Ποτέ κανείς δε φόρεσε γάντια να παλέψει με τον έρωτα. Κι αν κάποιοι προσπάθησαν να παλέψουν μαζί του, τελικά δεν τόλμησαν να βάλουν γάντια, πριν καν γίνει η σκέψη πράξη. Κατάλαβαν ότι είναι χαμένοι από χέρι. Άπαξ κι αυτός σε βάλει στο μάτι δεν έχεις πάρα να του παραδοθείς. Ο έρωτας δε χωράει ορισμούς, δεν μπόρεσε κανείς ποτέ να τον αναλύσει και να δώσει μια ακριβή έννοια για το τι μέλλει γενέσθαι. Ο έρωτας μας κάνει να έχουμε παραισθήσεις και μας πείθει ότι το πρόσωπο του πόθου μας είναι διαφορετικό απ’ τα άλλα, ο έρως εξυψώνει τα πιστεύω μας, τα θεοποιεί.

Προσπαθώντας να εξηγήσουν τον έρωτα το μόνο που έχουν καταφέρει οι επιστήμονες είναι να έχουν τρανταχτές αποδείξεις ότι ο ερωτευμένος βιώνει στον οργανισμό του ότι θα βίωνε αν βρισκόταν υπό την επήρεια ουσιών.

Όταν σε αγγίζει με τα βέλη του σου μεταφέρει την τρέλα του, όταν εισχωρεί μέσα σου σε κάνεις να είσαι εν δυνάμει ικανός για τα πάντα. Κι αυτή είναι η μαγεία του, άλλωστε. Σου δείχνει ότι μπροστά του η πραγματικότητα δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Αν απλωθεί μέσα σου η μαγική ουσία του έρωτα, να ξέρεις, καμία λογική δεν τη μαζώνει πια, τρυπώνει στο σώμα σου για τα καλά, κάνει στο μυαλό και την καρδιά σου κουμάντο. Κυλάει σαν ορμητικός ποταμός που παρασέρνει κάθε εμπόδιο, σε κάνει αδίστακτο μέχρι να γευτείς ξανά και ξανά την αιτία της ροής του μέσα σου.

Διανύουμε τον 21ο αιώνα, την εποχή της τεχνολογίας κι ο έρωτας γνωστός από αρχαιοτάτων χρόνων κάνει αισθητή την παρουσία του ακόμα και σήμερα, όπου με την εξέλιξη της τεχνολογίας και της επιστήμης σε λίγα χρόνια πιθανό να συλλαμβάνουμε παιδιά με το πάτημα ενός κουμπιού. Ο θεός έρωτας όμως είναι παρών, με έναν περίεργο τρόπο, διαφορετικό βεβαίως απ’ τους προηγούμενους αιώνες, αλλά μυρίζουμε το άρωμά του παντού γύρω μας. Σίγουρα, δεν τον βιώνουμε όπως μας τον έκαναν γνωστό ο Σαίξπηρ στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» ή ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες στο «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας», αλλά ποιητές, συγγραφείς, ακόμα κι απλοί άνθρωποι εκφράζονται για τον πιο δυνατό θεό της ιστορίας με ερωτικά συνθήματα σε τοίχους και πινακίδες.

Πόσο τρελός από έρωτα, πόσο τυφλός και παθιασμένος; Εσύ που κρατάς στα χέρια ένα σπρέι ή ένα μαρκαδόρο κι εκφράζεσαι μέσα από στίχους ποιητών ή πολλές φορές ακόμα και με δικούς σου, πάνω σε τοίχους, παγκάκια, πινακίδες ή όπου αλλού μπορείς να αφήσεις τα αποτυπώματα των συναισθημάτων σου. Εσύ που για να εκφράζεσαι με αυτόν τον τρόπο νιώθεις ότι το πρόσωπο που είσαι ερωτευμένος αποτελεί τον ομφαλό της γης.

Όχι, δε σε κατηγόρησε κανείς. Είναι υπέροχο να εξωτερικεύεις το συναίσθημα. Αν μη τι άλλο προσφέρει κι ένα ρομαντικό τόνο στην τόσο βιαστική κι αγχωτική ζωή που ζούμε. Όμως αυτά που γράφεις με τόση θέρμη στους δημόσιους χώρους είσαι σίγουρος ότι θα λάβει το μήνυμα το πρόσωπο για το οποίο γράφτηκαν; Κομματάκι δύσκολο, γιατί συνήθως τέτοια ερωτικά συνθήματα δε φέρουν υπογραφές κι ονόματα.

Δεν είναι όμως άδικο τόσο για εσένα, όσο και για τον αποδέκτη των συνθημάτων να μη λαμβάνονται τα μηνύματα; Ομολογούμενος τέτοιες πράξεις θέλουν κότσια, θέλουν πολλή τρέλα, θέλουν ψυχή, γιατί είναι βαρύς ο ερωτικός Γολγοθάς να τον κουβαλάς ολομόναχος κι έτσι κάποιες φορές, αφήνεις λίγο απ’ το βάρος του στους τοίχους με συνθήματα. Κι εσύ απ’ την αντίπερα όχθη, που περπατάς αμέριμνος στη Σταδίου και διαβάζεις πάνω στα τζάμια μιας στάσης «άλλοι κοιτούν τον ουρανό και χάνονται, εγώ κοιτώ τα μάτια σου και ταξιδεύω». Έχεις ιδέα ότι αυτό μπορεί να έχει γραφτεί για σένα; Ότι μπορεί να το έχει γράψει ο συνάδελφός σου που λιώνει όταν σε κοιτάει, αλλά δεν μπορεί να εκφράσει τα συναισθήματά του γιατί φοβάται ή γιατί υπάρχουν άλλοι απαγορευτικοί λόγοι.

Αχ, ο έρωτας τρυπώνει μέσα στη σκέψη και βάφει τα πάντα με τον όνομα του ανθρώπου που ερωτευόμαστε. Μέσα στο μυαλό μας αφήνει σφραγίδα πάνω σε κάθε λογισμό μας. Από κάτι απλό που θα σκεφτούμε, μέχρι κάτι πιο σοβαρό. Εκεί, το πρόσωπο του πόθου μας είναι πάντα εκεί, μέσα σε κάθε σκέψη μας.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι όταν ο έρωτας μας χτυπήσει την πόρτα δεν έχουμε πάρα να είμαστε ευγενικοί και να του ανοίξουμε. Διότι και να μην έχουμε την καλή διάθεση να το κάνουμε, αυτός είναι πεισματάρης και θα τρυπώσει απ’ την κλειδαρότρυπα ή θα παραμερίσει λίγο το χαλάκι και θα χωθεί κάτω απ’ το κενό. Είμαστε έρμαια μπροστά του και μας χειρίζεται όπως θέλει. Εξίσου κι ο λόγος που είναι αδύνατον να μην τον εκφράζουμε με τον κάθε δυνατόν τρόπο.

Να γεμίσουμε τους τοίχους με συνθήματα. Να τους γράψουμε. Αλλά μήπως χρειάζεται να είμαστε λιγάκι πιο συγκεκριμένοι, ώστε να λαμβάνουν κι οι αποδέχτες τα μηνύματα; Γιατί, βρε φίλε, όλοι συνταξιδεύουμε στον έρωτα, μπορεί κρατώντας απ’ το χέρι του μυαλού άλλο πρόσωπο, αλλά βρισκόμαστε στο ίδιο ταξίδι. Μήπως πρέπει να γίνουμε κάπως πιο τολμηροί;

Γιατί τα απρόσωπα μηνύματα υποδηλώνουν και μια κάποια δειλία ή κάποιον φόβο. Μήπως θα ήταν καλύτερα να πάμε κάτω απ’ το μπαλκόνι του πόθου μας, να προσπαθήσουμε να φανταστούμε πού μπορεί να βλέπει όταν χαζεύει τον κόσμο έξω και να αφήσουμε το μήνυμά μας στον απέναντι τοίχο; Ίσως και με κάποιο στοιχείο μας πάνω, που να δηλώνει την παρουσία μας εκεί.

Είναι κρίμα μια τόσο όμορφη πράξη να μην κερδίζει το σκοπό της. Κι απ’ την άλλη μια παράκληση, όσοι γράφουν στους τοίχους απλά γιατί θέλουν κάτι να γράψουν ή γιατί διάβασαν κάτι που τους άρεσε και θέλουν με κάποιον τρόπο να το διαδώσουν: Καλό θα ήταν πρώτον να το μεταφέρουν ορθά και δεύτερον να αναφέρουν και το δημιουργό τους, σεβασμός στα πνευματικά δικαιώματα αλλά κυρίως στην καψούρα του δημιουργού.

Ο έρωτας είναι παρών κι αυτό είναι ένα απ’ τα πιο ελπιδοφόρα μηνύματα στη σκοτεινιά του σήμερα.

Συντάκτης: Βασιλική Μελισσουργού
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη