Τα βραδινά στέκια ερημώνουν ενώ τα σπουδαστήρια, οι βιβλιοθήκες και τα ήσυχα χουχουλιάρικα καφέ γεμίζουν ασφυκτικά. Στις στάσεις απ’ όπου περνάνε τα λεωφορεία για την πανεπιστημιούπολη δεν περιμένει ψυχή, τα φωτοτυπάδικα πλουτίζουν και τα sites για παρακολούθηση ή κατέβασμα σειρών παίρνουν φωτιά. Ναι, είναι περίοδος εξεταστικής. Τα τηλέφωνα και τα ηλεκτρονικά μηνύματα χτυπούν συνέχεια, με κάθε λογής γνωστούς που σκάνε μύτη ξαφνικά σαν τα μανιτάρια για να ζητήσουν σημειώσεις για τα μαθήματα του εξάμηνου που ποτέ δεν έκαναν τον κόπο να παρακολουθήσουν πάνω από μία φορά.

Για τρεις φορές το χρόνο το πανεπιστήμιο γίνεται πραγματικά σοβαρή υπόθεση κι ο χρόνος σου μοιράζεται ανάμεσα στον ύπνο, το διάβασμα μέχρι να γίνει το μυαλό σου πελτές και τις σειρές που βλέπεις στο ενδιάμεσο. Καταφέρνεις να αποθηκεύσεις πληροφορίες που τελικά δε θα θυμάσαι για πολύ καιρό κι ούτε χρειάζεται κιόλας τέτοιες που είναι. Παραμιλάς επαναλαμβάνοντας κλίσεις ρημάτων κι ουσιαστικών, φράσεις από λατινικές ωδές, μαθηματικούς τύπους, ή κάθε είδους θεωρίες και καταλόγους χαρακτηριστικών κάθε πιθανού φαινομένου.

Και ταυτόχρονα προσπαθείς να είσαι και δημιουργικός, αλλά είναι αδύνατον και το ξέρεις πολύ καλά. Ανάμεσα στους καφέδες, τα ξενύχτια και τις απανωτές υποσχέσεις στον εαυτό σου ότι στο επόμενο εξάμηνο θα διαβάζεις πιο τακτικά, δεν υπάρχει ούτε άλλος χώρος ούτε άλλος χρόνος. Η δημιουργικότητά σου εξαντλείται στο να εφεύρεις μνημοτεχνικούς κανόνες και να κατασκευάσεις τα πιο πρωτότυπα σκονάκια. Μην το αρνηθείς, το ξέρουμε κι οι δυο ότι έτσι είναι.

Στερεύεις εντελώς από ιδέες και κοιτάς αποχαυνωμένα τη λευκή σελίδα του υπολογιστή που περιμένει να τη γεμίσεις με το άρθρο της βδομάδας. Μάταιη η προσπάθεια. Απ’ το μυαλό σου το μόνο που περνάει είναι εκείνος ο στρογγυλός θάμνος που διασχίζει το δρόμο στα γουέστερν, σημάδι της πλήρους ερήμωσης. Μια αράχνη πλέκει τον ιστό της κι από κάπου ακούγεται ο χαρακτηριστικός ήχος του τριζονιού. Κενό το απόλυτο. Κατέβηκε ο γενικός διακόπτης του τομέα που κατεβάζει ιδέες όπως επίσης και τα παντζούρια.

Ας το παραδεχτούμε, αν είχες ένα υποτυπώδες πρόγραμμα όλα θα κυλούσαν πολύ πιο εύκολα. Πόσες φορές έχεις υποσχεθεί στον εαυτό σου κι ίσως στους γονείς σου ότι το επόμενο εξάμηνο, αν μη τι άλλο, θα διαβάζεις από πιο νωρίς, θα διαβάζεις με σύστημα, θα αρχειοθετείς με την ώρα σου τις σημειώσεις σου… Φρούδες ελπίδες. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, πρέπει να καταφέρεις να τα προλάβεις όλα και μάλιστα ταυτόχρονα.

Κάπως έτσι και για κάτι λιγότερο από ένα μήνα τρεις φορές κάθε χρόνο, η ζωή σου μπαίνει στον pause για χάρη του πολυπόθητου πτυχίου. Αυτού που θα πάρεις, θα το χαρείς, θα το κορνιζάρεις και μετά μάλλον δε θα σου χρειαστεί και πάρα πολύ… Αλλά επειδή ποτέ δεν ξέρεις και όσο να’ναι πτυχίο είναι αυτό, του αξίζει ο κόπος κι η προσπάθεια.

Έτσι κι αυτή τη φορά θα σφίξεις τα δόντια και θα απλώσεις τα βιβλία στο γραφείο, στο κρεβάτι ή στο πάτωμα. Θα βγάλεις τα υπογραμμιστικά και τα χρωματιστά στιλό σου, θα γεμίσεις σελίδες επί σελίδων με σημειώσεις και θα ζωγραφίσεις τις φωτοτυπίες που χρυσοπλήρωσες. Θα πιεις ατέλειωτους καφέδες κι οι αναμνήσεις απ’ την εποχή των πανελληνίων θα γίνουν επικίνδυνα έντονες. Θα βρίσεις τον καθηγητή, θα βρίσεις τη σχολή σου, θα βρίσεις τον εαυτό σου, αλλά τελικά όλο και κάτι θα σου μείνει.

Κι όμως, θα φτάσει η μέρα που θα δώσεις –επιτέλους!– και το τελευταίο μάθημα γι’ αυτήν την εξεταστική. Κι ακριβώς τη στιγμή που θα παραδίδεις το γραπτό σου θα ξέρεις ότι δεν πρόκειται να τηρήσεις ούτε μια φορά τις υποσχέσεις σου για συστηματικό διάβασμα καθ’ όλη τη διάρκεια του εξαμήνου. Γιατί η φοιτητική ζωή είναι πιο ανέμελη και πιο γλυκιά. Δε σου βάζει το μαχαίρι στο λαιμό, δε σε σφίγγουν οι υποχρεώσεις με τον ίδιο τρόπο που σφίγγουν τον υπόλοιπο κόσμο.

Ίσως αυτές να σου ρουφούν, τελικά, όλη τη δημιουργικότητα και τη μικρή δόση τρέλας που αυτή χρειάζεται. Γι αυτό μπορεί να στερεύεις μέσα στην εξεταστική. Όπως και να ’χει, μην τρελαίνεστε. Εξεταστική είναι, θα περάσει και μακάρι όλα μας τα προβλήματα να ήταν ότι 500 σελίδες ύλη δε βγαίνουν στις 2 ώρες πριν την εξέταση…

Συντάκτης: Νεφέλη Αρδίττη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη