Νεύρα! Θυμός και γενικότερα φωτιές και καπνοί που βγαίνουν από μέσα μας. Και το χειρότερο ποιο είναι; Να μην έχουμε μπροστά μας αυτόν που μας έκανε έτσι να τα ακούσει για τα καλά από κοντά. Βλέπεις, οι πιο μεγάλοι θυμοί δημιουργήθηκαν στην ασυνεννοησία ενός μηνύματος. Και παίρνουμε το ρημάδι στο χέρι, αλλά το ρίχνουμε μακριά λέγοντας από μέσα μας το επικό και θρυλικό: «Δε θα ξαναστείλω».

Κούνια που μας κούναγε! Γιατί γελάνε κι οι πέτρες κάθε φορά που το λέμε ευθαρσώς. Γιατί αν περάσουν λίγα λεπτά και το σκεφτούμε, μας πνίγει το δίκιο μας! Και κάπως έτσι, λες από μέσα σου: «Εγώ τώρα θα κάτσω να σκάσω; Ε, ποτέ!».

Γιατί όταν θυμώνουμε, στο ευτυχές σενάριο, θέλουμε να τα ακούσει η πηγή του θυμού κι όχι ο δόλιος περαστικός που θα για κακή του τύχη θα βρεθεί μπροστά στη φούρια μας! Γιατί όταν μας σπάνε τα νεύρα και μας αδικούν –σύμφωνα πάντα με τη δική μας λογική– γεμίζει μέσα μας ένα μικρό κι εύθραυστο ποτηράκι που όταν ξεχειλίζει πλημμυρίζει οθόνες με νεύρα!

Κινητό στο χέρι. Γράφεις, σβήνεις και ξανά. Το πετάς μακριά να μην το βλέπεις. Κοιτάς ταβάνι, μετράς πλακάκια, συγυρίζεις εκείνη τη γνωστή καρέκλα που γέμισε ρούχα. Κι αφού πλέον υπάρχει χώρος στο δωμάτιο, το μάτι πέφτει και πάλι στο κινητό. Του ρίχνεις επίμονες ματιές. Λες «Όχι. Δεν πρόκειται να ξαναστείλω». Ξαναγελάνε οι τοίχοι. Και κάπου εκεί, αφού τα ζυγίσαμε όλα μέσα μας, αποφασίζουμε να τα βγάλουμε κι έξω μας.

Αυτό ήταν. Πάει και το επίπεδο, να και το ρεκόρ στο όριο λέξεων που μπορούσαμε να γράψουμε. Γιατί από ένα απλό μήνυμα το γυρίσαμε στα απομνημονεύματά μας. Και να σου τα copy-paste σε άλλο μέσο που δε θα περιορίσει το μέσα μας σε τρία απλά μηνύματα. Πατάμε γράμματα βιαστικά, κάνουμε λάθη, ο κορέκτορας κάνει τα δικά του κάνοντάς μας τη ζωή ακόμα πιο δύσκολη και «γράφε-σβήνε-διόρθωνε» το δίκιο μας φουντώνει περισσότερο.

Φτάνει εκείνη η υπέροχη στιγμή που το κατεβατό μας με τίτλο «Δε θα ξαναστείλω» ετοιμάζεται να βρει τον παραλήπτη του. Γιατί με το κατεβατό, εντάξει, πατάμε τη δήλωσή μας πως δε θα ξαναστείλουμε, αλλά απ’ την άλλη είναι μόλις ένα μήνυμα κι ως γνωστόν ένα ίσον κανένα, άρα δε μετρά. Κι ας ξαναγελάνε οι πέτρες, οι τοίχοι κι όλα γύρω μας, αφού το ένα μήνυμα περιελάμβανε τέσσερις τομείς εγκυκλοπαίδειας.

Αποστολή. Παράδοση. Σιωπή. Γιατί με το που φεύγει το αριστούργημά μας και φανεί αυτό το «διαβάστηκε» θέλουμε να ανοίξει γη να μας καταπιεί. Γιατί διαβάζοντας αυτά που ο θυμός υπαγόρευε, αναγνωρίζουμε την υπερβολή μας. Παρακαλάμε να μην ξαναστέλναμε, κι ας είπαμε μέσα μας πως ήταν απλά ένα μήνυμα. Δυστυχώς δεν ήταν.

Όλοι την πάθαμε μ’ αυτά τα κατεβατά που στείλαμε. Και δυστυχώς –σε πιο ακραίες περιπτώσεις– πληγώσαμε, θυμώσαμε και χάσαμε ανθρώπους που δεν έπρεπε να λάμβαναν ποτέ αυτά τα μηνύματα από εμάς. Θα έπρεπε να δίναμε τόπο στην οργή και να διεκδικούσαμε μια συνάντηση από κοντά. Ένα «κοντά» που μαλακώνει θυμούς και σβήνει λίγο-λίγο την οργή μέσα μας.

Κι ας ορκιστήκαμε εκατό φορές πως δε θα το ξανακάνουμε, δυστυχώς πάντα θα ξαναστέλνουμε!

 

Συντάκτης: Χριστιάνα Παν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη