Ν’ αγαπάς σαν συγγραφέας. Να αγαπάς σαν ποιητής. Αυτό είχα διαβάσει κάποτε κι εκτός ότι είναι μια φράση που μένει, έφτασε η ώρα να το καταλάβω. Και να το ζήσω. Χωρίς εισαγωγές και περαιτέρω άσκοπες λέξεις, έρχομαι κι εγώ τώρα να σου πω το ίδιο.

Ν’ αγαπάς σαν συγγραφέας ή ποιητής. Η αγάπη τους κι ο έρωτάς τους δε χωράει σε μικρά κουτάκια ούτε σε στενά όρια της λογικής. Τίποτα κοντά τους δε χαρακτηρίζεται σαν κάτι μικρό και καθημερινό, αφού ο κόσμος και τα μάτια τους βλέπουν τα πράγματα με άλλη ματιά. Κι αν δεν μπορείς να δεις με τη ματιά τους, μην αγχώνεσαι, δεν είναι αυτός ο στόχος. Το ζήτημα είναι να δεις τα πράγματα απ’ όλες τις πλευρές τους, από εκείνες που οι μισοί άνθρωποι σήμερα δεν μπαίνουν στο κόπο να τις δουν.

Κι έτσι όπως θα δεις όλες τις πλευρές των πραγμάτων, έτσι θα δεις και τον άνθρωπο που αγαπάς. Όλο του το μεγαλείο θα είναι μπροστά στα μάτια σου, αρκεί να θέλεις να το δεις και να μην το φοβάσαι. Γιατί να ξέρεις, δε θα έχει πάντα καλά πράγματα να δεις. Μα οι γραφιάδες τα βάζουν όλα κάτω, τα παρατηρούν όλα κι αγαπούν και τα καλά και τα κακά.

Χειροκροτούν για τα ταλέντα σου, γελούν με τη χαζομάρα σου και λατρεύουν τις παραξενιές σου και τα ελαττώματά σου. Κι αυτό θα φανεί όταν κάποιος τους ζητήσει να περιγράψουν ή να πουν κάτι για τον άνθρωπο που αγαπούν. Η περιγραφή δε μένει ποτέ στα φυσικά χαρακτηριστικά, γιατί κι οι ίδιοι δε μένουν σε αυτά και δεν είναι και τα μόνα που αντικρίζουν.

Κι αν τύχει να περιγράψουν τα μάτια σου, ή ένα άλλο φυσικό χαρακτηριστικό, δε θα είναι ποτέ μια τυπική περιγραφή. Θα περιγράψουν το πώς είσαι όταν κοιμάσαι, πόσο όμορφος δείχνεις όταν τρως ή γελάς, ή πόσο σε λατρεύουν κατά βάθος ακόμα κι αν τους σπας τα νεύρα. Θα το πουν όμως λυρικά, με λεπτομέρειες που ίσως ούτε εσύ έχεις προσέξει, μα ούτε και κανένας άλλος.

Θα τις ξέρουν όλες και δεν πρόκειται να το πουν ποτέ. Θα παρατηρήσουν τα πάντα. Απ’ το πώς ζαρώνεις το κούτελό σου, μέχρι το τι αποχρώσεις παίρνουν τα μάτια και τα μαλλιά σου σε διάφορες στιγμές. Θα θέλουν να δουν τον γραφικό σου χαρακτήρα. Τι διαβάζεις, τι γράφεις, πώς σκέφτεσαι, τι ονειρεύεσαι. Και σχεδόν πάντα, θα τους δεις να κοιτάνε με ένα γλυκό χαμόγελο· ναι, αυτό που τις περισσότερες φορές θα εύχονται να μην το έχεις πάρει χαμπάρι.

Και μετά θα πάνε σπίτι και θα γράψουν. Θα θέλουν να σε συστήσουν στο κόσμο. Θα σε παρουσιάσουν ακριβώς έτσι όπως είσαι. Ούτε σαν ίνδαλμα ούτε σαν κάτι υπερφυσικό. Θα σε παρουσιάσουν έτσι όπως σε βλέπουν. Οι λέξεις τους θα είναι προσεκτικά επιλεγμένες, όπως ακριβώς είναι τα χέρια τους όταν πάνε να αγγίξουν εσένα και την καρδιά σου.

Οι λέξεις τους θα δείχνουν την περηφάνια και την αγάπη που σου έχουν, την οποία και δεν μπορούν να κρύψουν. Θα γράφουν για όσο καιρό είσαι εκεί και τους εμπνέεις· δε θα κουραστούν ποτέ να γράφουν για σένα. Γιατί οι λέξεις γι’ αυτούς είναι τόσο πολύτιμες, όσο είσαι κι εσύ για εκείνους τους ίδιους.

Δε θα κουραστούν ποτέ. Έτσι όπως δε θα κουραστούν να σε αγαπούν, να σε ακούν και να σε νοιάζονται. Έτσι όπως δε θα μπουν στον κόπο να βάλουν όρια σε αυτό που νιώθουν και θα είναι εκεί για να στο πουν -συνήθως με τρόπο που θα σου μείνει στο κεφάλι για χρόνια. Έτσι όπως δε θα κουραστούν να σου κρατούν το χέρι, ακόμα κι όταν τους θυμώνεις και γίνονται έξαλλοι.

Ν’ αγαπάς λοιπόν, έτσι. Κι ας μην μπορείς να γράψεις -είπαμε, το νόημα δεν είναι αυτό.

Το νόημα είναι να αγαπήσεις όσο αγαπούν αυτοί οι άνθρωποι. Γιατί όταν αγαπούν, αυτό μένει. Κι ο άνθρωπος για τον οποίο γράφουν, δεν πεθαίνει ποτέ.

Συντάκτης: Βικτώρια Α. Δήμου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη