Ύπνος. Ο έρωτας της ζωής μας κι η μεγαλύτερη απόλαυση σ’ ολόκληρο τον κόσμο -εντάξει, μετά το φαγητό. Για μας, τους αιώνιους λάτρεις του χουζουρέματος, δεν υπάρχει τίποτα που ν’ αγαπάμε και να χαιρόμαστε περισσότερο απ’ αυτόν. Είναι ο μόνος που δε θα μας προδώσει ποτέ. Αντιθέτως, θα παραμένει πάντα κομμάτι της ζωής μας. Μπορεί η έννοια του «για πάντα» να μας φοβίζει όταν πρόκειται για οτιδήποτε άλλο, μα όχι εδώ. Στο δικό μας λεξικό, η λέξη «ύπνος» είναι αυτή που έχει τη μεγαλύτερη σημασία κι ας σχηματίζεται μόνο από πέντε γράμματα.

Μετά από μια κουραστική μέρα, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά, η καλύτερη αλλά κι η μόνη αποτελεσματική θεραπεία που χρειαζόμαστε είναι ο ύπνος. Ξαφνικά, εκείνες τις ώρες που βρισκόμαστε στο κρεβατάκι μας αγκαλίτσα με το μαξιλάρι μας, όλα γίνονται πιο εύκολα. Αφότου ηρεμήσουμε, δε νιώθουμε μόνο πως καλυτερεύει η διάθεσή μας, μα πως γαληνεύει η ψυχή μας. Κλείνουμε τα μάτια, χαλαρώνουμε κι αφήνουμε τον εαυτό μας να ονειρευτεί. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο απ’ αυτό.

Ένα ακόμα κοινό που έχουμε εμείς, που μοιραζόμαστε το ίδιο πάθος για τον ύπνο, είναι η έκπληκτη έκφραση του προσώπου μας κάθε φορά που ακούμε κάποιον να ξεστομίζει τις εξής τρομακτικές λέξεις: Ο ύπνος είναι χάσιμο χρόνου! Εκείνη τη στιγμή αρχίζουμε να πιστεύουμε στους εξωγήινους. Τους έχουμε μπροστά μας, ζωντανά παραδείγματα, χωρίς υπερβολές!

Πώς μπορεί κάποιος να επιζεί μόνο με τέσσερις ώρες ύπνου, από δική του επιλογή και να ‘ναι ευχαριστημένος μ’ αυτό; Εδώ εμείς ακόμα κι όταν κλείσουμε δωδεκάωρο, εξακολουθούμε να νιώθουμε λες κι απλώς ανοιγοκλείσαμε για μια στιγμή τα βλέφαρά μας. Για μας, ύπνος που θα τον χορτάσουμε δε θα γεννηθεί ποτέ, ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα.

Αυτή είναι κι διαφορά που έχει ο ύπνος με το φαγητό, πως όσο κι αν μας αρέσει να τρώμε, έρχεται κάποτε η στιγμή που δεν αντέχουμε να συνεχίσουμε, γιατί πολύ απλά νιώθουμε πως θα σκάσουμε. Με τον ύπνο, όμως, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει, δεν έχουμε όριο, δεν κουραζόμαστε ποτέ. Αν μπορούσαμε, πολλοί από μας θα μέναμε στο κρεβάτι όλη μέρα τεμπελιάζοντας και χουζουρεύοντας, και θα σηκωνόμασταν μόνο σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Άντε, για τουαλέτα, για ένα μπάνιο, για ένα ποτήρι νερό κι ένα πιάτο φαΐ.

Γι’ αυτό κι ο χειρότερός μας εχθρός (μαζί με όσους έχουν το θράσος να διακόπτουν τον ύπνο και την κούρα ομορφιάς μας) είναι το ξυπνητήρι. Μπορεί να μας βοηθάει κουτσά στραβά για να σηκωθούμε στην ώρα μας και να προλάβουμε τις υποχρεώσεις μας, μα αυτό δεν αλλάζει το πόσο διαβολικό και μισητό αντικείμενο είναι. Και σίγουρα, όποιος κι αν είναι αυτός που το επινόησε, δεν ήταν ένας από μας.

Ακυρώνουμε εξόδους ή δε δεχόμαστε καν την πρόσκληση απ’ την αρχή, μόνο και μόνο για να κοιμηθούμε κάνα έξτρα διωράκι. Δεν αισθανόμαστε ενοχές, γιατί για μας, ό,τι κι αν λένε όλοι οι άλλοι, ο ύπνος είναι ιερός. Έχουμε γίνει επαγγελματίες υπναράδες κι είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Αν υπήρχε τρόπος να πληρωνόμαστε για το πόσο καλά κοιμόμαστε, θα είχαμε γίνει πλούσιοι.

Ο ύπνος είναι καψούρα και στους έρωτες δε χωράνε ντροπές. Κοιμόμαστε σαν να μην υπάρχει αύριο και το απολαμβάνουμε όσο τίποτα. Το μόνο σίγουρο είναι πως αν πραγματικά υπάρχει παράδεισος, εμείς τον έχουμε βρει στο κρεβάτι μας, πλάι στο μαξιλάρι μας, με τα μάτια κλειστά.

 

Συντάκτης: Ευαγγελία Νικολάου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη