Δικαιολογία· όσον αφορά την ετυμολογία της όλα είναι ξεκάθαρα. «Ο λόγος που επικαλείται κάποιος για να εξηγήσει μια εσφαλμένη ενέργεια ή μια παράλειψή του, έτσι ώστε λάβει την κατανόηση των άλλων» ή, απλούστερα κι ειλικρινέστερα, ο λόγος που επικαλείται κάποιος όταν δεν έχει τα κότσια να παραδεχτεί το λάθος του και να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών του. Παρ’ όλα αυτά, στην πράξη τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Λαμβάνουμε αλλά και χαρίζουμε απλόχερα, καθημερινά, δεκάδες δικαιολογίες. Κάποιες γίνονται εύκολα αντιληπτές ενώ άλλες τις τρώμε αμάσητες -ή έτσι θέλουμε να νομίζουν.

Είναι εύκολο να λες δικαιολογίες στο αφεντικό σου, όταν καθυστερείς να πας στη δουλειά ή ακόμη και στην οικογένειά σου, όταν δεν έχεις όρεξη για ακόμη ένα οικογενειακό τραπέζι. Όλους κι όλες μας έχουν σώσει αυτά τα μικροσκοπικά, αμελητέα, ψεματάκια, μας έχουν βγάλει από μπόλικες δύσκολες καταστάσεις και φάνηκαν εξαιρετικά χρήσιμα. Τι γίνεται, όμως, όταν αρχίζουμε να μπουκώνουμε με προφάσεις ακόμα και το σύντροφό μας; Μήπως λειτουργεί σαν ένα είδος προειδοποίησης ότι κάτι δεν πάει καλά;

Υπάρχουν διάφορες προφάσεις, όρεξη να έχεις να σκαρώνεις -ή μάλλον να μην έχεις για να βολεύεσαι με αυτές. Υπάρχουν μικρές, υπάρχουν μεγάλες, όχι στο χρόνο που χρειάζεσαι για να τις πεις αλλά στο χώρο που θα πιάσουν στο μυαλό του παραλήπτη τους. Μερικές από δαύτες τις δεχόμαστε ακόμη κι αν ξέρουμε ότι απέχουν πολύ απ’ την πραγματικότητα, ίσως τις βρίσκουμε και χαριτωμένες, συνοδευμένες από ένα νάζι και μια εξίσου βαριεστημένη διάθεση μας βρίσκουν σύμφωνους στην απάτη. Δε θα ασχοληθούμε με αυτές, αφενός γιατί κι εμείς οι ίδιοι θα τις ξαναπούμε κι αφετέρου γιατί καταλαβαίνουμε απόλυτα τη χρησιμότητά τους.

Μια δικαιολογία, όμως, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ποινικό αδίκημα και να θεσπιστεί και νόμος που να την απαγορεύει είναι η γνωστή σε όλους μας ατάκα του, τάχα, πολυάσχολου: «Δεν μπορώ σήμερα, αγάπη μου, πνίγομαι στη δουλειά». Κι ας είχατε μέρες να βρεθείτε, κι ας το κανονίζατε αυτό το ραντεβού καιρό πριν. Δεν ξέρω πώς είναι δυνατό να αρκούν δύο μόνο δευτερόλεπτα για να σπάσουν και τα 100 δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα που υπάρχουν μέσα στους εγκεφάλους μας. Ούτε γνωρίζω ποιο απ’ τα δύο είναι χειρότερο, που δεν είμαστε προτεραιότητά τους ή που υποτιμούν τη νοημοσύνη μας.

Ξέρουμε πολύ καλά, αγαπητοί μου, ότι χρόνο κι έχετε και μπορείτε να βρείτε άμα θέλετε. Μη σας ξεγελά ότι κάνουμε πως σας πιστεύουμε κάποιες φορές, θέατρο παίζουμε -όπως άλλωστε κι εσείς. Όλα στη ζωή είναι θέμα προτεραιοτήτων, γι’ αυτούς που έχουμε πρώτους στη λίστα μας θα βρούμε έστω και μισή ώρα απ’ τις εικοσιτέσσερις για να αφιερώσουμε στους ανθρώπους που ενδιαφερόμαστε. Γι’ αυτούς, όμως, που βγαίνουν δεύτεροι ή τρίτοι στην κατάταξή μας ακόμα κι όλη τη μέρα σου να έχεις ελεύθερη, δεν υπάρχει περίπτωση να βρεις ούτε λεπτό.

Είναι εντάξει να μη μας έχουν όλοι πρώτους στη λίστα προτεραιοτήτων τους, το αντίθετο θα ‘ταν παράλογο. Τα προβλήματα έρχονται όταν αυτή η πρωτιά δεν είναι πλέον αμοιβαία. Αυτό πονά, ότι ενώ κάποτε έφτιαχναν χρόνο για εμάς, χωρίς καν να το ζητήσουμε, τώρα κάνουμε σκηνές και παρακαλάμε για λίγα λεπτά ενδιαφέροντος. Κάπου εκεί αντιλαμβάνεσαι το αδιέξοδο. Κάπου εκεί πρέπει να μιλάς, να μην κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις, αλλά να ζητάς το λόγο.

Και πού ξέρεις, ίσως να ‘ναι το τέλος, ίσως να ΄ναι απλώς μια φάση. Ό,τι κι αν συμβαίνει, αργά ή γρήγορα, θα το καταλάβετε κι οι δυο, οπότε μην το καθυστερείς από φόβο. Ζήτα ό,τι αξίζεις κι αν δεν μπορούν στα δώσουν εκείνοι, μη σκας, life goes on.

Συντάκτης: Ελένη Μάρκου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη