Πάνω που μετράμε μπάνια και δροσιζόμαστε με παγωτά, ανάμεσα στη μέθη του ηλιοβασιλέματος και στην ξεγνοιασιά του ορίζοντα, συμπληρώνει το σκηνικό ένας άνθρωπος διαφορετικός απ’ τους άλλους. Με ένα πρόσχαρο κι αυθόρμητο χαμόγελο, εμπνέει τόση σιγουριά που θα ορκιζόμασταν πως οι λέξεις που θα προφέρει θα είναι σίγουρα ξεκάθαρες κι ουσιαστικές. Και δεν πέφτουμε καθόλου έξω.

Μπορεί μόλις να τον γνωρίσαμε, μα έχουμε να κουβεντιάσουμε μαζί του τόσα, σαν να είχαμε να πούμε τα νέα μας για χρόνια. Η αγκαλιά του μοιάζει οικεία κι ούτε πνίγει η ομιλία του με υπερβολές και φλυαρίες.

Έτσι μοιάζουν οι έρωτες του καλοκαιριού. Είναι ιδανικοί, απόλυτοι, με πάθος κι ορμή σαρωτική. Το απόλυτο καλοκαιρινό ρομάντζο έρχεται πάντα να μας βρει απρόσμενα και τελειώνει παράλογα στην κορυφή του πάθους. Όλα ξεκινάνε από ένα τυχαίο βλέμμα στο οποίο δίνουμε και δε δίνουμε σημασία, ώσπου να δυναμώσει, να επιμείνει, να γίνει νεύμα ενδιαφέροντος κι όταν ανοιγοκλείσει με δάκρυα συγκίνησης, σημαίνει πως ήρθε η ώρα να αποχωριστούμε αυτόν τον αμοιβαίο πόθο. Εκεί τελειώνουν όλα.

Εκεί πρέπει να τελειώνουν όλα. Έχουμε το συνήθειο να παίρνουμε ως δεδομένο ότι ο ενθουσιασμός που νιώθουμε μια συγκεκριμένη στιγμή θα κρατήσει και για τις επόμενες στιγμές. Προσδοκούμε εξέλιξη με βάση τα λίγα στοιχεία που έχουμε μπροστά μας, για έναν άνθρωπο που γνωρίζουμε ελάχιστα. Για έναν έρωτα που βρέθηκε να συμπληρώσει ένα καλοκαιρινό τοπίο. Κάτω απ’ την επήρεια των καλοκαιρινών διακοπών ο κάθε χαρακτήρας είναι αλλιώτικος. Η ανεμελιά κι η ηρεμία της φύσης μας βγάζουν έναν ιδανικό χαρακτήρα. Μέσα στις συνθήκες της πόλης επηρεαζόμαστε, αλλάζουμε, απομυθοποιούμε κι απομυθοποιούμαστε.

Κι όμως, μέσα μας υπάρχει πάντα μια μικρή ελπίδα. Βρήκαμε το ιδανικό και θέλουμε να το κρατήσουμε. Κι ίσως αυτό είναι το θέμα, ότι πάντα κάτι περιμένουμε. Περιμένουμε κάτι να έρθει κι όταν έρθει, περιμένουμε να μείνει. Μόνο αν δοκιμάσουμε, μπορούμε να μάθουμε πού θα βγάλει. Μα αν μας απογοητεύσει αργότερα; Πόσες φορές δεν έχουμε χαθεί στην πλάνη του τέλειου; Να θεωρούμε ιδανικούς έρωτες που τελικά στην πορεία δεν ήταν και τόσο τέλειοι! Γιατί να πέσουμε στην παγίδα και να πούμε πως δεν άξιζε τελικά;

Αυτή τη φορά ας γίνει αλλιώς. Ας μείνουμε στην «πλάνη» από επιλογή. Ας μη ζήσουμε την καθημερινότητα με αυτόν τον καλοκαιρινό έρωτα. Ας μην προλάβουμε να χορτάσουμε την υπερβολή του, ας μη μάθουμε καλά-καλά τα κουσούρια του. Ας μη δει το μουτρωμένο πρόσωπό μας, το θυμό και τη ζήλια μας. Στην αρχή όλα πάντα είναι όμορφα και σίγουρα θα θέλαμε να κράταγε για πάντα αυτή η αρχή. Οι καλοκαιρινοί έρωτες έχουν αυτό το προνόμιο. Να γοητεύουν τόσο όσο και να ολοκληρώνονται πάντα στο ύψιστο.

Δεν πρέπει να κάνουν πτώση στα μάτια μας, να μην κάνει κοιλιά η πορεία τους, δε χρειάζεται να κλείσει κανένας κύκλος, γιατί δεν άνοιξε ποτέ. Ίσως κι οι συνθήκες δεν ευνοούν για κάτι παραπέρα. Αν μένουμε αλλού, σε άλλη πόλη, σε άλλη χώρα ή ήπειρο, αυτό ήδη ορίζει το αποτέλεσμα. Βρεθήκαμε ως ταξιδευτές στον ίδιο τόπο, μια συγκεκριμένη καλοκαιρινή στιγμή κι είναι ήδη μοιραία η εξέλιξη της ιστορίας. Φαίνεται ήδη απ’ την αρχή το τέλος.

Είναι καλύτερα έτσι. Καλύτερα οι έρωτες του καλοκαιριού να είναι περαστικοί. Ας μείνουμε με το μυστήριο του «τι θα συνέβαινε αν…» και με την πλάνη ότι μπορεί να ήταν το ιδανικό μας ταίρι. Ας μείνει η αίσθηση μιας μικρής αδικίας. Ας τα ρίξουμε όλα στη μοίρα που δε μας άφησε. Καλύτερα να απογοητευτούμε επειδή δεν έτυχε να συνεχίσει παραπέρα, παρά να απογοητευτούμε αργότερα και να απομυθοποιούμε μέρα με τη μέρα την τέλεια εντύπωση που μας είχε δημιουργήσει εκείνος ο έρωτας.

Φταίει η αλμύρα, φταίει ο αέρας της ελευθερίας, φταίει η ηλιόλουστη μέρα που είναι τόσο άψογη, φταίει η υπέροχη νύχτα που μυρίζει γιασεμί. Όλα φταίνε που οι έρωτες του καλοκαιριού είναι τόσο ξεχωριστοί. Και πρέπει να μένουν ξεχωριστοί. Όταν ξέρουμε πως κάτι θα τελειώσει, πρέπει να του δίνουμε τη μέγιστη ένταση που μπορούμε. Να ζήσουμε τον απόλυτο έρωτα στο απόλυτο τώρα. Μόνο στο τώρα και μέχρι εκεί.

Χωρίς να περιμένουμε κάτι για το μετά. Χωρίς να πάρουμε κάτι μαζί μας επιστρέφοντας πίσω στην καθημερινότητά μας. Χωρίς ελπίδες, όνειρα και προσδοκίες. Ας πλανευτούμε πως ζήσαμε το τέλειο, για όσο κράτησε. Ας αφήσουμε μέσα μας και κάποιο συναίσθημα αναλλοίωτο για έναν άνθρωπο που θαυμάσαμε όπως ακριβώς τον γνωρίσαμε. Ας τον εξιδανικεύσουμε, ας τον εξυψώσουμε.

Θα τελειώσουν οι διακοπές και θα μείνει η μαγεία δύο ταξιδευτών που γνωρίστηκαν σε έναν τόπο που κράτησε τον έρωτά τους άφθαρτο. Γιατί οι έρωτες του καλοκαιριού οφείλουν να είναι σαν το καλοκαίρι∙ ανέμελοι, καυτοί, λατρεμένοι και περαστικοί.

Συντάκτης: Μάιρα Τσιρίγκα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη