Πολλές φορές έχει τύχει να αναρωτηθείς αν είχες τη μαγική ικανότητα να γυρίσεις στο παρελθόν και να επιλέξεις, τι από όλα αυτά θα έσβηνες. Από τη μια πλευρά, υπάρχουν άνθρωποι που δε θα ήθελαν παραλλαγμένο το παρελθόν. Αυτούσιο και ως έχει, αυτό τους καθόρισε στην τελική. Θα τα ξαναζούσαν όλα, όπως ακριβώς τα έζησαν, ακόμη και αυτά που ιδανικά δε θα ήθελαν να συμβούν.

Αλλά υπάρχουν και άλλοι που δε συμφωνούν με τούτο το σκεπτικό. Θέλουν να σβήσουν ορισμένες καταστάσεις. Ο άνθρωπος δε θέλει να βιώνει τον πόνο, ασχέτως αν αυτός μακροπρόθεσμα τον κάνει πιο δυνατό. Δε θέλουν κάποιες αναμνήσεις, γιατί μόνο θλίψη τους φέρνουν στο μυαλό. Στην επιλογή λοιπόν, αν θα τα έσβηναν κάτι από το παρελθόν ή θα τα άφηναν απαράλλαχτα, ως επί το πλείστον επιλέγουν το πρώτο.

Από μία στιγμή και μετά, ακόμα και το ωραίο φθείρεται. Μία σχέση όσο όμορφη και ιδανική μοιάζει στην αρχή, πολλές φορές με το πέρασμα του χρόνου φθείρεται και αλλοιώνεται. Τσακωμοί, άθλιες κουβέντες και γκρίνια διαστρεβλώνουν το μέχρι τότε ουτοπικό παρόν. Εκεί βρίσκεται για κάποιους η διαχωριστική γραμμή. Θα τα ξαναζούσαν ως εκεί. Θα άλλαζαν μίαν κατάσταση, μία φράση ακόμη και μια πράξη για να βρεθούν στο τότε ιδανικό.

Ο πόνος δεν είναι εύκολος όταν βιώνεται. Το σφίξιμο της απώλειας, όποιας μορφής και να είναι, το κενό μέσα σου. Αναμφίβολα δε θες να το περάσεις αυτό. Αν μπορούσες να κρατήσεις μόνο τα καλά θα το έκανες, δίχως δεύτερη σκέψη. Θα έσβηνες εκείνον τον τσακωμό και αυτό που ένιωσες μετέπειτα. Όλη τη διάρκεια αυτού του χρονικού αν είχες την ευκαιρία αυτή θα την έκαιγες έως ότου να καεί ολοσχερώς, δίχως αποκαΐδια και στάχτες.

Ένα χάπι να υπήρχε που να έσβηνε αυτό το κομμάτι που σου βασανίζει τον εγκέφαλο και δε σε αφήνει να κοιμηθείς ατέλειωτα βράδια. Ένα χάπι, που να επέλεγε με αριθμητικούς υπολογισμούς τι θα έσβηνε ανάλογα με το βαθμό που πόνεσες και τι όχι. Αφότου είχε κάνει όλα τα απαραίτητα, να επέλεγε τι θα κρατήσει. Τα ωραία όμως θα τα άφηνε ως έχουν, τίποτα δε θα άλλαζε σε αυτά.

Τη ζωή μας τη μετράμε μέσα από το πρίσμα της ευτυχίας, είτε αυτά αποτελούν αναμνήσεις είτε είναι το παρόν αυτό καθ’ αυτό. Κανείς δεν αναπολεί τον ανθρώπινο πόνο, τη θλίψη και ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σε ένα ιδανικό κόσμο ίσως ήσουν σε θέση να τα σβήσεις, το ζήτημα όμως είναι πώς θα μετρούσες τότε τις στιγμές ευτυχίας σου.

Χωρίς την απώλεια και τη θλίψη, δεν μπορείς να εκτιμήσεις την ευτυχισμένη εκδοχή σου. Δεν εκτιμάς έναν άνθρωπο προτού τον χάσεις, ούτε αναπολείς το παρελθόν μαζί του υπό την οπτική του παρόντος. Ιδεατά και μόνο, τα επιθυμείς ξανά, μέσα από το πρίσμα της τότε ευτυχίας που σε διακατείχε.

Ίσως να επέλεγες να σβήσεις κομμάτια από τη ζωή σου, ανθρώπους που μόνο κακό σου προξένησαν. Σε περίπτωση που το κατάφερνες όμως, κάτι άλλο θα ήταν εκεί να αντισταθμίσει το βάρος της ευτυχίας. Δεν μπορούμε, τουλάχιστον με τα έως τώρα επιστημονικά πορίσματα, να αλλάξουμε το παρελθόν. Ούτε να επιλέξουμε τι και ποιος θα μας πληγώσει. Το ζήτημα είναι να μπορούμε να ζυγίσουμε την ευτυχία που νιώσαμε και εάν αυτή αξίζει όλον αυτόν τον βασανισμό. Και εάν όχι, σε ένα παράλληλο κόσμο θα μπορούσες πιθανότατα να το ξεγράψεις από τη μνήμη σου. Μα στον επίγειο το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να συνεχίσεις με ό,τι καλό και ό,τι κακό πήρες από την εμπειρία αυτήν.

Επιμέλεια Κειμένου Χριστίνας Χατζηθεοδώρου: Κατερίνα Κεχαγιά.

Συντάκτης: Χριστίνα Κουλιάτσα