Βγαίνουν, λοιπόν, τα αποτελέσματα των πανελληνίων και γεμίζεις μια τσάντα ρούχα να φύγεις σαν καπνός. Ίσως να μη σκεφτείς πολλά-πολλά αν είσαι άνθρωπος που σου αρέσουν οι αλλαγές και τις συνηθίζεις εύκολα. Είναι δύσκολο, όμως, να μπορείς να συνειδητοποιήσεις τι πρόκειται να συμβεί και πόσο θα σου λείψουν πράγματα που θεωρούσες δεδομένα όλα αυτά τα χρόνια.

Δε θα σου περάσει εύκολα απ’ το μυαλό, αλλά πώς θα βρίσκεις έτοιμο φαγητό στο τραπέζι, μαγειρευτό και νόστιμο; Πού θα είναι η γιαγιά  με τα σπιτικά της γλυκά και καθετί άλλο που ικανοποιεί τη λιγούρα σου τη στιγμή που το επιθυμείς; Σε αυτή την καινούργια αρχή, αργά ή γρήγορα, θα καταλάβεις πως όσο ωραία κι αν είναι τα φοιτητικά χρόνια φέρνουν παρέα και μια πείνα.

Σαν το φαγητό της μαμάς δεν έχει πουθενά αλλού κι αυτό όλοι το ξέρουμε και δεν το αλλάζουμε. Κανένα fast food και καμιά (αποτυχημένη) σου προσπάθεια να μαγειρέψεις δεν μπορεί να αντικαταστήσει τα φαγητά της, με τόσες μυρωδιές και τόση αγάπη. Η μαμά μας είναι πάντα η καλύτερη μαγείρισσα και μάλιστα με διαφορά απ’ όλες τις υπόλοιπες. Μπορεί να μη δοκιμάσαμε καν φαγητά άλλων, αλλά πάντα θα κοκορευόμαστε πως σαν εκείνη καμιά.

Όλοι, λοιπόν, στα φοιτητικά μας έτη θα αναφωνήσουμε ή θα ακούσουμε κάποιο φίλο να αναστενάζει και να λέει κάτι πεινασμένα (και συνήθως άφραγκα) μεσημέρια: «Αχ πού είσαι, μάνα, με το παστίτσιο σου;». Τι να πεις; Πώς να σας παρηγορήσεις; Υπομονή για ακόμα λίγους μήνες; Τι να του κάνει αυτή η απάντηση.

Στις λιγούρες σου θα σκέφτεσαι (με τα σαλάκια να τρέχουν) σπιτικό φαγητό, κάποιο γλυκό της γιαγιάς ή του ζαχαροπλαστείου της γειτονιάς σου. Αναμνήσεις που σε κάνουν να πεινάς περισσότερο. Τίποτα δεν ικανοποιεί αυτές τις συναισθηματικές λιγούρες.

Τα λεφτά θα είναι μετρημένα κι ένας εικοσάρης δεν είναι γνωστός για τη σωστή διαχείρισή τους. Πειρασμοί γύρω σου πολλοί. Ο ένας φίλος: «Απόψε πάμε για ποτό;». Ο άλλος: «Πάμε να φάμε καμιά κρέπα;». Ακούς πολλές φωνές ταυτόχρονα κι είναι και πολλά και τα πάρτι. Και τις Παρασκευές που θέλουν έξοδο για να τις τιμήσεις πού τις πας; Θα σκεφτείς πρώτα τα έξοδα του μήνα και το σούπερ μάρκετ ή θα πάρεις παρορμητικές αποφάσεις; Θα σκεφτείς τους λογαριασμούς και τη συντήρηση του σπιτιού ή θα βγαίνεις ανέμελα και κάπου προς το τέλος του μήνα θα νιώσεις το στομάχι σου να γουργουρίζει; Το σίγουρο πως δεν υπάρχει φοιτητής που να μην ξέμεινε κάποια στιγμή από λεφτά.

Και τότε τι γίνεται; Πολλά τα έξοδα ενός φοιτητή κι αυτό γιατί δε διαχειρίζεται τα χρήματά του σαν οικονομολόγος, αλλά αυθόρμητα και σπάταλα, για να ζήσει μερικές έντονες στιγμές και μια άναρχη περίοδο της ζωής του που θα θυμάται για πάντα. Αν δεν πάθεις, όμως, δε θα μάθεις. Κι αυτό ένα μάθημα είναι, αυτοσυντήρησης κι ευρηματικότητας στις αφραγκίες.

Έπειτα θα το ρίξεις για μια περίοδο στις οικονομικές λύσεις, αλλά και πάλι για πόσο; Πόσο να αντέξεις να τρως μακαρόνια; Έτσι σε μεγάλωσε η μάνα σου; Στα πούπουλα σε είχε, να τρως ό,τι λαχταράς. Τώρα ή θα γυρίσεις στο πατρικό μισός, αφού δε σ’ αρέσει τίποτα και δεν περισσεύουν και λεφτά για φαΐ (έχουμε πάρτι το βράδυ) ή διπλός, γιατί έγινες χορηγός στο σουβλατζίδικο της γειτονιάς σου. Θα τη σκάσεις τη δόλια μάνα.

Είχες συνηθίσει να σου μαγειρεύει άλλος τόσα χρόνια κι εσύ να τα βρίσκεις έτοιμα. Έτσι, ήσουν αδιάφορος στο να ασχοληθείς με αυτό. Αργά ή γρήγορα, όμως, θα έρθει η στιγμή που θα επιχειρήσεις να μπεις στην κουζίνα, έχοντας στις άμεσες κλήσεις την πυροσβεστική. Κακά τα ψέματα, είναι και θέμα υγείας. Όταν φτιάχνεις κάτι εσύ, ξέρεις τι χρησιμοποιείς και τι τρως. Οπότε θες-δε θες, κάποια στιγμή θα σιχαθείς τα έξω και θα κάνεις μαγειρικά πειράματα για να χορτάσεις την πείνα σου.

Αν είσαι ή ήσουν φοιτητής σίγουρα θα ένιωσες κάποια στιγμή αυτή την πείνα, θα σου έλειψαν οι σπιτικές γεύσεις και το γεμάτο ψυγείο του πατρικού σου. Γι’ αυτό εκμεταλλεύσου την επιστροφή σου στο πατρικό για ανεφοδιασμό και συνταγές της μαμάς, παρηγοριά για το χειμώνα.

 

Συντάκτης: Δημητριάνα Μπόσκοβικ
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη