Σκέφτεσαι τις λέξεις που θα ήθελες να πεις, αλλά δεν το έκανες. Τις σκέψεις που θα ήθελες να μοιραστείς, αλλά φοβήθηκες. Αυτά που θα μπορούσες να είχες πει. Εύχεσαι οι σκέψεις να ήταν τόσο ξεκάθαρες όσο το ότι είσαι εδώ τώρα. Γιατί τώρα ξέρεις πού βρίσκεσαι.

Παρ’ όλα αυτά που έμειναν ανείπωτα κι άλλα τόσα που χάρισες εσύ στη σιωπή ξέρεις πού βρίσκεσαι πια. Το μυαλό σου, όμως, είναι κάπου αλλού. Αναρωτιέσαι αν ήταν το ίδιο αληθινό και για τους δυο σας. Θέλεις να επιβεβαιώσεις πως ναι, φωναχτά και να σπάσεις αυτό τον φαύλο κύκλο της σιωπής και μετά να κάνεις ένα βήμα πίσω. Να σταθείς λίγο πιο έξω από ό,τι σε περιβάλλει και να ρίξεις μια ματιά. Όσο πιο μακριά στέκεσαι τόσο περισσότερα βλέπεις. Και θα ήθελες να ξέρει όσα έβλεπες.

Την κάθε μέρα που δεν μπορούσες να βρεις τα σωστά λόγια, την κάθε φορά που το σώμα σου δε συνεργαζόταν κάτι συννεφιασμένα δειλινά υγρά χειμωνιάτικα και με πρόωρο σκοτάδι, την κάθε στιγμή που ευχήθηκες να μπορούσες να αδράξεις τον χρόνο κι όχι απλά τη μέρα, να μην περνάει τόσο γρήγορα, όλα αυτά που σε έφεραν στο σήμερα.

Που σου έδειξαν πώς να βλέπεις εσένα πρώτα από όλα. Και πώς να κλείνεις την πόρτα πίσω σου όταν δε σε βλέπεις πουθενά. Πώς να ζητάς συγγνώμη απ’ τον εαυτό σου και τελικά να παίρνεις αυτή την άφεση αμαρτιών που τόσο αυτοτιμωρήθηκες και να τη χαρίζεις απλόχερα και στους δύο σας ξέροντας ότι ποτέ τελικά δεν κατανοούμε πλήρως γιατί γίνονται όσα αποφεύγαμε. Ή γιατί το προσπαθούμε ξέροντας ότι δε γίνεται πιστεύοντας ότι αν δεχτούμε την τροπή των πραγμάτων θα έρθουν κι άλλα πού χειρότερα.

Δεν υπάρχει παγκόσμιος ορισμός για τη λέξη ενήλικας. Ωστόσο αν υπάρχει κάτι που να σε κάνει να συμπεριφέρεσαι σαν να είσαι, είναι όταν μπορείς τελικά να πεις τη διαφορά μεταξύ αυτού που ξέρεις στα σίγουρα κι αυτού που υποθέτεις χωρίς να φοβάσαι την πιθανότητα να μην ισχύει κανένα απ’ τα δυο.

Δεδομένου ότι κάποιες φορές, αν όχι όλες, ξέροντας πολύ καλά ότι υπάρχει ακόμα ψωμί εκεί έξω για όλους, εσύ συμβιβάστηκες με ψίχουλα, παραβλέποντας ότι ούτε το ένα ούτε το άλλο μπορεί να σε θρέψει σωστά, παρά μόνο το αμοιβαίο συστηματικά τροφοδοτούμενο συναίσθημα κι απ’ τους δυο.

Έτσι απορρίπτοντας οτιδήποτε είχες σκεφτεί ότι θα μπορούσε να φτάσει ή να λειτουργήσει ξέμεινες από ερωτήσεις, αμφιβολίες, κατηγορίες καινούργιες αλήθειες και παλιά ψέματα κι έμεινες με ένα λευκό χαρτί που έπρεπε να πάρεις απ’ την αρχή.

Κάπως έτσι λειτουργεί κι η συγχώρεση. Αφού πρώτα σε κάνει να δεις με αυτό το ένα βήμα πίσω ότι δεν έγινε και τίποτα αν αποτύχεις, δεν έγινε και τίποτα που δεν ήταν ο ένας, πριν καν το καταλάβεις, πριν καν ο κόσμος το καταλάβει, σου γεμίζει το λευκό χαρτί χρώματα.

Χρώματα που τώρα ανακαλύπτεις ότι υπήρχαν απλώνονται σε έναν φωτεινό καμβά καλύπτοντας τα προηγούμενα που βρέθηκαν εκεί από μια προηγούμενη γνώση που πλέον δε χρειάζεσαι. Βγάζεις τον εαυτό σου διάλειμμα, σου χαρίζεις τη στιγμή να πάρεις ανάσα πριν πας στην επόμενη κι ανοίγεις τα μάτια, εκείνα που βάραιναν απ’ την αϋπνία σκαλίζοντας το τι συμβαίνει, σε μια νέα αντίληψη με κάθε απόχρωση.

Συντάκτης: Πέπη Νάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη