Θυμάσαι τη μέρα που σου είπα ότι θέλω να είμαστε μαζί; Εσύ μου χαμογέλασες και μου είπες ότι το ήθελες και εσύ. Και τότε σε φίλησα και εσύ ανταπέδωσες στο φιλί μου. Και σε θυμάμαι να φοβάσαι και να τρέμεις. Φαινόμουν σίγουρος για τον εαυτό μου όσο κι αν μέσα μου έτρεμα, μαζί σου, ολόκληρος. Δεν ήμουν σίγουρος. Ήμουν ένας άνθρωπος γεμάτος ανασφάλεια και φόβο. Ήθελα εσένα και ήθελα να με θέλεις. Και με ήθελες. Θυμάσαι; Εγώ ανατρέχω συχνά σε εκείνη τη μέρα.

Κι ύστερα ήμασταν μαζί για κάποιο διάστημα. Ήμασταν εγώ, εσύ και ένας έρωτας στα πάνω του.

Φρόντιζα να είσαι καλά και εσύ με έκανες συχνά να γελάω. Και φοβόσουν για το αν είναι αρκετό αυτό που ζούμε. Και εγώ γελούσα, γιατί μαζί σου ζούσα το απίστευτο. Αυτό το άπιαστο που ο κόσμος δε γνωρίζει ότι υπάρχει, αλλά ενδόμυχα το ζηλεύει. Με κάθε ευκαιρία σε κρατούσα από το χέρι και σε αγκάλιαζα σφιχτά. Έκλεινα τα μάτια μου και σε φιλούσα. Φυλάκιζα τις όμορφες στιγμές μας και αδιαφορούσα για τις μικρές μας καταιγίδες.

Ξάπλωνα δίπλα σου και σε κρατούσα λες και θα έφευγες για κάποιο μέρος που δε βρίσκεται κοντά σε όσα ζούμε, αλλά μακριά μου. Μακριά μας. Έκλεβα δευτερόλεπτα, λεπτά και ώρες στο πλάι σου, γιατί αυτό ένιωθα.

Σε κοίταζα, πάντα, μέσα στα μάτια, ακόμα και όταν το δικό σου βλέμμα ήταν αλλού. Κι όταν με ρωτούσες «Τι;» εγώ συνέχιζα να σε κοιτάζω και σου απαντούσα «Τίποτα». Να ήξερες πόσα «Νιώθω τυχερός που σε έχω» χώρεσα σε ένα τόσο δα «τίποτα».

Κάναμε υπέροχες συζητήσεις με θέματα τόσο σημαντικά όσο και ασήμαντα. Παθιαζόμασταν με το κάθε τι και σε θυμάμαι να μου αφιερώνεις τραγούδια λέγοντας «Ακούω αυτό και σε σκέφτομαι». Πόσα χαμόγελα σε κάθε τέτοια σκέψη, ρε πούστη μου.

Θυμάμαι να σου λέω «Εσύ θα μου κάνεις ζημιά» κι εσύ να απαντάς «Σουτ, δεν είναι ζημιά». Μεταξύ μας υπήρχαν πράγματα που δε μπορώ να εξηγήσω εύκολα με λέξεις. Υπήρχε το παιχνίδισμα, η αθωότητα και ένα «σε θέλω» στην άκρη των χειλιών μας.

Γελάω ακόμα για τη στιγμή που είχα άγχος και εσύ μου τραγουδούσες το «Να με προσέχεις» γιατί ήξερες ότι έτσι θα παραμέριζα κάθε άγχος και θα σου έσκαγα εκείνο το χαμόγελο που -νομίζω- ερωτεύτηκες. Όλα αυτά και άλλα τόσα που δε θα μπορούσα να καταγράψω ακόμα και αν αφιέρωνα το χρόνο ολόκληρης ημέρας.

Και φτάσαμε στο τέλος κάπως απότομα. Όπως ξεκινήσαμε. Άλλωστε ένα βράδυ στο είπα. “Great things happen in a blink of an eye”.

Δεν ήτανε γραφτό μας, ας πούμε. Δεν έτυχε. Δεν το παλέψαμε αρκετά. Δεν το χειριστήκαμε σωστά. Δεν ξέρω. Και για λίγες στιγμές θέλησα να ξεχάσω κάθε τι καλό που περάσαμε μαζί. Να προχωρήσω και να νευριάσω με εμάς που αφήσαμε να φθαρεί αυτό το τόσο αθώο συναίσθημα που κουβαλούσαμε.

Στάσου λίγο.  Γιατί να σε θυμάμαι αλλιώς; Γιατί να μη θυμάμαι όλα εκείνα που έκαναν υπέροχο αυτό που είχαμε; Άλλωστε, είσαι κάτι δικό μου. Κομμάτι μου. Πάντα θα είσαι. Κι ας είσαι κοντά μου. Κι ας δεν είσαι.

Εγώ θα κρατήσω τα καλά. Και θα σε θυμάμαι πάντα με χαμόγελο.

Γιατί όπως κι αν κατέληξε ο έρωτας, οι αναμνήσεις παραμένουν ζωντανές όσο εμείς τις κρατάμε στη ζωή.

Συντάκτης: Πάνος Κούλης
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή