Ξυπνάς, ανοίγεις την τηλεόραση και στα παράθυρα των καναλιών ωρύονται πάλι. Χαμός, λέει. Δάνεια, τσακωμοί, φόνοι, δολοφονίες, ληστείες. Καλά ήταν, την κλείνεις. Η καρδούλα σου έχει γίνει ήδη περιβόλι, να σου ξαφνικά κι η γειτόνισσά που φωνάζει στον μικρό Γιαννάκη. Όχι φωνές, καφέ, θες καφέ. Καλύτερα να μην πάρεις το αμάξι, σκέφτεσαι, θα πας με τα μέσα. Τι το ήθελες; Μπαίνεις κι ο καθένας στον δικό του κόσμο, φάτσες κατσούφικες παντού. Μούτρα ίσα με το πάτωμα, λες κι είμαστε σε κηδεία. Φωνάζουν στα τηλέφωνα, μουρμουράνε, πιάνονται μεταξύ τους με το παραμικρό. Τον καβγά και το γαμοσταυρίδι το έχουν έξω-έξω στη γλώσσα, μπας και χρειαστεί.

Στη δουλειά, στη σχολή, παντού τα ίδια. Υπεύθυνοι, συνάδελφοι, προϊστάμενοι και καθηγητές είναι σαν να ξυπνάνε κάθε πρωί και να προσπαθούν να σκαρφιστούν καινούριους τρόπους για να μας σπάσουν τα νεύρα. Να μας πικάρουν με την ξινίλα και την κακοτροπιά τους.

Και φεύγεις να πας να βρεις την παρέα, εκεί να δεις μίρλα και κακό. Αρχίζει η μια να λέει για τον γκόμενο που την παράτησε πριν πεντακόσια χρόνια, ο άλλος να λέει για τη μάνα του, η άλλη τι θα κάνει με τα φυτά στο μπαλκόνι, ο άλλος ξανά μανά γκρίνια με τη ζωή του που είναι, λέει, μουντή.

Ε, αρκετά, τέλος, πώς το λένε; Όχι άλλη κατσουφιά, παιδιά, έλεος! Βαρεθήκαμε, κουραστήκαμε με την γκρίνια όλων σας κι απορώ πώς δεν έχετε πάθει κι εσείς το ίδιο με τον εαυτό σας. Το να είναι κάποιος διαρκώς στις μαύρες του, είναι πραγματικά το μόνο εύκολο πράγμα που μπορεί να κάνει. Επαναπαύεται, τι ωραία και καλά, στο σωρό των προβλημάτων –ή μάλλον προβληματισμών του– και δεν κάνει απολύτως τίποτα για να αλλάξει και να διορθώσει την κατάσταση.

Δεν θέλω να στεναχωρηθείτε, αλλά με το να συζητάς ξανά και ξανά τα θέματα που έχεις και να μην κάνεις τίποτα, δεν αποφέρει κανένα όφελος. Βουλιάζεις στην ίδια σου τη θάλασσα κι εν αγνοία σου κιόλας σπρώχνεσαι όλο ένα και πιο κοντά στον πάτο. Ηρέμησε, πάτα ένα στοπ!

Κοίτα γύρω σου, η ζωή είναι ωραία, χαμογέλα της. Υπάρχουν εκεί έξω άνθρωποι που έχουν πολύ πιο σοβαρά θέματα από εσένα κι αν τους δεις, είναι με ένα χαμόγελο στα χείλη όλη την ώρα. Κι αυτό όχι γιατί έχουν χαζέψει, αλλά γιατί πιστεύουν σε κάτι ανώτερο και γνωρίζουν πολύ καλά πως το να πέσουν θα κάνει μόνο χειρότερη την κατάσταση που βιώνουν.

Μην πελαγώνεις, ρε, έχεις δύναμη μέσα σου, πίστεψε σε αυτήν. Κάνε το καλό και θα δεις πως θα σου επιστραφεί, μην αναλώνεις τον εαυτό και την ψυχή σου ανώφελα. Σταμάτα να ξοδεύεις φαιά ουσία σε ανθρώπους και καταστάσεις που δεν την αξίζουν. Μην κλαις πια για ό,τι έφυγε, χαμογέλα που το έζησες κι έμαθες από αυτό.

Ξύπνα το πρωί και νιώσε ευλογημένος που έχεις την υγεία σου και σκέψου πως όλα φτιάχνονται. Ευχαρίστησε τον εαυτό σου, που άντεξε όλα αυτά που έχεις περάσει, αγάπα σε.

Άνοιγε την πόρτα του σπιτιού σου κάθε πρωί και χαμογέλα στο φωτεινό ήλιο ή στα σκοτεινά σύννεφα κι αγάπα όποιον θα βρεις μπροστά σου. Γνωστό ή άγνωστο, σεβάσου τον, κατάλαβέ τον κι αν βρεθεί κανένας μαλάκας στο δρόμο σου, μην τον βρίσεις. Γέλα του, γέλα του πολύ και μετά φύγε χωρίς να ξεστομίσεις τίποτα, δεν αξίζει. Άλλωστε, εκείνος έχασε, όχι εσύ.

Συντάκτης: Μάρω Καλλιοντζή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη