Από μικρή ηλικία συνειδητοποιούμε ότι κάθε πράξη μας συνδέεται με ένα συναίσθημα -είτε ευχάριστο είτε δυσάρεστο, καθώς η μετριότητα στα συναισθήματα είναι αμφίβολη έως ανύπαρκτη. Προσπαθούμε απεγνωσμένα να επιδιώκουμε τα ευχάριστα και να αποφεύγουμε τα αρνητικά, αλλά αυτό είναι ακατόρθωτο θα έλεγε κάποιος που γνωρίζει έστω και λίγο τη ζωή.

Κάθε επιλογή μας έχει μια συνέπεια, ένα συναισθηματικό αντίκτυπο. Ξαφνικά κι ιδιαιτέρως βολικά, όμως, εμφανίζεται ως πρωτοσέλιδο αθωότητας η περιβόητη φράση «Οι άλλοι φταίνε για όσα τραβάω, για ό,τι παθαίνω» και γαντζώνεται ατάραχα στο μυαλό μας, εξουδετερώνοντας την υπαιτιότητά μας.

Όχι, δε φταίνε οι άλλοι, αν το αναλύσουμε από μια αντικειμενική σκοπιά. Ο καθένας από εμάς διανύει τη ζωή του και στο πέρασμα του χρόνου γνωρίζει ανθρώπους. Σε κάποιους από αυτούς θα ασκήσει επιρροή, ενώ από άλλους θα δεχθεί. Το αν και πώς θα την δεχθούμε, ανεξαρτήτως της ποιότητάς της, είναι προσωπική μας υπόθεση και κανενός άλλου κομπάρσου. Αν υποδουλωθούμε στην τοξικότητα των ανθρώπων ή αν είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε ουσιαστικές σχέσεις και να τις κρατήσουμε, είναι προσωπική μας υπόθεση. Οπότε φταίνε, πραγματικά, οι άλλοι;

Ας πάρουμε ένα παράδειγμα: Αν για μία άποψη που εξέφρασα, δεχτώ αρνητική κριτική είναι επιλογή μου, αν αυτή καρφιτσωθεί σαν αγκάθι στο μυαλό μου ή αν την αποδεχθώ, την επεξεργαστώ κι έπειτα με αφετηρία αυτήν βελτιωθώ όσον αφορά το πρώην «λάθος» μου για το οποίο κρίθηκα πάλι είναι κάτι που εγώ θα αποφασίσω. Ακόμη κι η στασιμότητα κι η μη απόκτηση της ικανότητας της προσαρμογής στις εκάστοτε συνθήκες επιλογή μου είναι.

Εύκολο το να ρίχνουμε την ευθύνη στους πλησίον μας, αλλά εμείς φέρουμε κάποια (αν όχι την απόλυτη) ευθύνη για την τροπή της ζωής μας. Είμαστε μαριονέτες στη ζωή γενικά, αλλά αν θα διεκδικήσουμε τον πρωταγωνιστικό ή τον δευτερεύοντα ρόλο στη δικιά μας, αυτό εξαρτάται απ’ το κατά πόσο αποτελούμε τους προσωπικούς μας σκηνοθέτες.

Είναι αναγκαίο να αναπτύσσουμε τους εαυτούς μας, ώστε να πάρουμε τα ηνία της ζωής μας στα χέρια μας και να νιώθουμε τη χαρά και τη λύπη για τη δική μας ζωή. Είμαστε οι ιδιωτικοί μας πρωταγωνιστές και σκηνοθέτες. Οικοδομούμε πιθανά σενάρια αναλογιζόμενοι τους στόχους μας και την ασκούμενη επιρροή απ’ τους τριγύρω, αλλά όταν γίνεται αισθητό το ενδεχόμενο τραγικό τέλος εκεί παρεμβαίνουμε με την πένα μας. Μόνο μέσω της γραπτής αλλαγής στο σενάριο κι ακολούθως μετά στην ερμηνεία μας, δημιουργείται το επιθυμητό σενάριο κι οδεύουμε προς την κορύφωση του καλύτερου δυνατού εαυτού μας.

Σε μια ξεχασμένη σελίδα ενός βιβλίου ψυχολογίας ήταν γραμμένη η εξής πρόταση: «Είμαστε οι πέντε άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε καθημερινά». Με βάση αυτό ας φιλτράρουμε την έκθεσή μας στα άτομα που συνήθως συζητάμε, αγγίζουμε, κοιτάμε. Νιώθουμε πραγματικά συναισθηματικά πλήρεις μαζί τους; Ή απλά αγκαλιάζουμε τη στασιμότητα και την παθητικότητα, χάνοντας τις δεξιότητες που μας καθιστούν ή καθιστούσαν διαφορετικούς; Ή πάλι φταίνε οι άλλοι;

Ας λάβουμε, λοιπόν, την ευθύνη του εαυτού μας υψώνοντας τοίχους στην τοξικότητα και την αρνητική κριτική, ώστε να επικεντρωθούμε στην εσωτερική μας καλλιέργεια. Με αυτόν τον τρόπο αποκτάμε ψυχικά αποθέματα για να αντέξουμε ακόμα και τη μοναξιά, αλλά όντας σε ετοιμότητα για την αντιμετώπιση αυτών που μας αποδυναμώνουν ψυχολογικά.

 

Συντάκτης: Βίκυ Αντωνιάδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη