Υπήρξαν πολλές νύχτες που έβλεπα το κινητό μου να χτυπάει και το όνομά σου να εμφανίζεται στην οθόνη. Όμως, δεν ήθελα να σου απαντήσω. Κι αυτό ήταν η αρχή του τέλους. Έφευγες απ’ το μυαλό μου.

Σκεφτόμουν όλους τους λογούς που είχα, ώστε να σε αποφύγω. Αναρωτιόμουν πώς κάτι που τόσο πολύ αγάπησα πλέον έχει φθαρεί. Κι ως διά μαγείας, εντός μου χτύπησε ένας ήχος αφύπνισης. Για να με ταρακουνήσει, ώστε να ξυπνήσω. Η προσγείωση θα ήταν απότομη, αλλά δε με ένοιαζε. Είχα προετοιμαστεί για το τι θ’ ακολουθήσει.

Όταν θα πατούσα και με τα δυο πόδια στο έδαφος τότε θα ερχόταν κι η ώρα της απομυθοποίησής σου. Θα απολάμβανα, επιτέλους, τη μαγική εκείνη στιγμή που θα φορούσα το πιο λαμπερό χαμόγελό μου. Τότε θα έλεγα στον εαυτό μου ότι δεν αξίζω να χαλιέμαι για ένα παρελθόν που με άφησε να βασανίζομαι. Στην αρχή, σου ομολογώ, με φόβιζε αρκετά όλο αυτό. Ίσως γιατί αρνιόμουν να το αποδεχτώ.

Τώρα θα περιμένεις ν’ ακούσεις ευχάριστα πράγματα από μένα. Κι όμως, είναι. Δε θα καθίσω να σου πω τι έκανες. Θα ήθελα όμως να μάθεις τι δεν έκανες. Αυτά, άλλωστε, δεν έχουν σημασία;

Δεν μπόρεσες να με χειριστείς, δεν κατάφερες να με κερδίσεις αφού φοβόσουν τις καταιγίδες. Βλέπεις, δεν είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που ερωτεύονται σιωπηλά. Αγαπώ άγρια και χωρίς φραγμούς. Ψιλά γράμματα αυτά για σένα, έτσι δεν είναι;

Ποτέ δε μου έκανες τη ζωή πιο εύκολη, γιατί δεν ήσουν καλή επιρροή. Στα πιο σημαντικά προβλήματά μου δεν ήσουν ποτέ εκεί ουσιαστικά. Μόνο δήλωνες την παρουσία σου. Τίποτα άλλο παραπάνω. Σε τρόμαζε η ιδέα να συμπληρώνεσαι μέσα από έναν άλλο άνθρωπο.

Δεν υποστήριξες καμία απόφασή μου, όπως έπρεπε. Οι απαντήσεις σου στις ερωτήσεις μου ήταν πάντα μονολεκτικές. Σαν να βαριόσουν ν’ ασχοληθείς. Τώρα κατάλαβα πως ζήλευες. Γιατί δεν άντεχες να με βλέπεις να εξελίσσομαι.

Σταμάτησες να με διεκδικείς όταν με κέρδισες. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην είμαι πια η προτεραιότητά σου. Κι αυτό έδειχνε ότι δε με εκτιμάς. Ο εγωϊσμός σου ήταν μεγαλύτερος από τα θέλω σου. Όμως, τα δεδομένα κάποια στιγμή γίνονται ζητούμενα. Είναι νόμος του έρωτα αυτός.

Τα « σ΄αγαπώ» και τα «συγγνώμη» τα έλεγες μόνο όταν βρισκόσουν σε δύσκολη θέση. Πολλά έλεγες και λίγα εννοούσες. Γεμάτα από λάμψη κι υποσχέσεις τα λόγια σου, αλλά οι πράξεις σου ήταν το απόλυτο τίποτα. Σε τρόμαζε η αγάπη. Ζούσες μόνο για το χειροκρότημα. Το χειροκρότημα, ωστόσο, το κερδίζουν αυτοί που προσπαθούν αληθινά κι όχι αυτοί που υποκρίνονται ρόλους.

Έρχεται κάποια στιγμή η πραγματικότητα και σε τσακίζει, σε πονάει και σε διαλύει. Μακάρι να την αντέξεις. Ειλικρινά στο εύχομαι για να δεις πώς είναι. Και πίστεψέ με, είναι όμορφη η στιγμή της αποκάλυψης. Εκεί που θα μείνεις με γυμνή την ψυχή σου. Όπου τα συναισθήματά σου θα σε τιμωρήσουν για όλα αυτά που τους στέρησες. Η καρδιά δεν αντέχει την τυραννία.

Και τώρα, επιτέλους δίνω τέλος σ’ αυτήν την ταλαιπωρία. Δε με ενδιαφέρεις πια. Κουράστηκα. Θα προχωρήσω μπροστά.

Εσύ πέρασες χωρίς να με ακουμπήσεις κι αυτό με πόνεσε. Μέχρι εκεί μπορούσες. Δεν ήσουν για πολλά. Εμένα κατηγορούσα που ενώ έβλεπα το ψέμα να κρύβει την αλήθεια δεν έκανα τίποτα για να το αλλάξω. Τώρα τα κατάφερα, όμως.

Αυτό που θα θυμάμαι από σένα θα είναι η ηδονή της χαράς και της λύτρωσης, όταν έφυγες απ’ τη ζωή μου. Γιατί το μόνο που άξιζε από σένα ήταν η απομυθοποίησή σου. Καλή τύχη σου εύχομαι στις μικρές κι αδιέξοδες διαδρομές σου. Μην ψάξεις να με βρεις, όταν η μοναξιά θα σου χτυπήσει την πόρτα.

Θα βρίσκομαι μακριά. Εκεί που θα έχω βρει την ευτυχία μου.

Συντάκτης: Δημήτρης Μπότης
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου