Έχετε καταλάβει τι εννοώ. Έχετε τουλάχιστον ψυλλιαστεί τι θέλω να πω. Άλλοι το λένε κουτσομπολιό, άλλοι πάλι δεν αναφέρονται μόνο σε αυτό καθ’ αυτό.

Η αναφορά είναι γενική. Έχεις τη δυνατότητα να «γνωρίσεις» κάποιον, χωρίς να ρωτήσεις ποτέ γι’ αυτόν (ως είθισται πατροπαράδοτα), να μάθεις βασικά στοιχεία της επαγγελματικής του ταυτότητας, να μάθεις ακόμα και πού μένει και πιθανότατα και την παρέα του, ενώ θεωρείται βέβαιο πως το όνομα του συντρόφου του είναι απαραίτητο για να συνεχιστεί η συζήτησή.

Πρόκειται για μία πολύ εύκολη διαδικασία, η οποία δεν έχει συγκεκριμένο ωράριο, πράγμα που εξυπηρετεί, γενικά, μεγάλο μέρος του πληθυσμού, αλλά κυρίως γιατί δεν εκτίθεσαι ότι ψάχνεις. Έχουν ξεπεραστεί οι εποχές που όλο και κάποιος θα «έφερε» την ταμπέλα του κουτσομπόλη της γειτονιάς ή του χωριού. Ξεπεράστηκαν οι εποχές, που οι πλατείες του χωριού ήταν πάντα έτοιμες για τον απογευματινό καφέ, γιατί απλά «ήταν πέρασμα».

Πλέον, μπορείς να γνωρίσεις τον καθένα. Χωρίς καν να μάθει ότι τον ξέρεις. Βέβαια και το αντίστροφο. Όσα είσαι σε θέση να μάθεις εσύ για κάποιον, ανάλογα μπορεί να μάθει κι εκείνος για σένα. Σύμβουλός τους, φυσικά, πέρα απ’ το facebook και τα υπόλοιπά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είσαι κι εσύ. Ναι, εσύ. Γιατί δε φταίει το μαχαίρι αν τραυματίσεις κάποιον. Το μαχαίρι είναι ένα χρήσιμο εργαλείο κι είναι δικός σου θέμα πώς θα το χρησιμοποιήσεις.

Θα ακούσεις από κάποιους να λένε πως «το χειρότερο απ’ το να μη μιλούν άσχημα για σένα, είναι το να μη μιλούν καθόλου για σένα». Και δε διαφωνώ. Όμως, δεν ξέρω γιατί, αλλά κανένας δεν κουτσομπολεύει για τις αρετές των άλλων. Ή για να μη γίνω τόσο αφοριστική, λίγοι είναι εκείνοι που θα μεταφέρουν τέτοιου είδους πληροφορία. Πόσο καλός υπήρξες εκεί, ή πόσο ωραία φέρθηκες εκεί. Συνήθως, στα δέκα άτομα που μιλούν για σένα, τα εννιά θα αναφέρουν κάτι κακό και το ένα θα πει κάτι καλό, με κακό τρόπο.

Είναι λογικό, μια ωραιοποιημένη εικόνα σου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι ένας σωστά επιλεγμένος αριθμός αναρτήσεων, να μην αναδεικνύει και τον πραγματικό σου χαρακτήρα. Και ίσως αυτό να αποτελεί και το μελανό σημείο αυτής της εποχής. Νομίζεις ότι γνωρίζεις τον άλλον βλέποντας μόνο τις επιλογές του. Είτε αυτό αφορά τα μέρη που επισκέπτεται ή ακόμα και τις μουσικές επιλογές του. Σου αρέσει να ακούς γι’ αυτόν, διότι είσαι πεπεισμένος ότι τον ξέρεις πια, ενώ όταν τον συναντάς στην πραγματικότητα, δε μιλάτε καν. Γιατί στην ουσία, δεν έχετε συστηθεί ποτέ. Στηρίχθηκες στην ωραιοποιημένη εντύπωση που σου έχει δημιουργήσει, για τον χαρακτήρα και την αληθινή φύση του, αλλά αυτό δεν είσαι σε θέση να το σκεφτείς.

Φτάσαμε, λοιπόν, σε μια εποχή, που η μία, αυτή η πρώτη εντύπωση αρκεί. Σπαταλήσαμε τόσα χρόνια στους παιδικούς σταθμούς και στο δημοτικό, προς ενίσχυση της κοινωνικότητάς μας, για να καταλήξουμε να  αναπτύσσουμε πλασματικές σχέσεις μέσω διαδικτύου. Η δια ζώσης συνομιλία κι η συναναστροφή, περιορίζεται και  προτιμάται η εικονική μορφή επικοινωνίας, που επιτυγχάνεται με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.  Όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη επαφή ελλείπουν. Οι χειρονομίες, τα βλέμματα, οι κινήσεις του σώματος και κυρίως το άγγιγμα.

Είναι δεδομένο, πως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν ενταχθεί δυναμικά στην καθημερινότητα μας κι οι ώρες που σπαταλάμε σε αυτά, όλο και θα αυξάνονται, ας μη γελιόμαστε. Το ποια θα είναι η χρήση τους και το πόσο ουσιαστικό ρόλο θα δώσουμε εμείς, είναι το ζητούμενο. Αρκεί να προσπαθήσουμε να προφυλάσσουμε τα προσωπικά μας δεδομένα και να μην τα δημοσιεύουμε αλόγιστα, γιατί έτσι κι αλλιώς, το κουτσομπολιό θα συνεχίσει να υφίσταται, με όποια παραλλαγή ανά τους αιώνες.

Τις στιγμές μας μη χάνουμε. Το να νιώθεις την αύρα του ατόμου που απευθύνεσαι, να τον μυρίζεις και να τον ακουμπάς.

 

Συντάκτης: Ιωάννα Καμπουρίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη