Ανεξέλεγκτα πλάσματα είμαστε οι άνθρωποι. Γεμάτα αδυναμίες. Παθήματα και μαθήματα του παρελθόντος να μας καταδιώκουν συνεχώς. Έρμαια των επιθυμιών μας. Σαν να επιμένουμε στην αυτοκαταστροφή μας. Να βλέπουμε το λάθος και να ταλανιζόμαστε απ’ τα «αν». Να φταίει αυτή η φαντασία μας που τα πλάθει όλα όπως τη βολεύει; Ή μήπως η ελπίδα που ό,τι σκοτεινό κι αν συναντήσει θα βρει μια χαραμάδα να ξεπροβάλλει;

Μακάρι με σένα να ‘ταν αλλιώς τα πράγματα. Να σε γνώριζα πριν σε πληγώσουν κι υψώσεις τείχη σε κάθε συναίσθημα. Πριν φας τόσα χαστούκια απ’ την αγάπη, που να νομίζεις πως δεν αξίζει άλλη ευκαιρία. Μακάρι να σε έβρισκα πριν σε τσακίσουν τα λάθη σου και σε φυλακίσουν οι σκέψεις σου. Ίσως τότε να ήταν καλύτερα. Ίσως να μη φοβόσουν ούτε να δείλιαζες.

Να σε συναντούσα τότε που η ψυχή σου ήταν αγνή και δεν είχε καταφέρει κανένας να τη μολύνει. Τότε που θα ήμασταν κι οι δύο κόλλες λευκές, πεντακάθαρες. Να τη ζωγράφιζες μονάχα εσύ με τα πιο όμορφα χρώματα που υπάρχουν. Πριν γίνεις αυτό που είσαι σήμερα. Αυτό που δε μας αφήνει να είμαστε μαζί.

Να σε έβρισκα τότε που οι επιθυμίες σου δε θα έρχονταν αντίθετες με τις δικές μου και κανένα «πρέπει» και καμιά ευθύνη δε θα ήταν ικανή να σε πάρει μακριά. Κανένα άλλο όνειρο δε θα έμπαινε εμπόδιο και κανένα σχέδιο δε θα γινόταν χωρίς τη δική μας υπογραφή.

Μακάρι να μοιάζαμε παραπάνω και να θέλαμε τα ίδια πράγματα. Αν ήθελα, όμως, κάποιον ίδιο με μένα δε θα διάλεγα εσένα. Γιατί τα όμοια όσο κι αν φαίνεται πως ταιριάζουν, στο τέλος τα τρώει η μαρμάγκα. Λένε πως εκεί που τρέμουν τα πόδια σου να πηγαίνεις κι εγώ ήρθα σε σένα χωρίς δεύτερες σκέψεις.

Το θέμα, όμως, είναι πως τώρα δεν μπορώ να εκβιάζω συναισθήματα. Να επιμένω και να υπομένω με σκοπό να αλλάξουν τα πράγματα. Ούτε εσύ ξέρει τι θέλεις, τι ζητάς απ’ τη ζωή σου. Μία καταστροφή είσαι, όπως εγώ. Κάποιος σε έπαιξε κι εσένα και σε ζόρισε. Σου έκανε κακό και τρόμαξες. Κρύφτηκες στο φευγιό σαν λύση μπροστά στο άπιαστο. Πιο μπερδεμένος από μένα, που φωνάζεις πως δεν ξέρω τι θέλω, είσαι εσύ τελικά.

Δεν ξέρω αν πιστεύω στη μοίρα, στο πεπρωμένο κι όλα εκείνα τα δήθεν μοιρολατρικά. Για όλα, όμως, ξέρω πως υπάρχει κάποιος λόγος που γίνονται. Όλοι έρχονται στη ζωή μας για το καλό μας. Άλλοτε σαν μαθήματα, άλλοτε σαν διαλείμματα κι άλλοτε για να μείνουν. Κάθε λιθαράκι που αφήνει όποιος περνάει απ’ τη ζωή σου είναι για να φτιάξει σιγά-σιγά το βουνό εκείνο που θα σε πάει ψηλότερα.

Αν ξανασυναντηθούμε, δεν το ξέρω. Γιατί δε σε γνώρισα νωρίτερα είναι επίσης άγνωστο. Γιατί σε χώρεσα στη ζωή μου για να σε αφήσω να μου φύγεις τελικά, θα μείνει αναπάντητο. Αν μου λείψεις, σου υπόσχομαι πως δε θα σ’ αφήσω να το μάθεις ποτέ. Κι αν με σημάδεψε η απουσία σου, σου υπόσχομαι πως θα έρθει η στιγμή που θα αποζητάς την παρουσία μου και την άκρη που δεν μπόρεσες να βγάλεις μαζί μου.

Γιατί έτσι είναι οι άνθρωποι, μάτια μου, δε ζουν χωρίς λίγη καταστροφή.

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Αποστολάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη