Νευρικός και γεννιέσαι και γίνεσαι. Και –προφανέστατα– δε φταις ποτέ εσύ που νευριάζεις, αλλά πάντα οι υπόλοιποι που έχουν βαλθεί να διαταράξουν το νευρικό σου σύστημα. Με κάποιους θα μπορούσες να βάλεις το χέρι σου στη φωτιά ότι το κάνουν επίτηδες, ότι έχουν βρει τα κουμπιά σου και τα χρησιμοποιούν προς δική τους ικανοποίηση. Κάποιοι πάλι, δεν το επιδιώκουν –και γι’ αυτό μπορείς να είσαι σίγουρος–, αλλά άθελά τους μπορούν κι αυτοί με τις πράξεις τους να σε φτάσουν ώρες-ώρες στα όριά σου.

Τα νεύρα είναι κατάσταση αναπόφευκτη. Σε άλλους πιο συχνή, σε άλλους με σπανιότερες εκδηλώσεις. Ορισμένες φορές δικαιολογημένα κι άλλες χωρίς κανέναν λόγο και αιτία, έτσι επειδή ξύπνησες στραβά κι η από πάνω έβαλε σκούπα την ώρα που ήσουν έτοιμος να ξανακοιμηθείς. Η ουσία, λοιπόν, δεν είναι να μη νευριάζεις, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μπορείς να το διαχειριστείς. Αυτό ακριβώς είναι που διαφοροποιεί χαρακτήρα από χαρακτήρα κι όχι απλώς ο βαθμός ανοχής τους σε διαφορετικές καταστάσεις.

Δύο κατηγορίες έχω συναντήσει κι όσο κι αν διαφοροποιούνται μεμονωμένα άτομα, σίγουρα υπάγονται σε κάποια απ’ αυτές. Η πρώτη: όλοι εκείνοι που θα τους νευριάσεις και την αμέσως επόμενη στιγμή είσαι ήδη προετοιμασμένος ότι θα ξεσπάσει πόλεμος. Έχεις ήδη έτοιμες ατάκες για να ανταπαντήσεις, έχεις ήδη σκεφτεί την έκβαση της λογομαχίας. Αν αυτό θα γίνει σε τέτοια ένταση που θα σας ακούσει όλη η γειτονιά ή σε δήθεν «ήπιους τόνους» με μορφή διαλόγου-καβγά, λίγη σημασία έχει. Οι άνθρωποι αυτοί υπακούουν στο νόμο του Νεύτωνα: μετά από κάθε δράση έπεται και μία αντίδραση.

Η δεύτερη κατηγορία ανθρώπων είναι εκείνοι που δε θα το κάνουν θέμα, θα αρκεστούν σε δύο και μόνο λέξεις: «δεν πειράζει» λήγοντας τη συζήτηση εκεί. Μόνο που μέσα τους δεν το κάνουν απλώς επειδή σε συγχώρησαν δε θέλουν να δώσουν περαιτέρω διάσταση. Ή ακόμα κι αν αυτό ισχύει, μέσα τους πάντα κάτι έχει απομείνει. «Στο κρατάνε», θα έλεγες κατά κάποιον τρόπο. Στο κρατάνε για να μπορέσουν να το χρησιμοποιήσουν την κατάλληλη στιγμή, τότε που σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί θα ξεσπάσουν και για να καταγράψεις όλα όσα έχουν να σου προσάψουν ότι τους έχουν πειράξει, θα χρειαστείς σίγουρα μπλοκάκι.

Τώρα, λοιπόν, που σας διακρίναμε, να εξηγηθούμε, για να μην παρεξηγηθούμε. Δε θα δεχτούμε καμία παρατήρηση ετεροχρονισμένα. Ό,τι θες, θα το λες τη στιγμή που γίνεται. Ό,τι σε πειράζει, θα το φωνάζεις, θα διεκδικείς το δίκιο σου. Μη γίνεσαι μια μηχανή που μαζεύει, που σωρεύει παραπτώματα και λάθη για να τα χτυπήσει όλα μια στιγμή μαζεμένα.

Ετεροχρονισμένα, δεν είμαστε διατεθειμένοι να αναγνωρίσουμε κανένα λάθος μας. Ξέρεις, από ‘κείνα που ξεκινάς και λες «Τις προάλλες που είχες βγει και μετά με ξέχασες και δε με πήρες ούτε ένα τηλέφωνο κι εγώ περίμενα, Θυμάσαι που δε σου είπα τίποτα; Ξέρεις πόσο στεναχωρήθηκα τότε;»

Όχι, δε θυμόμαστε. Ας μας το είχες πει, ποιος σε εμπόδισε; Τα προβλήματα είναι για να λύνονται ένα-ένα. Μόνο έτσι ό,τι περνάει κι ό,τι συγχωρείς, θα είσαι πλέον ικανός να μην το ξαναναφέρεις ποτέ. Είμαστε εδώ, διαθέσιμοι να ακούσουμε κάθε σου πρόβλημα, να λύσουμε κάθε παρεξήγηση, να δώσουμε εξηγήσεις, να απολογηθούμε και να ζητήσουμε συγγνώμη, χωρίς να φοβηθούμε καθόλου τη βαρύτητα της λέξης.

Το να ξέρουμε, όμως, ότι μας τα κρατάς μαζεμένα και μπροστά μας δείχνεις δήθεν μια χαρά, δε σε ανεβάζει στα μάτια μας. Δε σε κάνει πιο αξιοπρεπή το γεγονός ότι δεν έριξες το επίπεδο. Εξάλλου κι ένας διάλογος-καβγάς μπορεί να είναι ιδιαίτερα πολιτισμένος.

Να μιλάς. Να μιλάς τη στιγμή που πρέπει. Αλλιώς, απ’ τη στιγμή που ισχυρίζεσαι ότι μπορείς να παραβλέπεις πράγματα που σε πειράζουν και να μην τα αναφέρεις, να αποκτήσεις και τη δύναμη να τα ξεχνάς.

Ετεροχρονισμένα, δεν είμαι εδώ για να σ’ ακούσω.

Συντάκτης: Βασιλική Γ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη