Σε ξεχώρισα απ’ την πρώτη στιγμή που σε συνάντησα στον χώρο. Όχι γιατί ήσουν πάνω στη σκηνή, αλλά γιατί κάτι με τράβηξε. Το προσπέρασα. Όταν σε ξαναείδα, ήταν λίγο αργά. Μετρούσαμε κι οι δύο καινούριες σχέσεις. Παρ’ όλα αυτά, κάθε φορά που σε έβλεπα, ένιωθα μια φλόγα. Σ’ ονειρευόμουν, σε σκεφτόμουν. Έκανα έρωτα με τον φίλο μου και φανταζόμουν ότι έκανα μαζί σου.

Και μετά χώρισα. Κι ως δια μαγείας σε βρήκα μπροστά μου. Ήμουν αποφασισμένη. Θα σε διεκδικούσα. Αυτό που ένιωθα ήταν μη ελεγχόμενο, ηφαιστειακό, δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω. Εμφανίστηκα σε μια συναυλία σου. Είχαμε να τα πούμε καιρό. Στη λήξη της, ήρθες και με βρήκες στο μπαρ. Πολύ σύντομα βρεθήκαμε σ’ ένα άλλο μαγαζί. Οι δυο μας. Η συζήτηση πέρασε στο ψητό, χωρίς καν να το καταλάβω. Φύγαμε τρελαμένοι. Φτάσαμε σπίτι μου…

Κάναμε έρωτα ξανά και ξανά, επαφή σπάνια, διαφορετική. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι η πραγματικότητα μπορεί να ξεπεράσει σε υπεροχή τη φαντασία. Απ’ την πρώτη φορά που μ’ άγγιξες, με καθήλωσες. Είσαι απ’ τους ανθρώπους που τους παραδίνονται, σαγηνεύεις και μπορείς να ‘χεις όποιον θες πιόνι στα χέρια σου. Απ’ την πρώτη στιγμή ήμουν διαθέσιμη να κάνω ό,τι μου ζητήσεις. Και το ‘νιωθα∙ κι εσύ κάπως αλλιώς το ζούσες. Από τότε μια υπερδύναμη μας κυβερνούσε. Ξεπερνούσε κάθε βαθμίδα έντασης. Τέτοια ντεσιμπέλ λίγοι τ’ αντέχουν!

Φάγαμε τα χιλιόμετρα σαν καραμέλες. Πηδούσαμε τα μίλια σαν να ‘ταν κύματα. Ο καιρός περνούσε κι εγώ ήμουν τόσο εκστασιασμένη μαζί σου, που ακολουθούσα σαν πρόβατο την αγέλη μου. Θα έκανα τα πάντα για σένα! Θα άλλαζα σπίτι, περιοχή, συνήθειες, δουλειά, θρησκεία. Το ίδιο κι εσύ, υποστήριζες. Και κάπως έτσι, φτιάξαμε το χάρτη της ζωής μας: Εδώ θα μείνουμε, σε τόσο καιρό θα μετακομίσουμε, τόσα παιδιά θα κάνουμε, εκεί θα δουλεύουμε, δε θα χωρίσουμε ποτέ!

Κάποτε με ρώτησες πώς γίνεται να σε θέλω τόσο πολύ, αφού δε ζηλεύω. Και σου εξήγησα, και νόμιζα ότι το είχες καταλάβει: Είσαι μουσικός. Καθημερινά ανεβαίνεις στη σκηνή. Οι περισσότερες κοπέλες ταυτίζονται κατά έναν περίεργο λόγο. Τις αρέσει, τις εξιτάρει να σου μιλήσουν, να σου χορέψουν, να σε φλερτάρουν. Κι απ’ την άλλη, λατρεύω την κοινωνικότητά σου. Ήταν απ’ τα στοιχεία που φούντωναν τον έρωτά μου για σένα.

Μπαίνεις σε έναν χώρο και τον κατακτάς. Τον κάνεις δικό σου. Άθελά σου, δεν το επιδιώκεις καθόλου. Λες κι έχεις το κοκαλάκι της νυχτερίδας, βρε παιδί μου. Αυτό είναι μια τρομερή ικανότητα, γι’ αυτό σε θαύμαζα τόσο πολύ. Δε σου κρύβω ότι μου άρεσε που τις έβλεπα όλες γύρω σου, μου άρεσε που σε έβλεπα να τις παίζεις. Και πιο πολύ μου άρεσε που τις ακύρωνες, για να έρθεις σε μένα. Με έκανες να νιώθω συναρπαστικά κοντά σου, ήμουν η πρωταγωνίστρια της ζωής σου. Δεν είχα κανένα λόγο να ζηλέψω. Με είχες πείσει ότι για σένα ήμουν η καλύτερη, άρα τι να φτουρήσουν όλες οι άλλες μπροστά μου…

Όλα ήταν έτοιμα για να γυρίσουμε σελίδα. Ο χάρτης μας άρχισε να παίρνει μορφή. Σε περίμενα. Όμως εκείνο το βράδυ το ‘νιωσα. Δε θα ερχόσουν. Κάτι είχε γίνει. Τα λόγια σου δεν επαρκούσαν για να με καθησυχάσουν. Κάτι σοβαρό έγινε κι άλλαξες σχέδια. Δεν έκλεισα μάτι. Το πρωί καθάρισες μ’ ένα τηλέφωνο.

Κάποιος, κάπου, κάτι σου είπε. Τον άφησες να σου αραδιάσει τις αρλούμπες του και να μας καταστρέψει. Καθόλου δε με νοιάζει να μάθω τι ειπώθηκε. Μου φτάνει που μετά από όλα όσα ζήσαμε εσύ κι εγώ, επέτρεψες να μπει έστω κι ένα κόμμα ανάμεσά μας. Έφυγα σαν κυρία και δε σε ενόχλησα ποτέ ξανά. Κι ας αρρώστησα, ας πέθαινα, ας διαλύθηκα. Δε θα μάθεις ποτέ πόσο πολύ υπέφερα εξαιτίας σου. Δε θα μάθεις ποτέ πόσο σε υποστήριξα όπου κι αν βρέθηκα, ό,τι κι αν άκουσα, όποιον κι αν είδα.

Ένα πράγμα, όμως, το ξεκαθαρίζω. Οι εκφράσεις του προσώπου σου μ’ έκαναν να σε αγαπήσω. Τα μάτια σου τα παιχνιδιάρικα, τα τόσο εκφραστικά. Τα χείλη σου, που ταίριαζαν σαν παζλ με τα δικά μου. Εγώ, το διδυμάκι σου, ερωτεύτηκα μέχρι και το σημάδι στα ζυγωματικά σου.

Σ’ ερωτεύτηκα τόσο βαθιά, γιατί δεν είχα ξαναδεί όμοιο με σένα άλλον κανένα. Ούτε στα όνειρά μου! Ήσουν καλύτερος κι απ’ ό,τι μπορεί να είχα φανταστεί. Σ’ ερωτεύτηκα επειδή στο πλάι σου ήμουν η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου! Έτσι, για να τα ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα μια και καλή.

Σε αγάπησα γιατί άξιζες όλη μου την προσοχή και σε έχασα γιατί δεν πίστεψες ότι μια τόσο ανεξάρτητη γυναίκα μπορεί να αγαπήσει τόσο απόλυτα και δοτικά. Τίποτα δε θα μου ταίριαζε καλύτερα για να σ’ αποχαιρετίσω από λίγους στίχους, ασύλληπτα μεγάλους: «Χάρτινο το φεγγαράκι ψεύτικη ακρογιαλιά, αν με πίστευες λιγάκι θα ‘ταν όλα αληθινά. Δίχως τη δική σου αγάπη γρήγορα περνάει ο καιρός, δίχως τη δική σου αγάπη είναι ο κόσμος πιο μικρός».

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Σταμπουλή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη