Αν το να πάρεις δίπλωμα οδήγησης δεν είναι μέσα στη λίστα με τα πράγματα που θέλεις να πραγματοποιήσεις, εμένα σφύρα μου. Αυτός κι αν είναι ένας ακόμα λόγος που περιμένεις να πατήσεις τα δεκαοχτώ. Μπορεί να φρικάρεις λίγο με το γεγονός ότι μεγαλώνεις, αλλά και πάλι έχεις τη θετική πλευρά ότι θα κρατάς το τιμόνι και σαν τη Βουγιουκλάκη στη «Σοφερίνα» θα κάνεις τις βόλτες σου.

Γιατί, φίλτατε, υπάρχει κάτι καλύτερο απ’ τις βόλτες με το αμάξι; Όχι, θα σου πω εγώ. Είσαι θυμωμένος με το σύμπαν που δε σε έχει αφήσει σε ησυχία και θέλεις να ηρεμήσεις; Το τρελό γκομενάκι που στάμπαρες εδώ και καιρό έχει αμόρε κι εσύ ξενέρωσες; Το αφεντικό στη δουλειά έχει αποφασίσει να σου κάνει το βίο αβίωτο; Μία είναι η λύση. Πάρε το αμάξι σου και πάρε τους δρόμους.

Όσο και να το διακωμωδούμε, η βόλτα με το αυτοκίνητο έχει άλλη χάρη κι αμφιβάλλω αν υπάρχει κάτι που να μας ηρεμεί τόσο πολύ. Μπαίνεις μέσα στο αμάξι, ρε φίλε, βάζεις τη μουσική που γουστάρεις και ξεκινάς χωρίς να έχεις συγκεκριμένο προορισμό. Κάθεσαι και χαζεύεις τον ουρανό, τα μαγαζιά, τα άλλα αυτοκίνητα. Παρατηρείς τους ανθρώπους γύρω σου. Βλέπεις πως δεν είσαι ο μόνος που έχει προβλήματα και συνειδητοποιείς πως άμα κοιτάξεις λίγο καλύτερα τον καθένα, θα δεις το πραγματικό πρόσωπό του. Αυτό με τις ανησυχίες, αυτό με τις ρυτίδες απ’ τα γέλια.

Είσαι μόνος σου. Εσύ και το αυτοκίνητό σου. Κρατάς το τιμόνι με τα χέρια σου, αλλάζεις ταχύτητες, γκαζώνεις, μένεις στάσιμος. Απολαμβάνεις την ομορφιά του ενώ τα αγαπημένα σου τραγούδια χαϊδεύουν τα αφτιά σου. Κατεβάζεις το παράθυρο κι ο αέρας χτυπάει αμέσως το πρόσωπό σου. Παίρνεις βαθιές ανάσες. Από εκείνες που το σπίτι σου δε σε άφηνε να πάρεις και πνιγόσουν. Ενώ το αυτοκίνητο, σαν σωσίβιο, σε πιάνει απ’ το χέρι και σου λέει «φίλε, εγώ θα σε σώσω».

Και όσο περισσότερο προχωράς, τόσο περισσότερο απολαμβάνεις την αίσθηση της ελευθερίας. Γιατί για ‘κείνη την ώρα που βρίσκεσαι μέσα στο αμάξι, είσαι ελεύθερος. Έχεις κάνει ένα μικρό διάλειμμα απ’ τη ζωή και την καθημερινότητα. Ζεις σαν να σταμάτησε ο χρόνος. Σαν να μην υπάρχει κανένας πέρα από ‘σένα.

Τα προβλήματά σου ξαφνικά χάνουν την τόση σημασία που τους είχες δώσει, ο θυμός σου ξεθυμαίνει, η στεναχώρια σου σιγά-σιγά αποχωρεί. Γιατί η βόλτα αυτή είναι το φάρμακο που πότε-πότε όλοι μας το χρειαζόμαστε κι ας κάνουμε τους μάγκες, ότι εμείς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε όλα τα σκατά. Λες κι είμαστε μηχανές, υποχρεωμένες να αντέχουν καθετί που πετάγεται στο δρόμο μας.

Κι αν εσύ δε σου αρκείς, πού να δεις πώς είναι να πηγαίνεις βόλτα με τους φίλους σου. Μπορεί να θεωρείται κάτι εντελώς κοινότυπο, αλλά μα το Θεό, κάθε φορά είναι σαν την πρώτη. Γελάτε μέχρι να πονάτε, τραγουδάτε μέχρι τα αφτιά σας να μην αντέχουν την παραφωνία σας και μιλάτε λες κι έχετε να δείτε ο ένας τον άλλον κάτι αιώνες -μην είμαστε κι υπερβολικοί. Τα τραγούδια απ’ τις αγαπημένες σας μπάντες αντηχούν στο εσωτερικό κι ο καπνός απ’ το τσιγάρο ξεπηδάει απ’ το παράθυρο. Αν μη τι άλλο, είναι ένας απ’ τους πιο ωραίους τρόπους δεσίματος μεταξύ φίλων που μπορεί να σου χαρίσει αμέτρητες αναμνήσεις.

Σε μαθαίνει να εκτιμάς τις μικρές στιγμές, να συνειδητοποιείς πως, είτε στα χειρότερα είτε στα καλύτερα, έχεις ανθρώπους δίπλα σου, διατεθειμένους να διανύσουν χιλιόμετρα μαζί σου, προκειμένου να είναι δίπλα σου σε κάθε αναποδιά.

Οπότε, λοιπόν, αυτό είναι το καταφύγιό μας. Τέσσερις ρόδες, το τιμόνι, το φρένο και το γκάζι.

Συντάκτης: Χριστίνα Νικολοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη