Δεν περίμενα να μου χτυπήσει την πόρτα ο έρωτας μια νύχτα που ξεπάγιαζα και να φέρει μαζί του το καλοκαιράκι που τόσο νοσταλγούσα. Ούτε έτρεφα ποτέ αυταπάτες πως θα εμφανιζόταν μπροστά μου στη μορφή ενός καλοντυμένου πρίγκιπα, βγαλμένου απ’ το πιο ευφάνταστο παραμύθι, έτοιμος να μου αλλάξει τη ζωή με το άσπρο άλογο του και το κάστρο που θα μας περίμενε στο τέλος της διαδρομής. Μόνο και μόνο για να πέσουν οι τίτλοι τέλους, μόλις φτάναμε στο ξέφωτο κι αναγκαζόμασταν, να ξεκινήσουμε απ’ την αρχή. Παρ’ όλου που από μικρή πίστευα στα παραμύθια και τη μαγεία τους, δεν πίστεψα ποτέ πως θα μπορούσε να γραφτεί το δικό μας, μ’ ένα μόνο χαμόγελο σου.

Όχι μάτια μου, δεν ήμουνα ποτέ εθισμένη στις ψευδαισθήσεις που μπορώ ακόμη να διακρίνω γύρω μου. Ούτε πιστεύω πλέον σ’ επιθυμίες που φαντάζουν ουτοπικές κάθε φορά που η σκέψη τους περνάει απ’ το μυαλό μου. Γιατί δε θα μπορούσαν ποτέ να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις μιας πραγματικότητας που έχει στ’ αλήθεια κουράσει. Που έχει βαλτώσει τους ανθρώπους της σε μια ταινία που συνεχίζει να επαναλαμβάνεται και ν’ αλλάζει πρωταγωνιστές, αλλά ποτέ σκηνικό. Που μας έχει απογοητεύσει χωρίς καν να έχουμε μεγάλες προσδοκίες για την πλοκή της.

Δεν ήρθες λοιπόν, όπως σε περίμενα. Ίσως το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που θ’ ακούσεις ποτέ να βγαίνει απ’ το στόμα μου, πριν γίνουν οι λέξεις ένα με τον άνεμο, πριν προλάβουν τα χείλη σου να συναντήσουν με πάθος τα δικά μου. Δεν ήρθες για να μείνεις και δε σκόπευες να ερωτευτείς, να πέσεις στην παγίδα του φτερωτού μικρού Θεού που περιφρονούσες. Ήσουν τόσο σίγουρος για το μονοπάτι που επέλεξες ν’ ακολουθήσεις αλλά έπεσες σε αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που είχε το πρόσωπο μου και σου προσέφερε αμέτρητες στιγμές ευτυχίες, προτού προλάβεις να το βάλεις στα πόδια και να ρίξεις πλώρη γι’ αλλού.

Δε σ’ έψαξα ποτέ κι ούτε περίμενα να με βρεις εσκεμμένα, στη μέση του πουθενά. Ούτε προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου πως θα γέμιζε μαγεία η ψυχή μου με την πρώτη μας συνάντηση. Έλα όμως που άρχισε να φτερουγίζει σαν τρελή μόλις το βλέμμα σου ξεχώρισε το δικό μου μέσα απ’ το πλήθος, λες και μ’ έψαχνε από καιρό αλλά δεν μπορούσε να με βρει μέσα στη βουή του.

Είναι πιο όμορφο όμως το τυχαίο, ειδικά όταν το ζεις μ’ αυτόν που μπορεί να το μετατρέψει σε μια πραγματικότητα που δεν τόλμησες καν να ονειρευτείς. Μια τρελή επιθυμία που πίστευες πως δε θα μπορούσες ποτέ να ζήσεις. Κι αξίζει εκατομμύρια φορές περισσότερο απ’ το προγραμματισμένο. Γιατί κάνει την καρδιά σου να χτυπάει σαν τρελή, τα πόδια σου να τρέμουν απ’ την ανυπομονησία του αγνώστου και τη ζωή σου να κατακλύζεται από μια πρωτόγνωρη ευτυχία. Ανέμελη και πολύ διαφορετική απ’ αυτή που είχες ζήσει στο παρελθόν. Ή απλά πίστεψες πως είχες ζήσει και μετονόμασες σ’ ευτυχία, παραπλανώντας το μέσα σου για να μην εκραγεί απ’ τη μιζέρια.

Ναι λοιπόν, δεν είχα ποτέ όνειρα περί έρωτα με την πρώτη ματιά κι ούτε είχα καμία απολύτως προσδοκία για το πώς θα ερχόσουν και το πώς θα έφευγες. Έλα όμως που ακόμα είσαι εδώ, για να σ’ αγγίζω με την ψυχή μου, να σ’ αγαπώ με όλο μου το είναι και να σ’ αισθάνομαι με ό,τι έχω και δεν έχω!

Μπορεί μη βγήκες από παραμύθι γεμάτο ξωτικά και νεράιδες. Μπορεί να μην είσαι ούτε πρίγκιπας, ούτε ιππότης. Μπορεί να μην ήρθες στη ζωή μου με σκοπό να με σώσεις απ’ τον κόσμο αλλά απ’ τον εαυτό μου. Μπορεί να μην ήθελες να μ’ ερωτευτείς αλλά το έκανες, παράφορα και μ’ ένα πάθος που θα ζήλευαν ακόμη κι αυτοί που δεν ξέρουν τί σημαίνει έρωτας. Ένα είναι όμως το σίγουρο. Στη ζωή υπάρχουν άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν ποτέ γιατί δεν το επιδίωξαν κι άνθρωποι που ένιωσαν τον έρωτα να τους καίει τα σωθικά με την έντασή του. Κι εγώ είμαι τυχερή που καίγομαι μαζί σου. Ακόμα.

Συντάκτης: Έλενα Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου