Είναι πολύ δύσκολο να βρεις τον σωστό άνθρωπο και να συνωμοτήσει το σύμπαν προς όφελός σου, για να τον πετάξει στο δρόμο σου τη σωστή στιγμή. Περίμενα πολύ καιρό αυτή τη στιγμή, θέλω να ξέρεις. Μια στιγμή που χάθηκε φαίνεται στο χρόνο και προφανώς δε με βρήκε ποτέ.

Ήλπιζα με ό,τι είχα και δεν είχα, να συνειδητοποιούσες επιτέλους πως δε θα μπορούσαμε να ταιριάξουμε καλύτερα. Ως άνθρωποι, ως προσωπικότητες, ως δυο ψυχές που αναζητούσαν -κι ακόμη αναζητούν, είτε το πιστεύεις είτε όχι – τα ίδια πράγματα απ’ τη ζωή. Κι επειδή δεν τα βρήκαν όσο κι αν έψαξαν, συμβιβάστηκαν με μουντούς έρωτες κι ανύπαρκτα πάθη που δε θα μπορούσαν ποτέ να γεμίσουν τα κενά τους.

Λόγια του αέρα, θα σκέφτεσαι. Τι κάθομαι και τα ψάχνω, άραγε; Γιατί συνεχίζω να βασανίζω τον εαυτό μου με επιθυμίες που δε θα γίνουν ποτέ πραγματικότητα και «πρέπει» που πάνε να με πνίξουν απ’ την καταπίεση. Είναι τόσα πολλά τα «γιατί» που με περιτριγυρίζουν κι όμως δεν έχω απάντηση να σου δώσω για κανένα.

Μονάχα για τον τρόπο που με κάνεις να νιώθω μπορώ να λογοδοτήσω. Πόδια που τρέμουν, πεταλούδες που ξύπνησαν από λήθαργο κι έχουν τρελαθεί απ’ τη χαρά τους. Καρδιά που χτυπάει μίλια το δευτερόλεπτο, λοιπόν, κι όλα τα σχετικά…

Χιλιοπερπατημένα μονοπάτια θα μου πεις, όλα αυτά που νιώθω για σένα. Θα τα βρεις κρυμμένα σε στίχους ποιημάτων, γραμμένα σε τοίχους από κάτι απεγνωσμένους εραστές που δε δικαιώθηκαν τελικά απ’ την αγάπη και σε παραμύθια παρμένα απ’ τις πιο βαθιές πτυχές της φαντασίας.

Δε θέλω να γίνομαι γραφική, ξέρεις. Κι ούτε μ’ αρέσει να επαναλαμβάνω τις ίδιες εκφράσεις, ξανά και ξανά. Έχουν στερέψει οι λέξεις, βλέπεις. Μη φοβάσαι, όμως, δεν τελείωσα ακόμη. Έχω τόσα πολλά να σου πω, που δεν τα ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ, όπως λέει κι ένα αγαπημένο τραγούδι. Ευελπιστώ να μην τα ‘χω ξανακούσει, δηλαδή, δε δίνω υποσχέσεις αν δεν είμαι απολύτως σίγουρη πως μπορώ να τις τηρήσω.

Θα σου χάριζα, λοιπόν, όλες τις υποσχέσεις του κόσμου αν μου έδινες την ευκαιρία. Όλα τα κλεμμένα χαμόγελα, τα πονηρά βλέμματα και τα παθιασμένα φιλιά. Και δεν έχω καμία αμφιβολία πως θα τα ανταπέδιδες.

Αυτές οι στιγμές που δε ζήσαμε με έχουν γεμίσει παράπονο. Έχει βάλει η πραγματικότητα φωτιά στις προσδοκίες μου κι έχουν γίνει στάχτη στον αέρα τα όνειρά μου. Ήσουνα τόσο σωστός για μένα, αλλά ήρθες σε στιγμή ακατάλληλη για σένα. Συναντήθηκαν οι δρόμοι μας πολύ αργά για να μπορέσουμε να τους ενώσουμε.

Η αποκάλυψή σου με βρήκε εντελώς απροετοίμαστη για το σκοτάδι που θ’ ακολουθούσε. Ήταν λες κι έχασα τη γη κάτω απ’ τα πόδια μου. Ήθελα να σου πω τόσα πολλά, μα δεν έβγαινε λέξη απ’ το στόμα μου. Κι αυτό λέει πολλά. Γιατί έχουν γίνει πιστή συντροφιά μου οι λέξεις, αλλά πάνω στην απελπισία μου κι αυτές μ’ εγκατέλειψαν.

Πάγωσαν όλα, μαζί τους κι ο χρόνος. Άρχισε να θολώνει η μορφή σου, ν’ απομακρύνεται απ’ τη δική μου. Και σαν άπλωσα το χέρι να την αγγίξω, ν’ αρπάξω όποιο σημείο της μπορούσα για να μη μου ξεφύγει, εξαφανίστηκε. Κι άκουσα την καρδιά μου να σπάει και τα κομμάτια της να σκορπίζονται προσπαθώντας να σε φτάσουν.

Δεν ξέρω αν θα διαβάσεις ποτέ αυτά που γράφω για μένα, για σένα και για εμάς. Κι ούτε αν θα καταφέρεις ποτέ να ξεφύγεις απ’ τα δεσμά της συνήθειας και να ρισκάρεις για να ζήσεις τη μαγεία που κρύβει η ζωή. Το μόνο σίγουρο είναι πως, δε θα σε ξεχάσω.

Γιατί, μάτια μου, δεν ξεχνιούνται εύκολα οι άνθρωποι. Ειδικά αυτοί που κατάφεραν ν’ αγγίξουν την ψυχή σου και δεν μπορούσες παρά να ερωτευτείς. Και μόνο με υπερβολές μπορείς να μιλάς για τον έρωτα, αλλιώς δεν είναι έρωτας. Κι έτσι λοιπόν, θα συνεχίσω να μιλώ για σένα, για μένα και για τον έρωτα τον ίδιο…

Συντάκτης: Έλενα Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη