Λατρεμένα παιδικά χρόνια. Παιχνίδια, βόλτες με ποδήλατα, «ξενύχτια» στα γηπεδάκια μέχρι να κλείσουν τα φώτα, μπάνια στη θάλασσα, κρυφτό, κυνηγητό. Άλλες τόσες και τόσες αναμνήσεις που έχουμε χαραγμένες στο μυαλό μας. Όμορφα, ήρεμα χρόνια. Δεν είχες πολλές σκοτούρες, δε σε ανησυχούσε τίποτα. Η καθημερινότητα ήταν απλή. Σχολείο, σπίτι, παιδική χαρά και πάλι σπίτι. Κι αυτό όχι κάθε μέρα γιατί είχαμε και «διαβάσματα». Αν ήξερα τότε τι με περίμενε στα επόμενα χρόνια της ζωής μου όσο αφορά το διάβασμα, θα ορκιζόμουν ότι δε θα γκρίνιαζα.

Τι να πρωτοπείς και να σκεφτείς για τα παιδικά χρόνια. Ήμασταν ευτυχισμένα κι αθώα παιδιά. Είχαμε φίλους, είχαμε παιδικούς έρωτες. Ήμασταν χαρούμενοι και δε μας ένοιαζε απολύτως τίποτα. Εξάλλου, όταν ρωτούσαμε τους γονείς μας αν όλα ήταν καλά, εκείνοι μας καθησύχαζαν με ένα χαμόγελο και τη φράση «αυτά είναι για τους μεγάλους, εσύ είσαι παιδί ακόμα.»

Πόσες φορές θύμωνα με αυτή την έκφραση, πόσο δεν ήθελα να την ακούω. Και τώρα όσο μεγαλώνουμε, ευχόμαστε με μεγαλύτερη δύναμη να υπήρχε μηχανή του χρόνου και να γινόμασταν πάλι παιδιά. Εκτιμούσαμε τα πάντα, ήμασταν ευχαριστημένοι με τα πιο απλά πράγματα. Όχι βέβαια ότι δε ζηλεύαμε άμα βλέπαμε κάτι που είχαν οι άλλοι κι όχι εμείς.

Κι έτσι ξεκινάει η ιστορία με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Αγαπημένα 90s. Ήταν χρόνια σημαδεμένα με σπουδαίες ανακαλύψεις. Είχαμε τόσα πολλά που δεν ξέραμε τι να τα κάνουμε. Όμως μας μεγάλωσαν όμορφα και μας έβαλαν στο σωστό δρόμο για την εφηβεία, χωρίς το κάψιμο των online games. Πόση γκρίνια πρέπει να άντεξαν αυτοί οι καημένοι γονείς εκείνα τα χρόνια; Ακόμα θυμάμαι παιδιά να κάνουν καθιστική διαμαρτυρία έξω από τα καταστήματα.

Game boy. Ας είναι καλά ο μπαμπάς που το κράτησε και πρόλαβα κι εγώ να γνωρίσω τη μαγεία του να φυσάς τις κασέτες του Tetris και του Super Mario για να παίξουν σωστά. Που έβλεπες ένα πράγμα, σε μέγεθος τούβλου, να κρατιέται από ένα παιδί που δεν ξεπερνούσε το ένα μέτρο. Η καθημερινή άσκηση των αντιχείρων κι η ασχολία που θα μπορούσε να μας κρατήσει έως και δύο ώρες ήσυχους. Τι άγχος, Παναγία μου, κι αυτό; Τα τουβλάκια στο Tetris θα χωρέσουν; Κι ο Mario θα μπορέσει να σώσει την πριγκίπισσα ή δε θα προλάβουν να ζήσουν το «και ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα;».

Pacman. Αν ρωτήσεις μεγάλο άνθρωπο τώρα, είναι σίγουρο ότι δε θα βρει κανένα νόημα στο να παίξει ένα παιχνίδι που ο ήρωας προσπαθεί να φάει όσες περισσότερες τελείες μπορεί, χωρίς να τον πιάσουν τα φαντάσματα. Τότε όμως τα πληκτρολόγια είχαν πάρει φωτιά. Ένας Θεός ξέρει αν καταφέραμε ποτέ να περάσουμε τη δέκατη πίστα. Κερδίζαμε, χάναμε κι άντε ξανά απ’ την αρχή και πάμε πάλι το ίδιο. Θα ορκιζόμουν πως ένα μεγάλο μέρος της επιμονής κι υπομονής που έχουμε σαν άνθρωποι, οφείλεται σε αυτό το παιχνίδι.

Στριτ φάιτερ. Ήταν η ώρα που ξέραμε ότι θα πέσει ξύλο. Σε πόσους αγώνες πήγαμε, σε πόσες χώρες «ταξιδέψαμε» και πόσους αντιπάλους πλακώσαμε, ούτε εμείς ξέρουμε, ακόμα τους μετράμε. Στον ήρωά μας, βλέπαμε το μαχητικό πνεύμα που θα θέλαμε να έχουμε όταν μεγαλώσουμε. Τη δύναμη, την ταχύτητα, την αυτοσυγκέντρωση. Ήμασταν τόσο πωρωμένοι, που ακόμα και τώρα απορώ αν αφήσαμε κανένα γυαλικό σπίτι μας, μετά από τόσες προσπάθειες που κάναμε για να μιμηθούμε τον παίκτη μας. Και το πολύ-πολύ αν δεν έμενε τίποτα να ρίξουμε, χτυπιόμασταν μεταξύ μας.

Μπορεί οι γονείς μας να γκρίνιαζαν για τις αμέτρητες ώρες που περνούσαμε μπροστά από μία οθόνη, αλλά πού να καταλάβαιναν πόσο μαγικό μας φαινόταν. Ότι μπορούσαμε με κάποιο τρόπο να ξεπηδήσουμε απ’ το τώρα στην εικονική πραγματικότητα μέσα σε δευτερόλεπτα.

Donkey Kong, The Legend of Zelda, Mortal Kombat. Είναι τόσα και τόσα αξιοσημείωτα παιχνίδια που συντρόφευαν τα παιδικά μας χρόνια και που αν τα ξεθάψουμε ποτέ από καμιά κούτα, σίγουρα θα τα βάλουμε σε λειτουργία. Όχι τίποτα άλλο, να νιώσουμε λίγο ακόμα παιδιά και μετά να γυρίσουμε πίσω.

Συντάκτης: Χριστίνα Νικολοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη