Πέρασαν οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια, οι στιγμές. Κι είσαι πάλι στο σημείο μηδέν, κοιτάς τη ζωή σου, κάνεις ανασκόπηση, ψάχνεις να βρεις τον εαυτό σου και τελικά βρίσκεσαι κάπου στα χαμένα. Πάνω που όλα είχαν αποκτήσει νόημα, εκεί που είχες βάλει μια τάξη στη ζωή σου, στο μυαλό σου, στην καθημερινότητά σου, έρχεσαι πάλι αντιμέτωπος με τις επιλογές σου.

Ένα απ’ τα πιο δύσκολα στάδια στη ζωή του ανθρώπου, η ζωή μετά το πανεπιστήμιο. Επιστροφή στο σπίτι, στο έτοιμο ζεστό φαγητό, στα καθαρά ρούχα, στη γκρίνια, στην υπερπροστατευτικότητα, στο αδιέξοδο, στη μιζέρια, στο τίποτα. Και τώρα που γύρισες τι θα κάνεις; Τι θ’ αντιμετωπίσεις; Τέλος η ξεγνοιασιά, οι μεθυσμένες βόλτες μέχρι τα ξημερώματα, τέλος τα ραντεβού στις πλατείες, τέλος το στρίμωγμα στο λεωφορείο, τέλος τα κλάματα στις εξεταστικές, τέλος το άγχος.

Τώρα αρχίζει μια νέα ζωή κι είναι κάτι πρωτόγνωρο, κάτι άγνωστο. Περπατάς πάνω σ’ ένα σχοινί που ταλαντεύεται, φοβάσαι μη σπάσει, φοβάσαι να προχωρήσεις, φοβάσαι για το τέλος της διαδρομής.

Όλα είναι άγνωστα κι είναι τόσο δύσκολο να σε κατανοήσουν οι υπόλοιποι γύρω σου. Βγήκες απ’ το παραμύθι σου και καλείσαι να ενηλικιωθείς , να μπεις στον κόσμο των «μεγάλων», των σοβαρών, των ευθυνών, του προγράμματος. Πρέπει να βρεις δουλειά, ν’ ακολουθείς τα πρότυπα, τα στερεότυπα, να γίνεις αποδεκτός στη νέα σου κοινωνία, στη νέα σου ζωή. Πρέπει να μάθεις να συμβιβάζεσαι, να υποχωρείς. Πρέπει να διώξεις την τρέλα σου, τα τεράστια όνειρά σου και να προσγειωθείς λίγο απότομα.

Πρέπει να ζήσεις με τους δικούς σου, να μη βάζεις τη μουσική στη διαπασών το βράδυ που γυρνάς απ’ το μπαράκι, να μην πετάς τα ρούχα σου όπου βρεις, να μη μιλάς δυνατά στο κινητό γιατί ενοχλείς τους γείτονες, να μη βγαίνεις μέχρι αργά γιατί το πρωί δουλεύεις και πρέπει να ξυπνήσεις.

Συγγνώμη, αλλά από πού κι ως πού πρέπει να ξυπνήσεις; Δηλαδή διάβαζες τόσες ώρες, μέρες, νύχτες για να ξυπνάς τώρα απ’ τα αξημέρωτα και να τρέχεις σαν το σκλάβο στη δουλειά; Και μάλιστα σε μια δουλειά, που δε σου αρέσει. Άλλους γιατί δεν τους εκφράζει, άλλους γιατί έχουν έναν τρομοκράτη να τους διατάσσει απειλητικά κάθε πρωί, άλλους γιατί απλώς δε γουστάρουν αυτό που κάνουν κι αναγκάζονται.

Ε όχι, καλοκαιριάζει κι αντί να βάζουμε λαδάκι στις παραλίες πρέπει να δουλεύουμε κι ούτε λόγος για τα χρήματα. Ποτέ δεν είναι αρκετά, ποτέ δεν είναι ικανοποιητικά, ποτέ μα ποτέ δε φτάνουν. Τελειώνει ο μήνας κι αυτά έχουν τελειώσει προ πολλού. Και πλέον δεν μπορείς να ζητήσεις απ’ τη μαμά γιατί μην ξεχνάς. Δουλεύεις!

Και φτάνουμε και στο πιο ανυπόφορο κομμάτι, συμβίωση ξανά με την οικογένεια. Υποταγή δηλαδή. Ξεχνάς τις προσκλήσεις σε φίλους για κρασί και κουβέντες στο σπίτι μέχρι αργά. Ξεχνάς και την καψούρα. Δεν υπάρχει χρόνος για καψούρα πλέον. Η δουλειά κι η καθημερινότητα, το άγχος του «τι θ’ απογίνω» σου μαστίζει το μυαλό, κυριαρχεί στο σώμα σου, κυλάει στο αίμα σου και δεν έχεις τη διάθεση, ούτε τα περιθώρια να νιώσεις συναισθήματα, να κλάψεις, να πονέσεις, να παρακαλέσεις, να τρελαθείς, να ερωτευτείς.

Εδώ δε βρίσκουμε παντελόνι για τη δουλειά το πρωί, δεν προλαβαίνουμε να κοιμηθούμε μισή ωρίτσα το μεσημέρι, το απόγευμα ξανά δουλειά-σκλαβιά, για να μη μιλήσω για το βράδυ που αποκοιμιέσαι αγκαλιά με το λάπτοπ απ’ τις δέκα. Πάλι δεν την είδες την ταινία.

Και φυσικά ας μην ξεχνάμε κι όλους αυτούς που δεν έχουν αποφασίσει καν τι θέλουν να κάνουν πραγματικά στη ζωή τους, αυτούς που έχουν χάσει τα κίνητρά τους, τις φιλοδοξίες τους. Τελείωσαν το πανεπιστήμιο, επέστρεψαν σπίτι, αλλά είναι τόσο δύσκολο να σταθούν στα πόδια τους και ν’ αποφασίσουν για το επόμενο καθοριστικό βήμα στη ζωή τους. Όλα είναι ένα καλά τυλιγμένο κουβάρι μέσα στο μυαλό τους, η κάθε μέρα φαντάζει μια αιωνιότητα, η λύτρωση απέχει πάρα πολύ κι η αποτυχία είναι η μόνη λέξη που βουίζει στ’ αυτιά τους.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, όλοι μας περνάμε απ’ αυτή τη δοκιμασία. Για κάποιους διαρκεί μήνες, για άλλους ακόμη και χρόνια. Είναι ένα μεταβατικό στάδιο που καθορίζει τη ζωή κάθε ανθρώπου. Εκεί που όλα είναι μαύρα, να είσαι σίγουρος θα έρθει και το γκρι και σιγά-σιγά και το άσπρο. Δυσκολίες υπάρχουν, λύσεις βρίσκονται και καθένας βρίσκει το κλειδί να βγει απ’ το λαβύρινθό του ακολουθώντας το σωστό μονοπάτι. Κι όταν φτάνει στο φως αντιλαμβάνεται πόσο όμορφη είναι η ζωή.

Μην απελπίζεστε, κάπου εκεί γύρω σας πλανάται το κλειδί, απλώς δεν είστε σε θέση ακόμη να το δείτε.

 

Συντάκτης: Ναταλία Καρά
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου