Άκου τώρα μια θεωρία που κατέβασα κάπου στις τέσσερις το πρωί χθες, λίγο πριν ξυπνήσω για τη δουλειά μου, όλο κέφι και μπρίο. Ήμουν που λες μέσα στην άγρια νύχτα, κοιτούσα το ταβάνι και ευχόμουν να ήταν Ιανουάριος, μπας και κλείναμε μάτι από τη ζέστη. Αυτό για το σε τι κατάσταση βρισκόμουν, έτσι πληροφοριακά, για να καταλάβεις ότι το μελέτησα βαθιά το θέμα με τον εαυτό μου, αφού να κοιμηθώ δε γινόταν ούτε με δεκαοχτώ μνημόνια.

Εκεί που κοιτούσα λοιπόν το ταβάνι, όλο χαρά για την αϋπνία μου, μου έσκασε η ερώτηση: Γιατί να είμαστε οι άνθρωποι τόσο απίστευτα μαλάκες; Θα μου πεις τώρα εσύ και δίκιο θα έχεις, σε ποιο κομμάτι της μαλακίας της ανθρώπινης ύπαρξης αναφέρομαι, γιατί είναι και πολλά. Αναφέρομαι φίλε συμπροβληματιζόμενε, στο κομμάτι των στερεότυπων που έχουμε μπουκώσει σε κάθε κομμάτι της ύπαρξής μας. Και ξέρεις γιατί κατέληξα σε αυτό το συμπέρασμα; Γιατί σκεφτόμουν τη δουλειά μου.

Είμαι στις πωλήσεις που λες, τις τηλεφωνικές, το πρωί, γιατί το βράδυ γράφω ασταμάτητα σαν να μην υπάρχει αύριο. Εκεί λοιπόν, στο τηλέφωνο, ψυχολογείς τον πελάτη μόνο από τη φωνή και τη χροιά του. Αν είναι τσατισμένος, αν έχει κουραστεί, αν είναι γλυκούλης, αν θα το κλείσει το γαμήδι το συμβόλαιο, γιατί τον συμφέρει και δεν το καταλαβαίνει. Αλλά ας πούμε, μου έχει τύχει πολλές φορές να σκεφτώ για πελάτη, ότι ξέρει από υπολογιστές και ασχολείται με ηλεκτρολογικά, επειδή παραδείγματος χάρη μιλάει λίγο πιο γρήγορα και με ροή. Ή άλλη φορά μου έχει τύχει να θεωρήσω πως μιλάω με φοιτήτρια, ενώ η γυναίκα ήταν πενήντα πατημένα κι απλά γούσταρε υπολογιστές και δορυφορική. Άρα πού καταλήγουμε;

Στο ότι βάζουμε τους ανθρώπους σε κουτάκια, βιαζόμαστε να τους χώσουμε σε μια κατηγορία, γιατί είναι δύσκολο να διαχειριστείς ό,τι δεν καταλαβαίνεις. Άρα τι γίνεται; Βγάζουμε ονόματα στα πάντα. Και θα στο αποδείξω ευθύς αμέσως. Θα στο πάω από την άλλη πλευρά και θα σου κάνω μια απλή τυπική περιγραφή ανθρώπου. Ένα εβδομήντα, μαλλί κουρεμένο γουλί, τατουάζ με την ελληνική σημαία και το σταυρό της ορθοδοξίας, γυμνασμένος και λίγο άγριος στη φάτσα. Για πες; Έλα σου ήρθε δεν μπορεί, αίμα, τιμή και τα λοιπά. Ε, λοιπόν, γιατί ρε φίλε αν ο άλλος έχει δυο τατού και ξυρισμένο μαλλί να είναι απαραίτητα και φασίστας; Μπορεί απλά να γουστάρει ελληνική σημαία ή να μην έχει μαλλιά ο άνθρωπος.

Κι αυτό είναι τυπικό παράδειγμα, υπάρχουν κι άλλα τόσα παραδείγματα ανθρώπων που παίρνουν όνομα επειδή απλά προτιμούν κάτι συγκεκριμένο. Αν διαβάζεις βιβλία δηλαδή, θεωρείσαι έξυπνος, ενώ αν βλέπεις τηλεόραση είσαι χαζός. Άσχετα αν αυτός που διαβάζει βιβλία, έχει όλα τα άρλεκιν κι αυτός με την τηλεόραση ξέρει το history channel απ’ έξω. Ή αντίστοιχα, αν είσαι γυναίκα κι ασχολείσαι με τη μόδα, είσαι ηλίθια και χαζογκόμενα. Η Coco Channel δηλαδή, που άλλαξε την παγκόσμια θεωρία για το γυναικείο ντύσιμο και έφερε την εργατική στολή στις πασαρέλες, ήταν ηλίθια, θέλετε να μου πείτε. Γελάω.

Αν είσαι άντρας και κάνεις πεντικιούρ ή φοράς ροζ, είσαι gay, αν γελάς δυνατά και μιλάς πολύ, είσαι χαζοχαρούμενος, αν φοράς καπέλα κι έχεις μούσι είσαι hipster. Ενώ από την άλλη, αν κάνεις διακοπές Σαμοθράκη είσαι χίπης και βρωμιάρης, αν πας Σκιάθο είσαι κάγκουρας. Θα το πω απλά και λαϊκά, παιδιά, γιατί είμαι και φτωχό πλην τίμιο κορίτσι.

Βάλτε τα στερεότυπα εκεί που ξέρετε. Φτάνει πια με τις ταμπέλες, φτάνει με τα κουτάκια, φτάνει πια να προσπαθούμε να βάλουμε όνομα και κατηγορία στα πάντα, είναι κουραστικό, είναι παλιομοδίτικο δεν ταιριάζει στο 2017 δεν ταίριαζε ούτε στο 1900. Είναι ανόητο να θεωρείς ότι μπορείς να δώσεις όνομα στα πάντα, γιατί τα πάντα ρέουν, κυλάνε, αλλάζουν κι εξελίσσονται. Αυτός που σήμερα διαβάζει, αύριο θα δει survivor και μεθαύριο θα κλείσει εισιτήρια για το πανηγύρι στην Ικαρία. Και θα είναι ένας πολύπλευρος, πανέμορφος άνθρωπος γεμάτος αντιθέσεις και ενδιαφέρον.

Δεν είμαστε ένα πράγμα, ποτέ δεν ήμασταν και ούτε θα γίνουμε γιατί δεν είναι στη φύση μας. Κι αν ποτέ σε ρωτήσουν σε ποια κατηγορία ανήκεις και ποια είναι η φάση σου, πες homo sapiens. Είναι η μόνη κατηγορία που μπορείς να πεις με σιγουριά ότι ανήκεις, μέχρι να βγει το επόμενο μοντελάκι και να καταργηθεί κι αυτό. Γιατί αυτό είναι η ζωή. Μια διαρκής αλλαγή. Κι αυτό είναι το πιο γαμάτο απ’ όλα.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή