Ακόμα με θυμάμαι, έφηβη μέσα στο δωμάτιό μου, με ένα cd στο χέρι που μου έδωσε ένα συμμαθητής στο σχολείο, με την εντολή «Άκουσέ το». Το εξώφυλλο μπροστά έγραφε «Διάφανα Κρίνα – Κάτι σαράβαλες καρδιές». Δε θα ξεχάσω ποτέ την έκφρασή μου και την ωραία αναστάτωση, όταν ανακάλυψα τις μικρές ιστορίες που έκρυβε αυτός ο θησαυρός που είχα στα χέρια μου.

Οι φωνές έσταζαν συναίσθημα, πόνο κι οργή. Μπορούσα να εκφράσω το μέσα μου κάθε που άκουγα την ηλεκτρική κιθάρα, αχρείαστα ακόμα και τα λόγια. Σαν να έμπαινε αυτή η κιθάρα σε κάθε στιγμή που ζούσα. Βλέπεις, στην εποχή μας, όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα. Τα μεγαλύτερα ροκ συγκροτήματα βγήκαν και μεγάλωσαν πρώτα τη γενιά του ’90 και μετά τις επόμενες.

Είχα την τιμή να δω live Τρύπες, Διάφανα Κρίνα, Ενδελέχεια, Πυξ Λαξ, Κατσιμιχαίους. Είχα τη χαρά να είμαι ένα απ’ τα κεφάλια που έκαναν headbang με μια φτηνή μπίρα στο χέρι, συντροφιά με τους κολλητούς μας όταν δεν είχαμε καν κινητά να κρατήσουμε για πάντα αυτό που ζούσαμε. Μα τώρα, χρόνια μετά, θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια εκείνη την έκρηξη συναισθημάτων.

Στις πρώτες απώλειες, που ήρθαν όταν –παιδιά ακόμη– δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε, στα πρώτα «σ’ αγαπώ» που πονούσαν κάθε που έφευγαν, αυτοί οι τύποι κάθε βράδυ μας κρατούσανε συντροφιά. Στο πρώτο φιλί έπαιζε πίσω το «Μοναξιά μου όλα» των Πυξ Λαξ. Ήταν όλοι τους εκεί, στις μαύρες μας, μα και σε όλες τις χαρές μας. Και μέχρι και σήμερα, κάθε που θέλω να ταξιδέψω στο παρελθόν, βάζω ένα απ’ τα αγαπημένα μου cd και γυρνάω ξανά σε εκείνες τις μοναδικές στιγμές. Κάπου ανάμεσα στο γρασίδι, στις συναυλίες τους, μας βλέπω να τραγουδάμε χωρίς καμιά έννοια στο κεφάλι μας. Σαν να ήταν κάθε φορά η τελευταία βραδιά της ζωής μας.

Αυτή τη μουσική δεν την αγαπήσανε όλοι. Δεν ήταν σουξεδάκια, πιασάρικα κομμάτια για τους πολλούς. Πολλοί τα βάφτιζαν «καταθλιπτικά» κι ας τα σιγοτραγουδούσαν κάθε που έπαιζαν στο ράδιο. Κι αν σήμερα, τα περισσότερα ελληνικά ροκ συγκροτήματα, 20 χρόνια σχεδόν μετά, έχουν διαλυθεί και τα μέλη τους ακολούθησαν χωριστούς δρόμους, έχουν αφήσει έργο για πολλές επόμενες γενιές, καθώς η μουσική –πόσο μάλλον η καλή– δεν παλιώνει ποτέ.

Διαχρονικά κομμάτια, γεμάτα συναίσθημα. Το ελληνικό ροκ ήταν τα πρόσωπά τους. Για παράδειγμα, δε γίνεται να μη σκεφτείς τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου όταν μιλάς για ελληνική ροκ σκηνή. Ακόμα και σήμερα στα live του μας χαρίζει κάτι από εκείνες τις βραδιές της δεκαετίας του ‘90.

Θα είμαι εκείνη η γιαγιά, που θα κάθεται στην πολυθρόνα της και θα ακούει το «Πόρτο Ρίκο», αναπολώντας χαμόγελα κάθε που το σιγοτραγουδούσαμε στις εκδρομές μας. Θα βάζω το «Senor», κάθε που θα θέλω να ταξιδέψω πίσω σε εκείνα τα χρόνια με μια μελαγχολική μελωδία και θα διαλέγω τις «Μέρες αργίας», κάθε που θα θέλω να κάνω ένα headbang, όπως τότε στα νιάτα μου. Γιατί εμείς που αγαπήσαμε το ελληνικό ροκ, θα το κρατήσουμε στο πετσί μας μέχρι το τέλος.

 

Συντάκτης: Χριστιάνα Παν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη