Η ιστορία μας έχει αποδείξει ουκ ολίγες φορές πως πολλά έγιναν για το συμφέρον. Πολλά συνέβησαν επειδή κάποιος είχε όφελος από κάποιον άλλο και το αντίστροφο. Πολλοί χρησιμοποίησαν πολλούς για κάτι που ίσως επιθυμούσαν να κερδίσουν και κατόπιν θυμήθηκαν εκείνο το ρητό με τη στυμμένη λεμονόκουπα και το πέταμα. Σκληρό να το λες, πόσο μάλλον να το ακούς από κάποιον που αγαπάς, κάποιον που εκτίμησες, επέλεξες και κράτησες.

Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε, δεν είναι μόνο οι άλλοι οι κακοί της ιστορίας, αυτοί που φέρνουν την καταστροφή και την τραγική κατάληξη στο υπέροχο παραμύθι μας. Κι εμείς έχουμε κάνει λάθη, κι εμείς κάναμε τις πάπιες, κι εμείς έχουμε πληγώσει, άλλους λίγο κι άλλους περισσότερο. Δεν είμαστε η εξαίρεση στον κανόνα, απλώς τείνουμε να τον επιβεβαιώνουμε. Λίγες φορές χάνουμε την ευκαιρία να το κάνουμε.

Όμως παρά το έμφυτο, θα ‘λεγες, χαρακτηριστικό μας να κοιτάμε την πάρτη μας, γιατί ανά τους αιώνες έμεινε ως κάτι κατακριτέο; Γιατί δείχνουμε με το δάχτυλο όσους μας άφησαν για κάτι καλύτερο απ’ τη στιγμή που όλοι το κάναμε, το κάνουμε και θα το κάνουμε; Ίσως είμαστε απλώς εγωιστές και παρτάκηδες και θέλουμε όλα να περιστρέφονται γύρω μας ή είμαστε υπερβολικά ευαίσθητοι για να αποδεχτούμε πως ο κόσμος προχωράει με ή χωρίς εμάς. Μια λογική απάντηση είναι αυτή. Μια ρεαλιστική, όμως, είναι πως δεν εγκαταλείπεις τους ανθρώπους που αγαπάς.

Και ξαφνικά φτάσαμε στο ζουμί της υπόθεσης, στο σημείο που όντως πονάει κι είναι ο βασικός λόγος που έχουμε τον επικριτικό μας τόνο στην άκρη της γλώσσας μας με το παράπονο να μας τρώει και το δίκιο να μας πνίγει. Δεν εγκαταλείπεις αυτούς που αγαπάς. Δεν τους αφήνεις στη μοίρα τους. Μένεις εκεί να τους στηρίξεις κι ας πέσεις κι εσύ μαζί τους. Αν πρόκειται να σηκωθείτε παρέα, λίγο σε νοιάζει η πτώση κι οι πληγές στο πρόσωπό σου. Αν τους αγαπάς, θα μείνεις, θα κάτσεις μαζί τους και θα κρατήσεις γερά μέχρι το τέλος.

Πονάει να σε αφήνουν, τσούζει να γίνονται καπνός στα δύσκολα. Όσο πόνεσε εσένα όταν σε άφησαν στα κρύα του λουτρού, άλλο τόσο πονάει και τους άλλους, όσους τους άφησαν κι όσους άφησες. Δεν είσαι η κατατρεγμένη ψυχή του κόσμου τούτου, σχεδόν θα εκπλαγείς πόσοι άλλοι είναι οι συμπάσχοντες κι οι αδικημένοι, θα ξαφνιαστείς πως το παράπονο που τρώει τα σωθικά σου τρώει τα σωθικά κι άλλων πόσων. Αγάπησαν, εναπόθεσαν το βάρος και ξαφνικά έμειναν να το σηκώνουν μόνοι τους.

Κι αυτό γιατί επένδυσαν σε ανθρώπους με τους οποίους αισθάνθηκαν την οικειότητα να μοιραστούν το φορτίο που κουβαλούσαν, εξάλλου είχε πονέσει η πλάτη τους να το σηκώνουν μόνοι. Κι αντί για τη συμπαράσταση που περίμεναν, έμειναν να ψάχνονται πού να εναποθέσουν τα κομμάτια τους και στην τελική έμεινα να τα βαστούν.

Τους άφησαν όταν τα πράγματα ζόρισαν, τους κούνησαν το μαντήλι όταν αποφάσισαν να μεταναστεύσουν για κάποιο ευνοϊκότερο κλίμα με ανθρώπους που ίσως έχουν λιγότερα προβλήματα και μεγαλύτερη διάθεση να ακούσουν τα ζητήματα που τους απασχολούν όσο εσύ είχες να λύσεις τα δικά σου.

Τους ανθρώπους που αγαπάς δεν τους αφήνεις. Κι αν έχεις σκοπό να τους αφήσεις τουλάχιστον μην πεις πως τους αγαπάς. Γιατί η αγάπη είναι δέσμευση, είναι η αλυσίδα που σας κρατά ενωμένους όσο κι αν ζορίσουν τα πράγματα, όσο δύσκολα κι αν σας τα φέρουν οι καιροί. Σίγουρα δεν είναι κάτι που το λες για να περάσει η ώρα. Όσο λες πόσο αγαπάς τον άλλο, του δίνεις πάτημα να σε εμπιστευθεί, να σε ονομάσει δικό του άνθρωπο και κατόπιν να σε εντάξει σε ένα κύκλο συναισθημάτων που πλέον, συμπεριλαμβάνονται και τα άσχημα. Για την αγάπη πλάστηκαν τα άσχημα, την τσεκάρουν, την ενισχύουν ή την διαλύουν εντελώς. Τα καλά και τα χαρμόσυνα κράτα τα για κάνα καφέ ή στην καλύτερη για εκείνο το Σαββατόβραδο που λέτε να βγείτε να τα πιείτε.

Δεν τη φοβάσαι την αγάπη στα άσχημα, της έχεις εμπιστοσύνη και την αφήνεις να κάνει τα κουμάντα της. Της επιτρέπεις να παρέμβει όταν το τοπίο σκουραίνει, της αφήνεις το ελεύθερο να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: να ενώνει. Αν χωρίσει αντί να ενώσει το πιθανότερο είναι πως κακώς μιλούσες για αγάπη, κακώς βάφτισες με ένα τόσο όμορφο όνομα κάτι που δεν τη φτάνει ούτε στο μικρό της δαχτυλάκι. Αν ήταν αγάπη θα σας άφηνε μαζί, δε θα σας πετούσε σε διαφορετικές μεριές και δε θα έσπερνε την έχθρα μεταξύ σας.

Τους ανθρώπους που αγαπάς δεν τους εγκαταλείπεις ούτε όταν έρχεται η μπόρα ούτε στη λιακάδα. Γι’ αυτούς που αγαπάς δεν έχει καιρούς και συναισθηματικές διακρίσεις, έχει μόνο το τώρα. Το τώρα σας βρίσκει μαζί και μαζί οφείλει να σας αφήσει. Η αγάπη κι η συμπόνια σας αφήνει να κρατάτε ο ένας το χέρι του άλλου και με το ξεκίνημα της νέας μέρας με τον ίδιο τρόπο πρέπει να σας ανταμώσει. Μαλώστε, φωνάξτε, βγάλτε τα από μέσα σας, νιώστε ανάλαφροι και μετά τρέξτε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Αν αγαπιέστε όσο λέτε, τότε δε θα ξέρετε άλλο δρόμο, μόνο αυτόν θα θυμάστε και μόνο αυτόν θα ακολουθήσετε.

Έχει ο καιρός γυρίσματα κι οι άνθρωποι αλλάζουν, οι σκέψεις μεταβάλλονται, ο τροχός γυρίζει, αλλά τα συναισθήματα έχουν τάση να αφήνουν νωπή τη στάμπα τους για καιρό. Δεν ξεθωριάζουν τόσο εύκολα όσο θα θέλαμε να συμβαίνει. Αν αγαπάς τώρα, θα αγαπάς και μετά κι αν θες να μείνεις σήμερα, δε θα σε πιάσουν τάσεις φυγής αύριο. Αν αγαπάς θα μείνεις κι αν σ’ αγαπούν θα μείνουν.

Συντάκτης: Αλίκη Αμπατζή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη