Αναρωτιέμαι, πολλές φορές, γιατί οι άνθρωποι θέλουν να μην είναι μόνοι τους; Και μετά βλέπω εμάς. Καθόμαστε απέναντι στο ίδιο τραπέζι, με τα βλέμματα χαμηλά και μια νεκρή σιωπή να αιωρείται στην ατμόσφαιρα. Μιλάμε χωρίς να ακούμε, αγγιζόμαστε δίχως να νιώθουμε και το τραπέζι μεγαλώνει καθημερινά. Η απόσταση μεταξύ μας αυξάνεται, το κενό ανάμεσά μας μάς στοιχειώνει. Μαλώνουμε στην προσπάθειά μας να επιβληθούμε, να σώσουμε ό,τι σώζεται απ’ τον εγωισμό μας. Εκεί φτάσαμε. Και μετά δε βλέπω κανέναν.

Είναι παράξενο να είσαι σε μια σχέση και κατά βάθος να νιώθεις τόσο μόνος. Υπάρχεις δίπλα μου μονάχα ως φυσική παρουσία, τίποτα παραπάνω. Ίσως, να μη γίναμε τώρα ξένοι, ίσως πάντοτε να ήμασταν. Δύο άνθρωποι που δεν κατάλαβαν ποτέ ουσιαστικά τον άνθρωπό τους. Όχι, επειδή δε θελήσαμε ή δεν προσπαθήσαμε, αλλά γιατί δεν αφεθήκαμε πραγματικά.

Ακολουθήσαμε τη συνταγή κατά γράμμα: «Όπως κάνουν όλα τα ζευγάρια», σαν ένα ζεύγος φωτοτυπιών αντιγράψαμε όλες τις συνήθειες, τα λόγια και τις πράξεις των άλλων. Λυπάμαι, μωρό μου, αλλά στηριχθήκαμε στη συνταγή της αποτυχίας.

Μακάρι, να μπορούσες να με καταλάβεις. Έστω και για μία στιγμή να ήσουν ικανή να αντικρίσεις το χάος που επικρατεί μέσα μου. Πάντα με έβλεπες μέσα απ’ τα δικά σου μάτια, με έκρινες με βάση τους δικούς σου κανόνες. Κάθε φορά που με έφερνες στα μέτρα σου, απογοητευόσουν. Δεν προσπάθησες ποτέ να μπεις στη θέση μου, να ακούσεις πραγματικά και τη δική μου πλευρά. Είχες βγάλει τα συμπεράσματά σου πριν προλάβω να ανοίξω το στόμα μου. Βέβαια, εγώ φταίω περισσότερο από σένα.

Δεν είμαι εύκολος χαρακτήρας, στο είχα πει εξαρχής. Έχω τη δική μου λογική, μια διαφορετική κριτική σκέψη. Δύσκολα ανοίγομαι, δε μιλάω για τα συναισθήματά μου, τα προβλήματα και τους φόβους μου. Τα κρατάω όλα για μένα, μέχρι να νιώσω την ανάγκη να τα εξωτερικεύσω. Προτιμώ τις μικρές καθημερινές πράξεις, εκείνες που κάνει ένας άνθρωπος από αγνή αγάπη. Τα λόγια είναι του αέρα, δεν έχουν καμία υπόσταση, το κύρος τους είναι μηδαμινό. Δε μιλάω ποτέ για μένα, δε βρίσκω το λόγο. Αυτό είναι το πρόβλημα, δε με άκουσες να μιλάω για μένα κι αποφάσισες να μου πεις τι νιώθω και πώς σκέφτομαι.

Αν σου έλεγα ότι δε θέλω να μιλάμε συνέχεια, πίστευες ότι σε βαριέμαι. Όταν περνούσε ο καιρός και δεν είχες ακούσει το «σ’ αγαπώ», νόμιζες ότι δε σε έχω ανάγκη. Το μυαλό σου δημιουργούσε το χειρότερο σενάριο για να καλύψει τις ανασφάλειές σου. Ψάχνεις μια μορφή επιβεβαίωσης, την οποία δεν είμαι σε θέση να στη δώσω.

Τόσα χρόνια κι ακόμη δεν έχεις συνειδητοποιήσει τι άνθρωπος είμαι. Δε σε κατηγορώ, είναι δικό μου το λάθος. Είναι δική μου ευθύνη που δεν έχεις αντιμετωπίσει τις ανασφάλειές σου, που δε σε έχω βοηθήσει να τις ξεπεράσεις. Όμως, πέρασε τόσος καιρός και κουράστηκα να παλεύω με τους φόβους σου.

Σε αγάπησα πολύ. Ειδικά, εκείνες τις μέρες που δεν ήθελες να με βλέπεις, σε λάτρεψα. Στεκόμουν πάντα βράχος δίπλα σου, μέχρι σήμερα. Σήμερα, θέλω να ανοίξω την πόρτα και να φύγω. Να απομακρυνθώ από σένα, απ’ τα προβλήματα που μας κατέστρεψαν. Είναι λάθος να πω πως έκανα υπομονή, δε σε ανέχτηκα ποτέ. Σε δέχτηκα όπως ακριβώς σε γνώρισα, με τις ατέλειες και τις φοβίες σου. Δε θέλησα να σε αλλάξω, μονάχα να σε βελτιώσω, να σε απαλλάξω από όσα σε έτρωγαν. Δυστυχώς, απέτυχα παταγωδώς. Η ανασφάλειά σου με διέλυσε.

Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω και να αλλάξω κάτι, θα άλλαζα εμένα. Έκανα πολλές λάθος επιλογές, οι οποίες μου κόστισαν πολύ ακριβά. Εσένα θα σε κρατούσα ίδια, όπως ακριβώς σε γνώρισα, σε αγάπησα, με την ελπίδα να σε κάνω να με καταλάβεις. Η αρχή ήταν ονειρεμένη, στην πορεία χαθήκαμε.

Συντάκτης: Θάνος Αραμπατζής
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη