Σε βλέπω, κάνε δουλειά σου. Στέκεσαι περήφανα, με ένα στόμφο λες κι έχεις καταφέρει κάτι το σπουδαίο. Κάνε μου μία χάρη μόνο. Μην το παίζεις ιστορία. Χρειάζεται αυτογνωσία για να νιώσεις έστω και την παραμικρή τύψη. Μα εσύ δε σκαμπάζεις από τέτοιο πράγμα.

Ήρθες στη ζωή του άλλου απ’ το πουθενά και παρουσιάστηκες σαν το τέλειο παραμύθι που οι περισσότεροι ψάχνουν. Με μια προσωπικότητα ιδιαίτερη, όπως θα χαρακτήριζαν οι πιο πολλοί που κρίνουν τα πράγματα εντελώς επιφανειακά. Μα εσύ και εγώ ξέρουμε ότι δεν είσαι το ιδιαίτερο με την καλή του την έννοια.

Είσαι το ιδιαίτερο που αργά ή σύντομα, ο άλλος ανακαλύπτει πως είσαι ευχή και κατάρα. Ευχή, μεν, γιατί όσο να ‘ναι, προσφέρεις κάτι μη συμβατικό. Είσαι, όμως, κυρίως κατάρα γιατί το μόνο που καταφέρνεις καθημερινά είναι να σπας έναν άνθρωπο στα δυο, χωρίς να σε ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Άλλωστε, υπάρχει αρκετός εγωισμός στην καμπούρα σου για να κοιτάς μόνο τον εαυτό σου χωρίς να σε νοιάζουν όλα τα υπόλοιπα. Δε νομίζω άλλωστε να σε ένοιαξαν και ποτέ.

Είσαι κατάρα. Διαπράττεις έγκλημα και θα σου εξηγήσω γιατί.

Είσαι αυτό το κακό ιδιαίτερο. Αυτό που γεμίζει τον άλλο με πόνο και τον κάνει να κοιτάει τον κόσμο μετά από αυτό με μια θλίψη στα μάτια που τρομάζει. Τη μια μέρα προσφέρεις χαμόγελα κι υποσχέσεις, μόνο και μόνο για να τα πάρεις όλα πίσω την επόμενη. Μία μέρα ευτυχίας, συνοδευόμενη στη συνέχεια με μήνες δυστυχίας. Και φτου ξανά απ’ την αρχή το ίδιο βιολί. Όσο περνάει ο καιρός, οι εντάσεις γίνονται όλο και πιο μεγάλες, μόνο και μόνο για να λύνονται ρηχά στο τέλος με έντονες στιγμές πάθους. Ξέρεις εσύ, από αυτές που κάνεις τον άλλο να πιστεύει ότι η χημεία μεταξύ σας είναι κάτι το ανεπανάληπτο. Κι αφού ξημερώσει πάλι, ξεκινάει ξανά το πανηγύρι. Κυρίως με τη σκέψη ότι ο άνθρωπος απέναντί σου είναι δεδομένος.

Κάνε όσο όμορφη συζήτηση θέλεις, δώσε τα πιο όμορφα φιλιά, τις πιο ωραίες σου αγκαλιές, πες τα πιο λατρεμένα λόγια. Σε όλα αυτά δεν ποντάρεις, άλλωστε; Έλα, για να σε δω. Πούλα αυτή την ψεύτικη ευτυχία σου και σήμερα, δώσε λίγο από αυτό το σπάνιο κι ιδιαίτερο που διακατέχεις. Δώσε το προσωρινά,  ίσα-ίσα για να καταφέρει να μουδιάσει το μέσα του άλλου από αυτό το σαράκι που τον τρώει κάθε μέρα.

Και μόλις ξημερώσει πάλι, κόψε το χαμόγελο απ’ τα χείλη. Φέρσου όπως θα φερόσουν στο χειρότερο εχθρό σου, γέννησε κι άλλα ερωτήματα, σπείρε κι άλλες φωτιές -γιατί αυτές που ήδη σκόρπισες δεν είναι αρκετές. Α, και φρόντισε να φτάσεις τον εγωισμό του στον πάτο. Ποιου, ε; Αυτού του δόλιου που προσπαθεί να σε καταλάβει. Φέρσου ξανά ψυχρά, σκληρά, καταδικάζοντας την οποιαδήποτε λάμψη βλέπεις στο πρόσωπό του. Βάλε τα δυνατά σου να εξαφανιστεί, για να έρθει στην επιφάνεια αυτή η μιζέρια που τόσο θέλεις να σπείρεις.

Καλά διάβασες. Μιζέρια σπέρνεις. Και χώνεις το μαχαίρι κάθε φορά όλο και πιο δυνατά σε μια πληγή που ο άλλος κουβαλάει μέσα του μόνο και μόνο γιατί αφιέρωσε χρόνο και κόπο να σε αγαπήσει. Σηκώνει ένα βάρος άθελά του, μέχρι τη στιγμή που καταφθάνει στην αλήθεια. Την πικρή αλήθεια που δηλώνει ότι το πρόβλημα ανέκαθεν είναι ο εαυτός σου. Την αλήθεια που δείχνει ξεκάθαρα ότι οποιαδήποτε εμπειρία απ’ το παρελθόν σου κάνει παρέα με το παρόν. Κι αυτή η παρέα σε κάνει να θες να πάρεις το αίμα σου πίσω σκοτώνοντας ό,τι βρεις μπροστά σου.

Εμπρός, λοιπόν, βγες και ξεκίνα τη μάχη και με τον άνθρωπο που έχεις απέναντι. Γιατί δεν κάνεις τίποτε άλλο πέρα από αυτό κι ας το καλύπτεις με μια ρομαντική στάχτη στα μάτια. Ξεσκίζεις την ψυχή του μέρα με τη μέρα και τον γεμίζεις παράπονα. Τον γεμίζεις αμφιβολίες και τον έχεις κάνει να ξεχάσει πότε ήταν η τελευταία φορά που ήταν χαρούμενος. Είσαι η αιτία για να πιστέψει ότι όλοι οι άνθρωποι εκεί έξω θέλουν μόνο το κακό του και να τον εκμεταλλευτούν. Γιατί μέρα με τη μέρα, δεν του μένει πλέον ίχνος εμπιστοσύνης. Γίνεται πιο δύσπιστος από ποτέ και κλείνεται στον εαυτό του.

Σηκώνει τα τείχη, τα οχυρά να προστατεύσει ό,τι του έχει απομείνει απ’ τον ρημαγμένο εαυτό του και μένει εκεί. Γίνεται απαθής κι ειλικρινά σκληρός με τους άλλους. Ξεσπάει, θυμώνει, αντιδρά χωρίς πλέον να έχει το κουράγιο να ανεχτεί το παραμικρό. Ζει μοναχικά, καθώς ελάχιστοι μπορούν να καταλάβουν την κατάρα που έζησε εξαιτίας σου. Παλεύει καθημερινά με τον εαυτό του και τις πληγές του, τον κόμπο στο λαιμό του, τον πόνο που πλέον ρέει ως δηλητήριο. Σε έχει νιώσει στο πετσί του για τα καλά κι η απάτη που του έχεις πουλήσει θέλει άπειρο χρόνο για να ξεπεραστεί.

Κι εσύ συνέχισε να περηφανεύεσαι. Συνέχισε να πιστεύεις ότι είσαι το κάτι σπουδαίο κι αυτό που προσφέρεις δε θα το βρει αλλού. Κι εκεί είναι που γελιέσαι, γιατί σαν τα μούτρα σου υπάρχουν χιλιάδες, σε πλήρη ετοιμότητα να σκοτώσουν και να βιάσουν ψυχές. Συνέχισε να θεωρείς ότι είσαι κάτι ιδιαίτερο. Α, κάνε μου και μια δεύτερη χάρη. Κάνε στην άκρη. Εξαφανίσου για να βρει αυτός ο άνθρωπος τον εαυτό του. Εξαφανίσου, για να τον βρουν κιόλας τα χέρια που θα αγαπήσουν και θα κρατήσουν την ψυχή του και την καρδιά του κοντά τους με σεβασμό κι όλα τα καλά τούτου του κόσμου. Αυτά αξίζει άλλωστε.

Κάνε στην άκρη. Αρκετό αίμα γεύτηκες.

Συντάκτης: Βικτώρια Α. Δήμου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη