι υγιές, αρκεί να μη χρησιμοποιείται η ανάγκη μας αυτή ως δικαιολογία ώστε να μεταχειριζόμαστε δικούς μας ανθρώπους ως δεκανίκια. Είναι ύπουλος ο τρόπος με τον οποίο μπορεί ένας άνθρωπος να βρεθεί δεμένος συναισθηματικά με άλλους ανθρώπους ανεξαρτήτου ιδιότητας κατά τη διάρκεια της ζωής του σε σημείο που να πιστεύει πως ίσως και να μην μπορούσε καν να ορθοποδήσει αν δεν υπήρχαν εκείνοι.

Στην πραγματικότητα σχεδόν όλοι μας λίγο-πολύ παραδεχόμενοι έστω κι υποσυνείδητα κάτι τέτοιο υποτιμούμε τους εαυτούς μας αντί να τους αντιμετωπίσουμε ντόμπρα και παλικαρίσια. Είναι πιο εύκολο, βλέπεις, να εναποθέτεις τις ευθύνες των επιλογών σου αλλού ή να μεταφέρεις την ευθύνη λήψης αποφάσεων σε κάποιον τρίτο, έστω κι αν αυτό σε περιορίζει σε βαθμό κακουργήματος απ’ το να φτάσεις να πάρεις επιτέλους τη ζωή σου στα χέρια σου. Μια μορφή επανάπαυσης κι ίσως απ’ τις πιο ύπουλες είναι η ανάγκη του ανθρώπου για στήριγμα, παρηγοριά, κατανόηση. Ως έναν βαθμό φυσικά όλα τα παραπάνω είναι όχι απλώς αποδεκτά, αλλά ίσως κι απαραίτητα για μια υγιή ψυχολογική πορεία κι εξέλιξη.

Άλλο είναι, όμως, να μη θέλεις να είσαι πεισματικά αντικοινωνικός κι άλλο οι φόβοι σου να σε έχουν εγκλωβίσει στην ιδέα ότι δίχως την παρουσία ή την επιβεβαίωση κάποιων ανθρώπων δε θα κατάφερνες να πορευτείς στη ζωή σου με ασφάλεια. Πιο παραπλανητικός σύμβουλος απ’ τον φόβο, που έτσι κι αλλιώς πάντα κυβερνά κόσμους ολόκληρους δεν υπάρχει.

Μέχρι μία ηλικία εξαρτόμαστε απ’ τους γονείς. Πρότυπα ή σύμβολα εκφοβισμού οι ίδιοι –πολλές φορές συνδυάζοντας και τα δυο– καταφέρνουν να σημαδέψουν τις ψυχές μας με διάφορες ιδέες εκ των οποίων ζήτημα είναι αν έστω κι οι μισές αποτελούν όντως σκέψεις ή επιθυμίες αμιγώς δικές μας.

Μεγαλώνοντας προστίθενται οι παρέες, οι σύντροφοι, οι συνεργάτες και πάει λέγοντας στο, θαρρείς, ατελείωτο γαϊτανάκι της επιβεβαίωσης για την οποία διψάμε ο καθένας μας με τον δικό του τρόπο. Η μοναξιά είναι βάρβαρη κατάσταση, γι’ αυτό κατά την άποψή μου δε χωράει αμφιβολία. Εξάλλου ακόμη και για τους πιο εσωστρεφείς εξ ημών –όπως εγώ– είναι συνήθως ξεκάθαρη η διαφορά μεταξύ ανάγκης για μοναχικότητα που ώρες-ώρες μας βαράει στο δόξα πατρί και μιας στυγνής μοναξιάς που δεν έχουμε καν επιλέξει.

Αδιαμφισβήτητα είναι πολύτιμο δώρο η παρουσία πραγματικά αγαπημένων σου ανθρώπων στη ζωή σου. Δώρο για το οποίο πολλοί θα σε ζήλευαν. Είναι θεμιτό, επιθυμητό και σε στιγμές επιβάλλεται να έχουμε όλοι έναν άνθρωπο που να νιώθουμε κοντά μας ώστε να είμαστε σε θέση όποτε προθυμοποιείται να μας βοηθήσει να τον αφήνουμε χωρίς ψωροπερηφάνιες κι εγωισμούς.

Δεν είμαστε υπεράνθρωποι. Θα έρθουν στιγμές που θα λυγίσουμε, θα τρομάξουμε, θα οπισθοχωρήσουμε, θα σταθούμε καχύποπτοι απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό, θα δειλιάσουμε ή για όλα τα παραπάνω κι αλλά τόσα θα αισθανθούμε τη ματαιότητα να μας χτυπάει αλύπητα την πόρτα. Σε αυτές, λοιπόν, τις στιγμές ποτέ δεν έβλαψε κανέναν μια μικρή χείρα βοηθείας με ώθηση προς το ψυχολογικό ντοπάρισμα που οδηγεί στην πίστη προς τον εαυτό.

Είναι βάρβαρο να νιώθεις μόνος ακόμη κι αν υποσυνείδητα ήδη γνωρίζεις ότι στην πράξη είσαι αυτό ακριβώς: μόνος. Τις δύσκολες καταστάσεις που συναντάμε, τα διλήμματα απέναντι στα οποίο βρισκόμαστε, οι μεταβατικές μας περίοδοι κι ό,τι άλλο μας προβληματίζει κατά καιρούς δεν είναι αντικείμενα για κλάψα και παράπονο. Είναι θέματα πρώτα και πάνω απ’ όλα δικά μας και στο τέλος της μέρας ή της συνολικής διαδρομής μας θα έρθει η στιγμή που για όλα τα παραπάνω θα αξιολογηθούμε απ’ την ίδια μας τη ζωή και την τροπή που θα έχει πάρει.

Όλα είναι επιλογές που καλούμαστε να πάρουμε μόνοι μας στο τέλος της ημέρας, όπως μόνοι μας αναλαμβάνουμε τις ευθύνες της ίδιας μας της ζωής, αλλιώς δε θα πάψουμε ποτέ να λειτουργούμε ως έρμαια φαινομενικά εξωτερικών παραγόντων.  Γιατί τελικά όσοι κι αν βρεθούν να σου κρατήσουν το χέρι στη διαδρομή –κι όσο κι αν αυτό το έχουμε όλοι ανάγκη– το χέρι δεν παύει να είναι δικό σου, αν με πιάνεις.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη