Οι ψυχαναγκαστικοί άνθρωποι (είναι και πολλοί, ζωή να χουν) με τα κλειδιά στο χέρι, και πριν φύγουν από το σπίτι για μπανάκι στην παραλία, τσεκάρουν αν έχουν κλείσει φώτα, θερμοσίφωνα, μάτια κουζίνας, ισιώνουν λίγο τα ριχτάρια στους καναπέδες και τέλος ξαναρίχνουν μια ματιά στην τσάντα θαλάσσης μην τυχόν και έχουν ξεχάσει να πάρουν κάτι μαζί τους.

Οι υπόλοιποι, λίγο πριν κλειδώσουν την πόρτα του σπιτιού, παίρνουν παραμάσχαλα κι ένα βιβλίο, ένα περιοδικό, ένα σταυρόλεξο έστω μια εφημερίδα (αυτοί που ανέφερα στην αρχή το έχουν ήδη τοποθετήσει στην ειδική θέση της τσάντας για να μην τσαλακωθεί), για να έχουν να ασχολούνται με κάτι στην ξαπλώστρα του beach bar. Αντηλιακό μπορεί να ξεχάσουν να πάρουν, όλο και κάποιος θα ‘χει στην παρέα, αλλά –όλα κι όλα– αν δεν διαβάσουν κάτι στον ελεύθερό τους χρόνο, τότε πότε;

Πριν αναφέρω και σχολιάσω τις κατηγορίες ανθρώπων ανάλογα με το τι επιλέγουν να διαβάσουν στην πλαζ, θα γράψω λίγα λόγια για τα αγαπημένα φοιτητόπουλα. Θα μιλήσω γι’ αυτούς που χρωστάν της Μιχαλούς από μαθήματα και αποφασίζουν να διαβάσουν όταν είναι στην παραλία. Συνήθως είναι μια μέρα πριν δώσουν μάθημα. Αυτό γίνεται λόγω τύψεων, καθώς η περίοδος της εξεταστικής έχει αρχίσει για τα καλά και δεν έχουν ανοίξει βιβλίο όλη τη χρονιά. Έτσι αποφασίζουν να κουβαλήσουν μαζί τους δυο τρία βιβλία-κουμούτσες της σχολής. Αποτέλεσμα; Στην τσάντα με το αντηλιακό και την πετσέτα να βρίσκεται και ένα βιβλίο «Μακροοικονομία Ι» ή «Μηχανική ΙΙ». Άντε, εσύ που σπουδάζεις πληροφορική ξεπετάς ένα μάθημα έτσι για να το περάσεις με ένα 5. Εσύ της ιατρικής που μου διαβάζεις ανατομία; Μη μου πεις ότι εμπνέεσαι από τα κορμιά με μαγιό που βλέπεις να περνάν από μπροστά σου.

Πού και πού νοσταλγώ τα παλιά τα χρόνια, κάπου στα τέλη των 80’s αρχές των 90’s όπου ήταν μόδα να διαβάζουν οι μαμάδες μας κάτι βιβλία τσέπης, τα γνωστά σε όλους άρλεκιν (ιστορίες αγάπης μας έλεγαν ότι είναι), οι μπαμπάδες καμιά εφημερίδα και οι παππούδες έλυναν από κανένα σταυρόλεξο. Με την πάροδο των χρόνων εξελίχθηκαν τα είδη των αναγνωστών της παραλίας.

Έχουμε δει πολλές ηλιοκαμένες –τίγκα σολάριουμ;– κοπέλες να ξεφυλλίζουν περιοδικά τύπου «Hello» και «Cosmo» τη μια μέρα και την άλλη κάποιο μπεστ σέλερ της Δημουλίδου, το τελευταίο πόνημα της Μαντά ή ένα 700σέλιδο από την τριλογία των πενήντα αποχρώσεων του γκρι. Αν τις ρωτήσεις για τις συγκεκριμένες επιλογές, είμαι σίγουρη πως για το περιοδικό θα πουν πως το αγόρασαν τυχαία γιατί είχε δώρο και μια οδοντόκρεμα, ένα αποσμητικό, κι ένα σαμπουάν (σε δείγματα), ενώ για το βιβλίο θα σου πουν: «πολύ μου αρέσει, μου το πρότεινε η τάδε και είναι και best seller. Κάτσε να μπω ίντερνετ από το κινητό να σου διαβάσω κριτικές».

Τα αρσενικά που τις συνοδεύουν θα μπορούσαν να είναι μπρουτάλ ποδοσφαιρόφιλοι με την «Goal» στο χέρι ή το «4 τροχοί» για να ενημερωθούν για το καινούργιο Audi που δε θα μπορέσουν να αγοράσουν ούτε σε δέκα ζωές. Οι πιο τεχνοκράτες διαβάζουν κάνα «Focus» ή τον «Επενδυτή».

Μια μεγάλη μερίδα (κυρίως γυναικών) το ρίχνει στην αυτογνωσία, με μέτρο όμως γιατί είναι και καλοκαίρι, διαβάζοντας τον «Αλχημιστή» του Paolo Coelho ή συμβουλές από την Barbara Berger για τους δέκα τρόπους να ζήσουμε ευτυχισμένοι και σου λένε: «να, πήρα να διαβάσω κάτι χαλαρό για καλοκαίρι» λες και πιο πριν διάβαζαν την «Ασκητική» του Καζαντζάκη.

Είναι και άλλες στιλάτες τύπισσες που συνδυάζουν μαγιό, αξεσουάρ, τσάντες, με το αδιάβροχο το make up τους που διαβάζουν τη «Vogue» και ξεφυλλίζουν καμιά Κυριακάτικη εφημερίδα από αυτές που δίνουν δώρο περιοδικά μόδας, διαβάζοντας μόνο τίτλους. Ως γνήσια fashion icons ξέρουν τα βιογραφικά και τις κολεξιόν όλων των επίκαιρων σχεδιαστών, αλλά μην τις αναφέρεις για συγγραφείς και βιβλία, το θεωρούν χάσιμο χρόνου. Παρέα τους θα ναι τα αγόρια που επιδεικνύουν τα πολλά τατού στο σώμα τους, που μαζεύονται πολλοί μαζί για να λύσουν ένα σταυρόλεξο ή διαβάζουν δυνατά Αρκά.

Αρκετός διαχωρισμός έγινε σε άνδρες και γυναίκες. Πάμε στο γενικό σύνολο.

Τρελαίνομαι όταν βλέπω κόσμο δίπλα μου να διαβάζει ποίηση. Συγκεκριμένα ποιητικές συλλογές, ας πούμε του Σεφέρη, από την εφημερίδα της «Καθημερινής» – ποιος ο λόγος να φέρουν την καλή έκδοση από τη βιβλιοθήκη τους, να σκονιστεί; Κάνουν πάνω από ένα τέταρτο να γυρίσουν σελίδα δείχνοντας ότι κατανοούν και νιώθουν βαθιά κάθε λέξη που διαβάζουν, και σου δίνουν την εντύπωση ότι σε λίγο θα σηκωθούν όρθιοι να απαγγείλουν στη μέση της παραλίας.. Ώρες-ώρες σκέφτομαι ότι αυτοί οι τύποι δε διαβάζουν ποίηση στην καθημερινότητά τους. Ξέρουν πέντε έξι πασίγνωστα ποιήματα και πού και πού πετάνε τίτλους και μερικές γραμμές ενδεικτικά από το καθένα σε συζητήσεις. 

Μερικούς πάλι δεν τους καταλαβαίνω καθόλου. Αναφέρομαι στους τύπους που θέλουν να διαβάσουν ντε και καλά τους κλασικούς στιςiς καλοκαιρινές τους διακοπές. Συνήθως είναι άνδρες 40-50 ετών, που πάντα εκτιμούσαν την κλασική λογοτεχνία και που αποφασίζουν να διαβάζουν την «Ιλιάδα» ή τον «Δον Κιχώτη» στην ξαπλώστρα. Αποτέλεσμα είναι να τους παίρνει ο ύπνος στις πρώτες 10 σελίδες και τον καημένο τον Όμηρο να τον τρώει ο ήλιος. Ειδικά στα «100 χρόνια μοναξιάς» του Μάρκες η κατάσταση είναι τραγική καθώς τους βλέπεις να κοντεύουν να πάθουν ανεύρυσμα μέχρι να καταλάβουν το γενεαλογικό δέντρο των Μπουενδία.

Αντίστοιχη περίπτωση είναι οι άλλοι οι φοιτητές (οι διαβασμένοι) που σκάνε στη παραλία με το «Κεφάλαιο» ή τη «Διαλεκτική της φύσης» λες και πρόκειται για viper nora. Συγνώμη, πέρασε ένας ολόκληρος χειμώνας με καταιγίδες και βροχές που ήσουν κλεισμένος στο σπίτι σου, τώρα που είσαι στη παραλία βρήκες να διαβάσεις Καστοριάδη; Ούτε υποψήφιοι διδάκτορες της Φιλοσοφικής δεν κάνουν έτσι.

Πιστεύω πως ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων διαβάζουν αυτό που πραγματικά τους ενδιαφέρει όταν χαλαρώνουν σε θάλασσες και ακτές. Πολλοί δίνουν βάση στο να δείξουν ποιοι είναι (ή ποιοι θα ήθελαν να είναι) και τι αντιπροσωπεύουν, με το βιβλίο που κρατούν στο χέρι.

Πάντως, ό,τι και να ‘ναι, κανέναν δεν πειράζουν. Σκέφτομαι ότι καλά κάνουν και διαβάζουν. Παράκληση προς όλους. Καλύτερα διαβάστε κάτι, οτιδήποτε. παρά να είστε πάνω από τα κεφάλια μας να μας παίρνετε τ’ αυτιά με τις ρακέτες μπας και μπορέσουμε κι εμείς οι υπόλοιποι να απολαύσουμε λίγο τον ήλιο.

 

Συντάκτης: Αγγελική Κατσουλίδη