Κάπου, εκεί, στα χρόνια της εφηβείας μας, αρχίσαμε να προσδίδουμε σε αφηρημένες λέξεις κι έννοιες τη δική μας άποψη, τη δική μας εντύπωση απ’ τη ζωή. Οι γενιές εξελίσσονται χρόνο με το χρόνο, τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε κι οι πληροφορίες που δεχόμαστε αλλάζουν διαρκώς. Αυτό μας κάνει πιο εκμοντερνισμένους, να το πω, πιο εκπολιτισμένους, πιο δυτικοευρωπαϊκών προδιαγραφών, τέλος πάντων!

Οι γονείς μας, από άλλους καιρούς, άλλα βιώματα, άλλη παιδεία, άλλες ανάγκες και προτεραιότητες. Τι να τους πούμε, τι να μας πουν και τι να καταλάβουν… Το σκουλαρίκι στη μύτη σε εμάς καταγράφεται ως ένα ωραίο διακοσμητικό, βαρεθήκαμε τ’ αφτιά, βρε παιδί μου, ενώ για εκείνους φαντάζει αλητεία κι ακούμε ατάκες τύπου «θα μου μείνει στο ράφι έτσι όπως είναι». Τους λες ότι μας κέρασαν υποβρύχια στο κλαμπάκι που πήγαμε χθες κι αυτοί νομίζουν ότι μας τράταραν βανίλια, εκείνο το μαστιχωτό, με το κουτάλι μες στο νερό! Κι αν κάνουμε και παιδί, εκεί να δεις, είναι υποχρεωμένα τα εγγόνια τους να φέρουν το όνομα των παππούδων τους, ντε και καλά. Να φωνάζουν το παιδί σας «Φλώρο» ­–που γιορτάζει και δύο φορές το χρόνο– και το κορίτσι μας «Χάιδω». Μη σου τύχει, που λένε…

Καταπιεζόμαστε και φρικάρουμε. Αντιδράμε, αντιστεκόμαστε. Φεύγουμε, ηρεμούμε, επιστρέφουμε και φτου κι απ’ την αρχή. Αυτοί φταίνε γι’ αυτό, αυτοί φταίνε για τ’ άλλο, δεν ξέρεις τι να τους πρωτοχρεώσεις. Μέχρι που κουράζεσαι. Μεγαλώνεις, το ψάχνεις από εδώ, το ψάχνεις από εκεί, επιλέγεις να γίνεις λίγο πιο άνθρωπος. Αρχίζεις ν’ αντιλαμβάνεσαι κάτι παραπάνω, κάτι που ήταν γραμμένο σε γλώσσα που δεν έχει διδαχθεί ακόμα στη νιότη!

Αρχίζουμε να κατανοούμε, αρχίζουμε να δικαιολογούμε και τελικά, αρχίζουμε να συγχωρούμε. Μεγαλώνοντας, σταματήσαμε να κατηγορούμε τους γονείς μας για όσα δεν έκαναν κι εστιάσαμε σε αυτά που έκαναν. Αν μη τι άλλο, τους αναγνωρίζουμε ότι μας μεγάλωσαν, μας ανάθρεψαν, μας τάισαν, μας άλλαξαν, μας πήγαν διακοπές. Πλήρωσαν για να μας σπουδάσουν, μας συγχώρεσαν για πράγματα, που φταίμε-δε φταίμε, η δική τους αντίληψη το περνάει ως κάτι νέο, προοδευτικό, ανεξάρτητο απ’ το δικό τους κοινωνικό προφίλ, που θα τους στιγματίσει. Θα λέει ο κόσμος «κοίτα να δεις τι έπαθαν, στα καλά καθούμενα» !

Παρ’ όλα αυτά, επιμένω στο ότι δεν κάνουν όλοι οι άνθρωποι για γονείς. Ο πατέρας που βιάζει την κόρη, αυτός ο άρρωστος, δε θα έπρεπε ποτέ να γίνει πατέρας. Η μάνα που κακοποιεί τα παιδιά της κι ύστερα κάποτε τα παρατάει επειδή θυμήθηκε ότι ήθελε να ζήσει στην Αμερική ή στο Ντουμπάι, θα έπρεπε να κυκλοφορεί στειρωμένη! Και κάπου εδώ, θα συμφωνήσουμε όλοι. Υπάρχουν «γονείς» που έλουσαν το παιδί τους με βενζίνη και το έκαψαν ζωντανό, επειδή η γιαγιά του δεν έδωσε χρήματα στους τοξικομανείς γονείς του για να πάρουν τη δόση τους!

Δεν έχω εμβαθύνει τόσο πολύ, για να μπορώ να θέσω δίλημμα αν αυτοί οι άνθρωποι αξίζουν συγχώρεση ή όχι. Να σου πω και την αλήθεια μου, δε μ’ ενδιαφέρει κιόλας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, προτιμώ να παραμείνω απολίτιστη, σκληρή κι ακραία.

Θα τους αποκαλούσα τέρατα, μια λέξη, που εκπέμπει κάτι αποκρουστικό, τρομακτικό, ογκώδες. Όμως, ο κόσμος των παραμυθιών μας έμαθε ότι υπάρχουν και καλά τέρατα, όπως στην Πεντάμορφη και το Τέρας. Κι αν δε διαβάζετε πια παραμύθια, σας έχω και σε βιβλία και σε ταινίες, βλέπε Χάρι Πότερ.

Για να επιστρέψουμε στο θέμα μας, κάτι λάθος πήγε με τις ρυθμίσεις αυτών των ανθρώπων, βγήκαν ελαττωματικοί. Δε συνδέθηκε σωστά το ένστικτο με την καρδιά και το μυαλό τους. Συμβαίνουν κι αυτά, δυστυχώς. Λάθη είμαστε, ανθρώπους κάνουμε, που λένε και στο χωριό μου.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, το καλύτερο είναι ν’ απομακρυνθείς. Λένε, ότι σε ένα παιχνίδι με ηλίθιους, νικητής θα βγεις μόνο αν δεν παίξεις. Γι’ αυτό, η διατήρηση μιας σεβαστής απόστασης  επιβάλλεται και φαντάζει η μόνη λύση. Όσο για την απόδοση της δικαιοσύνης, μη σε νοιάζει. Είναι τόσο καλά προμελετημένο το σχέδιο της ζωής μας, που, στο τέλος, υπάρχει ισορροπία στα πάντα. Ίσως μάλιστα, να γίνεται τόσο ανεπαίσθητα ή διαφορετικά, με τρόπο που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός από εμάς, αλλά επιστρέφονται όλα.

Σε αυτό το σημείο, δεν πρέπει να υποκύπτουμε σε μελοδραματισμούς, γιατί πρέπει να έχουμε σε φωτεινή επιγραφή μες στο κεφάλι μας ότι ο καθένας μας είναι υπεύθυνος μόνο για τις δικές του πράξεις. Οπότε, ας φροντίσουμε να τα έχουμε καλά με τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας κι ας αφήσουμε τους γονείς μας στην άκρη.

Μεγαλώσαμε κι ήρθε η ώρα ν’ αποχαιρετίσουμε τον εαυτό μας σαν παιδί, να κρατήσουμε μόνο καμιά φωτογραφία, έτσι, για την ανάμνηση και να περάσουμε στην ενηλικίωσή μας. Κι έτσι μεγάλοι και σοφοί που θα ‘μαστε, θ’ αποστασιοποιηθούμε τόσο, ώστε να είμαστε προστατευμένοι γύρω-γύρω.

Κι αν είσαι και γονιός, πρόσεχε μην την πάθεις σαν τους γονείς σου. Τώρα πρέπει ν’ απαντάς εσύ στο «γιατί, μαμά;» κι όχι να το ρωτάς. Είναι αυτό που λένε «εκεί που ήσουν ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ‘ρθεις».

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Σταμπουλή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη